Του Γιώργου Κουτρουμάνη για το agrocapital.gr
Οι κινητοποιήσεις των αγροτών ήταν αυτή την περίοδο περισσότερο μαζικές από ποτέ. Βασικές αιτίες αυτών των κινητοποιήσεων ήταν το ασφαλιστικό και το φορολογικό που σχεδιάζει η Κυβέρνηση και η οποία φαίνεται να εμμένει στις θέσεις της, παρά τις μεγάλες αντιδράσεις που προκαλούν οι επιλογές της.
Και ενώ στο φορολογικό μένει να δούμε ποιες θα είναι οι τελικές αποφάσεις , στο ασφαλιστικό τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα.
Η κατάργηση του ΟΓΑ και η ενσωμάτωσή του, έστω και μετά από μια μεταβατική περίοδο, στον Ενιαίο Φορέα που φιλοδοξεί να δημιουργήσει η Κυβέρνηση , η μεγάλη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και η σύνδεση με το εισόδημα , αποτελούν τα βασικά σημεία διαφωνίας.
Είναι προφανές ότι η πορεία του ΟΓΑ και η προοπτική του, αφορά πρωτίστως τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους του μεγάλου ασφαλιστικού Φορέα που υπερβαίνουν το 1.500.000.
Αφορά όμως και το σύνολο των εργαζομένων και των συνταξιούχων της χώρας , αφού η βιωσιμότητά του ΟΓΑ , όπως και κάθε ασφαλιστικού ταμείου επηρεάζει καθοριστικά την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος .
Υπάρχει πρόβλημα με τον ΟΓΑ και όχι μόνο. Η μεγάλη διάρκεια και η έκταση της οικονομικής κρίσης έχει δημιουργήσει μεγάλα οικονομικά προβλήματα σε όλα τα ταμεία.
Το ερώτημα όμως στο οποίο καλούμαστε να απαντήσουμε είναι εάν το σχέδιο της Κυβέρνησης αντιμετωπίζει το πρόβλημα του ΟΓΑ. Η απάντηση είναι σαφώς όχι και οι λόγοι είναι πολύ συγκεκριμένοι.
Η κατάργηση του ΟΓΑ ως αυτόνομου Ταμείου και η δυσανάλογα μεγάλη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών , αναμένεται να δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα στην εισπραξιμότητα και να καταστούν ανασφάλιστοι χιλιάδες αγρότες.
Οι ενιαίες αρχές σε ένα ασφαλιστικό σύστημα είναι βασικό στοιχείο κοινωνικής δικαιοσύνης. Ωστόσο ενιαίες αρχές δεν σημαίνει ισοπέδωση. Η αναγνώριση της ιδιαιτερότητας σε ένα κλάδο δημιουργεί την ανάγκη διαφοροποίησης και στο ασφαλιστικό.
Δεν είναι δυνατόν να βρεθούν στο ίδιο ταμείο οι αγρότες με τους μισθωτούς των οποίων οι εισφορές κατά τα 2/3 περίπου καταβάλλονται από τον εργοδότη στη βάση ενός μηνιαίου εισοδήματος .
Ούτε είναι δυνατόν να συνδεθούν οι ασφαλιστικές εισφορές των αγροτών με το εισόδημα το οποίο παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις από χρόνο σε χρόνο , με εντελώς διαφορετικό τρόπο ακόμη και από εκείνο των ελεύθερων επαγγελματιών.
Η Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με τις επιλογές της θα βελτιωθούν οι συντάξεις των αγροτών , αλλά θα συμβεί το ακριβώς αντίθετο και θα οδηγηθούμε σε πολύ μικρότερες συντάξεις.
Για να γίνει κατανοητό το όλο θέμα θα πρέπει να επισημάνουμε ορισμένα βασικά στοιχεία από τον κανονισμό ασφάλισης του ΟΓΑ όπως ισχύει σήμερα και όπως προτείνεται με βάση το Κυβερνητικό σχέδιο.
1.Σήμερα στον ΟΓΑ υπάρχουν 7 ασφαλιστικές κατηγορίες από τις οποίες οι 5 πρώτες είναι υποχρεωτικές . Ο νεοεισερχόμενος στην ασφάλιση και μέχρι τη συμπλήρωση της πενταετίας στο επάγγελμα, ασφαλίζεται στην 1η ασφαλιστική κατηγορία για την οποία προβλέπεται ετήσια εισφορά 753 ευρώ. Μετά την πενταετία και ανά τριετία ο ασφαλισμένος αλλάζει υποχρεωτικά κατηγορία και μέχρι την 5η για την οποία προβλέπεται ετήσια εισφορά 1252 ευρώ. Τις υπόλοιπες κατηγορίες μπορεί να επιλέξει προαιρετικά ο ασφαλισμένος.
Με βάση τα ανωτέρω, ένα ζευγάρι αγροτών που έχει 10 χρόνια στο επάγγελμα πληρώνει εισφορές σήμερα στην 3η κατηγορία 1908 ευρώ ετησίως ( 954 ευρώ έκαστος).
Με το σχέδιο της Κυβέρνησης και στην τελική μορφή η ετήσια εισφορά για το ίδιο ζευγάρι , εφόσον έχει χαμηλό ετήσιο εισόδημα ,για παράδειγμα 4.000 ευρώ , θα είναι 3032 ευρώ ( 1516 ευρώ έκαστος). Επομένως θα έχει μια αύξηση κατά 59% στην ασφαλιστική εισφορά, η οποία για τον νέο αγρότη θα είναι άνω του 100% ( υπερδιπλάσια).
Για το ζευγάρι που έχει ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ και εφόσον επιμεριστεί στους δύο η ετήσια ασφαλιστική εισφορά θα είναι 5.390 ευρώ , δηλαδή αύξηση 182%
Επομένως η αύξηση των εισφορών είναι μεγάλη και αυτό είναι το πρώτο μεγάλο θέμα.
2.Για κάθε ευρώ που πληρώνει σήμερα ο αγρότης για σύνταξη στον ΟΓΑ, το Δημόσιο καταβάλει 2 ευρώ, δηλαδή διπλάσια εισφορά και για το λόγο αυτό βαθμιαία απομειώνεται η βασική σύνταξη και μηδενίζεται για όσους πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν από 1/1/2027 και μετά με βάση τον ιδρυτικό νόμο 2458/1997 για το νέο ΟΓΑ. Αυτή η μορφή χρηματοδότησης του ΟΓΑ καταργείται εφόσον εφαρμοστεί το σχέδιο της Κυβέρνησης με το οποίο προβλέπεται στην ουσία ότι το ποσό εισφοράς που κατέβαλαν αθροιστικά ο ασφαλισμένος και το Δημόσιο θα το καταβάλει εξ ολοκλήρου ο ασφαλισμένος .
Επομένως στην πραγματικότητα αυτό που θα συμβεί στην πλήρη εφαρμογή του νέου πλαισίου, είναι ο υπερδιπλασιασμός ή και ο τριπλασιασμός των εισφορών.
Το αντιστάθμισμα αυτής της απουσίας του Κράτους από τη χρηματοδότηση του ΟΓΑ , θα είναι η καθιέρωση της «εθνικής» σύνταξης και για τους συνταξιούχους του ΟΓΑ. Αυτή την επιλογή της η Κυβέρνηση προσπαθεί να την «πλασάρει», ως ένα θετικό βήμα «αποκατάστασης της μέχρι τώρα αδικίας» και επιχειρεί έτσι να κατευνάσει τις αντιδράσεις των αγροτών.
Στην πραγματικότητα πρόκειται όμως για ένα πολύ δυσμενέστερο καθεστώς σε σχέση με το σημερινό σε ότι αφορά όχι μόνο τις εισφορές αλλά και το επίπεδο των συντάξεων .
Ας δούμε ένα παράδειγμα
Ο ασφαλισμένος στον ΟΓΑ που θα συμπληρώσει πλήρη ασφαλιστικό 40 ετών και θα συνταξιοδοτηθεί μετά το 2027 θα έπαιρνε με βάση το σημερνό σύστημα , εφόσον κατέβαλε εισφορά 75 ευρώ κατά μέσο όρο το μήνα ( άρα και 150 ευρώ το Δημόσιο) ποσό σύνταξης 788 ευρώ το μήνα.
Με το νέο καθεστώς και εφόσον έχει χαμηλά εισοδήματα θα χρειαστεί να πληρώνει 94 ευρώ το μήνα , δηλαδή 25% περισσότερα και θα πάρει σύνταξη 384 ευρώ «εθνική» σύνταξη και 215 ευρώ «ανταποδοτική» σύνταξη για τα 40 χρόνια ασφάλισης , σύνολο 599 ευρώ, δηλαδή 24% χαμηλότερη σύνταξη
Αυτή είναι η πραγματικότητα και για τους αγρότες οι οποίοι θα κληθούν να πληρώσουν πολύ υψηλότερες εισφορές για να πάρουν αρκετά χαμηλότερες συντάξεις. Αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο θέμα σε σχέση με το ασφαλιστικό των αγροτών.
3.Το τρίτο βασικό θέμα σε σχέση με τους αγρότες και τον ΟΓΑ είναι κατά πόσο εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του Φορέα με την εφαρμογή των Κυβερνητικών προτάσεων έτσι ώστε να διασφαλιστούν και αξιοπρεπείς συντάξεις.
Το βέβαιο είναι ότι τα έσοδα του ΟΓΑ όχι μόνο δεν πρόκειται να αυξηθούν αλλά αντίθετα θα μειωθούν σημαντικά, ενώ πολλοί από τους αγρότες θα απενταχθούν από την ασφάλιση λόγω αδυναμίας καταβολής των εισφορών , πολύ περισσότερο από τη στιγμή που η αγροτική οικογένεια αναμένεται να επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο ,όχι μόνο από την αύξηση των εισφορών αλλά και από την αύξηση των φόρων.
Σήμερα η εισπραξιμότητα στον ΟΓΑ είναι ιδιαίτερα χαμηλή στο 37% περίπου . Αυτό σημαίνει ότι ο ΟΓΑ από τρέχουσες εισφορές εισπράττει ετησίως 230 εκ. ευρώ και επιπλέον 460 εκ ευρώ που είναι η συμμετοχή του κράτους.
Με αυτά τα δεδομένα το οικονομικό πρόβλημα του ΟΓΑ είναι μεγάλο και η βιωσιμότητά του αδύνατη.
Υπάρχει λύση; Προφανώς και υπάρχει με μια νέα προσέγγιση στο συνολικό ζήτημα και συγκεκριμένα βήματα και επιλογές:
1.Ο ΟΓΑ μπορεί και πρέπει να παραμείνει ένας αυτόνομος φορέας με δύο αυτοτελείς λογιστικά και οικονομικά Κλάδους , της Κύριας Ασφάλισης των Αγροτών και της Πρόνοιας. Δεν είναι δυνατόν να παρουσιάζονται ως έλλειμμα του ΟΓΑ οι προνοιακές παροχές που καταβάλει ο φορέας με τη μορφή προνοιακής σύνταξης που είναι βέβαια επιβεβλημένο , αφού μόλις το 1998 ο ΟΓΑ μετετράπη σε Φορέα Κύριας Ασφάλισης .
2.Η βελτίωση της εισπραξιμότητας αποτελεί επιτακτική ανάγκη και μπορεί να υπάρξουν σημαντικά αποτελέσματα με εφαρμογή δύο μέτρων που και οι ίδιες οι οργανώσεις των αγροτών προτείνουν. Την θεσμοθέτηση της ασφαλιστικής ενημερότητας ως προϋπόθεσης για την ένταξη σε οποιοδήποτε πρόγραμμα επιδότησης της παραγωγής και τη γενικευμένη εφαρμογή του εργοσήμου ως μοναδικού και υποχρεωτικού τρόπου πληρωμής των αγρεργατών.
Εφόσον λοιπόν εξασφαλιστεί μια εισπραξιμότητα στο 80% περίπου τα έσοδα του ΟΓΑ χωρίς αυξήσεις στις εισφορές μπορούν σε ετήσια βάση να υπερδιπλασιαστούν και επιπλέον με το εργόσημο να φθάσουν τα 1,6 δις ευρώ ετησίως που ασφαλώς εξασφαλίζει βιωσιμότητα στον ΟΓΑ.
Το θέμα λοιπόν έχει να κάνει με το τι ακριβώς θέλει η Κυβέρνηση. Εάν η Κυβέρνηση θέλει να στηρίξει ένα ασφαλιστικό σύστημα με αξιοπρεπείς συντάξεις και παροχές υγειονομικής περίθαλψης , μπορούν να βρεθούν λύσεις . Εάν όμως η Κυβέρνηση επιμείνει σε μια προσέγγιση όπου οι παροχές των ασφαλιστικών ταμείων θα περιοριστούν σε προνοιακό χαρακτήρα και μάλιστα με υψηλές εισφορές η προοπτική θα είναι ιδιαίτερα αρνητική για όλους.