Σοβαρά προβλήματα στην εγχώρια παραγωγή παραδοσιακών αλκοολούχων ποτών με Προστασία Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και Προστασία Γεωγραφικής Ενδειξης (ΠΓΕ), με νέο χτύπημα στο εισόδημα των μικρομεσαίων παραγωγών, επιφέρει η πρόταση κανονισμού του Ευρωκοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ [COM(2016) 750 final] σχετικά με τον ορισμό, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, τη χρήση των ονομασιών των αλκοολούχων ποτών, καθώς και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων.
Με τις προτεινόμενες αλλαγές αυξάνεται το κόστος των γραφειοκρατικών διαδικασιών για την πιστοποίηση προϊόντων ΠΟΠ και ΠΓΕ, δίνονται αποφασιστικές αρμοδιότητες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που θα μπορεί να απεντάσσει προϊόντα τέτοιου τύπου από το σχετικό Μητρώο, ενώ επίσης επιτρέπεται η εμφιάλωση τέτοιων ποτών σε χώρο διαφορετικό από τον τόπο παραγωγής τους. Θα μπορεί δηλαδή μια επιχείρηση με έδρα οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ να προμηθεύεται χύμα ούζο Μυτιλήνης - προϊόν που έχει και τις δύο ταυτότητες, και ΠΟΠ και ΠΓΕ - και να το εμφιαλώνει στις δικές της εγκαταστάσεις οπουδήποτε στην Ευρώπη.
Να σημειωθεί εδώ ότι η ΕΕ συνολικά είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αλκοολούχων ποτών στον κόσμο, ενώ για την Ελλάδα τα αλκοολούχα ποτά με Προστασία Γεωγραφικής Ένδειξης αντιπροσωπεύουν το 70% της συνολικής εγχώριας παραγωγής, σημαντικό τμήμα των οποίων, σχεδόν το 65% της ετήσιας παραγωγής, εξάγεται στο εξωτερικό.
Παραπέρα μέτρα «απελευθέρωσης» με βάση την «αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας»
Το ισχύον καθεστώς που ορίζει τους κανόνες επισήμανσης των αλκοολούχων ποτών έχει θεσπιστεί από το 1989 και αναθεωρήθηκε ξανά το 2006, στο πλαίσιο διεθνούς συμφωνίας της ΕΕ. Νέες προσαρμογές έγιναν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την προσαρμογή του καθεστώτος στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η Συνθήκη της Λισαβόνας.
Κατά τη διάρκεια πρόσφατης συζήτησης στην Επιτροπή Εμπορίου της Βουλής, η οποία ασχολήθηκε με το ζήτημα, ο Στ. Σαμίου, προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αλκοόλης και Τροφίμων του Γενικού Χημείου του Κράτους, αναφέρθηκε στις προτεινόμενες από την Επιτροπή αλλαγές. Σημείωσε ότι εκτός από την προσαρμογή στις απαιτήσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας, εισήγαγε και ρυθμίσεις που αφορούν τις γεωγραφικές ενδείξεις, προτείνοντας τη μεταφορά αυτών των επωνυμιών σε ένα νέο ηλεκτρονικό μητρώο, από το οποίο η ίδια η Επιτροπή θα μπορεί με πρωτοβουλία της να αφαιρεί γεωγραφικές ενδείξεις.
Βάσει των νέων αλλαγών οι αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών - μελών είχαν υποχρέωση να υποβάλουν φακέλους για τις «γεωγραφικές ενδείξεις» μέχρι τις 20/2/2015, κάτι που το Γενικό Χημείο του Κράτους έκανε εντός του απαιτούμενου χρονικού πλαισίου. Οπως ανέφερε ο Στ. Σαμίου, η εξέταση αυτών των φακέλων, όπως και πολλών άλλων κρατών - μελών, εκκρεμεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία δεν ενημερώνει αρμοδίως για το τι προτίθεται να κάνει.
Ακόμη πιο επικίνδυνη είναι η στάση της Επιτροπής αναφορικά με το ζήτημα της εμφιάλωσης των αλκοολούχων ποτών που σύμφωνα με την εγχώρια νομοθεσία προβλέπεται να γίνεται εντός της περιοχής όπου παράγεται το κάθε προϊόν. Η Επιτροπή έχει εγείρει θέμα ως προς την «αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των προϊόντων» εντός της «ενιαίας αγοράς», προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να καταργήσει τους όποιους περιορισμούς υπάρχουν στον τόπο εμφιάλωσης των αλκοολούχων ποτών.
Ενίσχυση του ανταγωνισμού προς όφελος των ισχυρών «παικτών»
Επιπλέον, υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί κατά πολύ και το τίμημα αναγνώρισης γεωγραφικής ένδειξης σε κάποιο αλκοολούχο ποτό, με τις αλλαγές που προωθούνται στον τομέα αυτό. Για την Ελλάδα η αύξηση του κόστους θα πλήξει ιδιαίτερα τις κατά κανόνα μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις των τριών, τεσσάρων, το πολύ πέντε ατόμων, που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια ποτοποιία, με εξαίρεση τις λίγες αριθμητικά μεγάλες μονάδες. Σημειωτέον, στον εγχώριο κλάδο παραγωγής οινοπνευματωδών ποτών δραστηριοποιούνται, με βάση τα στοιχεία του Γενικού Χημείου του Κράτους, περίπου 200 ποτοποιεία, από τα οποία μόνο 60 λειτουργούν υπό τη μορφή ΑΕ και ΕΠΕ, ενώ τα υπόλοιπα είναι βιοτεχνίες με νομική μορφή ΟΕ και ΕΕ ή και ατομικές επιχειρήσεις και συνεταιρισμοί.
Τέλος, ένα ακόμη σοβαρό ζήτημα που αναδεικνύεται είναι η πρόθεση της Επιτροπής να αναλάβει πρόσθετες εξουσίες για ουσιώδη ζητήματα, όπως είναι ο καθορισμός προδιαγραφών και οι ορισμοί των προϊόντων.
Όπως γίνεται κατανοητό, οι εξελίξεις αυτές αποτελούν προσαρμογή της ποτοποιίας και της εμπορίας των αλκοολούχων ποτών σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας, για «απελευθέρωση», ενίσχυση του ανταγωνισμού, της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων στην ΕΕ και στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα. Δημιουργούν προϋποθέσεις για πιο γρήγορη συγκέντρωση της εγχώριας παραγωγής, της εμπορίας και των εξαγωγών σε λίγες μεγάλες βιομηχανίες.
Την ίδια ώρα, η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενδέχεται να αποσκοπεί σε διαπραγματεύσεις στο εγγύς μέλλον για διακρατικές συμφωνίες και κατάληξη εμπορικών συμφωνιών τύπου «CETA».
Αν και είναι γνωστό ότι γενικά τα καθεστώτα ΠΟΠ και ΠΓΕ δεν μπόρεσαν να εξασφαλίσουν για τους εγχώριους μικρομεσαίους παραγωγούς κατώτερες εγγυημένες τιμές και προστασία τους από τη δράση των μονοπωλίων του χώρου και από τις αθρόες εισαγωγές προϊόντων, εντούτοις οι αλλαγές που επιχειρούνται θα τους επιφέρουν ακόμη πιο ισχυρό πλήγμα.
Πηγή: Ριζοσπάστης