Ενδεικτικά ο παραγωγός πούλησε με 0,60 -0,70 ευρώ την ελιά καλαμών (με κόστος 1 ευρώ) και η ελιά καλαμών πωλείται 5 ευρώ στον καταναλωτή.
«Οι καταναλωτές και οι αγρότες παραμένουν οι αδύναμοι κρίκοι της μεγάλης αισχροκέρδειας που επικρατεί με το λάδι, την ώρα που η κυβέρνηση κινείται ξανά με δημιουργική ασάφεια, ανίκανη να αντιμετωπίσει το τεράστιο πρόβλημα» τονίζει ο τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία κ. Βασίλης Κόκκαλης.
Στη δήλωσή του, ο κ. Κόκκαλης αναφέρει αναλυτικά τα εξής: «Δυστυχώς η τιμή του λαδιού απογειώνεται με ευθύνη της Κυβέρνησης διότι απουσιάζουν ουσιαστικοί έλεγχοι σε όλη την αλυσίδα από το χωράφι μέχρι το ράφι. Οι ποσότητες λαδιού που πωλούνται σήμερα στην τιμή των 10 και 12 ευρώ/λίτρο είναι αγορασμένες με 4 ευρώ/λίτρο.
Ενδεικτικά ο παραγωγός πούλησε με 0,60 -0,70 ευρώ την ελιά καλαμών (με κόστος 1 ευρώ) και η ελιά καλαμών πωλείται 5 ευρώ στον καταναλωτή.
Ουδέποτε εφάρμοσε η Κυβέρνηση την ψηφισμένη Ευρωπαϊκή Οδηγία περί αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.
Ως ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. προτείναμε εγκαίρως στην Βουλή κατά την συζήτηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας την εξ’ ολοκλήρου εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας η οποία προστατεύει και τον αγρότη παραγωγό και τον καταναλωτή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ παραμένει προσηλωμένος και θα είναι αρωγός σε πολιτικές στήριξης της τιμής του ελαιόλαδου και του εισοδήματος των ελαιοπαραγωγών της χώρας μας, με όλα τα πρόσφορα μέσα και τους πόρους που μπορούν να διατεθούν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μπορεί να μένει απαθής και να μην ζητά να ληφθούν άμεσα και δραστικά μέτρα για την εκτόξευση της τιμής του ελαιολάδου για τον καταναλωτή, αποδεχόμενος τις κυβερνητικές παρόλες για «το παγκόσμιο φαινόμενο αύξησης της τιμής του ελαιολάδου» και τους «νόμους ζήτησης και προσφοράς», καθώς και τα πρωθυπουργικά φληναφήματα για το ότι «αυτό που είναι πρόβλημα για τον καταναλωτή είναι όφελος για τον παραγωγό»!
Δυστυχώς, η κυβέρνηση της ΝΔ επιστρατεύει για άλλη μια φορά τη δημιουργική ασάφεια, τον κοινωνικό αυτοματισμό και την κατευθυνόμενη προπαγάνδα για να αποσείσει τις τεράστιες ευθύνες της και την απουσία ουσιαστικών πολιτικών, τόσο στο επίπεδο του παραγωγού, όσο και στο επίπεδο του καταναλωτή. Και βέβαια αυτό αποτελεί έμπρακτη απόδειξη ότι δεν πιστεύει πως ο πρωτογενής τομέας θα αποτελέσει το βασικό εργαλείο για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και ταυτόχρονα ότι η προστασία του καταναλωτή συνιστά βασική αρχή και αξία κάθε ευνομούμενης Πολιτείας.»