Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα το κρατικιστικό μοντέλο είναι αυτό που κυριάρχησε κατά την διάρκεια της μεταπολίτευσης. Πρόκειται για την ανακυκλωμένη πολιτική των δανεικών με στόχο να τροφοδοτείται ένα αδηφάγο κράτος στο οποίο θα προσλαμβάνονται ψηφοφόροι και ημετέροι. Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ άλλωστε ήταν το αντανακλαστικό της παλαιάς Ελλάδας η οποία πίστεψε ότι η επανάσταση θα γίνει με υλικά και ιδέες που θα μας επαναφέρουν στην πρότερη κατάστασή μας. Τώρα πλέον που οι μύθοι αυτοί κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι ήρθε η ώρα το συλλογικό μας είναι να αντιληφθεί ότι το πρότυπο της κεντρικά διευθυνόμενης οικονομίας από το κράτος απέτυχε και ότι αυτό το πρότυπο πρέπει να αντικατασταθεί από ένα νέο το οποίο να βασίζεται στο συγκριτικό πλεονέκτημα και στην εξωστρέφεια της επιχειρηματικότητας.
Ο μοναδικός τομέας που ίσταται έναντι των υπολοίπων και ανταποκρίνεται χρόνια τώρα στο νέο αυτό πρότυπο το οποίο οφείλουμε να δημιουργήοσουμε είναι Ελληνική Ναυτιλία. Ο Ελληνόκτητος στόλος κατέχει την πρώτη θέση στον κόσμο, απασχολεί πάνω από 30 χιλιάδες εργαζομένους ενώ άλλοι 190 χιλάδες περίπου απασχολούνται σε δουλειές που δημιουργούνται παραπλεύρως και εξαιτίας της Ναυτιλίας. Από όλες αυτές τις δραστηριότητες, η τελευταία, κατέχει αναλογικά περίπου 6,4% του ΑΕΠ της χώρας.
Το γεγονός ότι η Ελληνική Ναυτιλία είναι ένας τομέας που μάς κάνει υπερήφανους και παραμένει στην κορυφή ενώ ανταγωνίζεται παγκόσμιους κολοσσούς όπως τον Κινεζικό φερ’ ειπείν αποδίδεται στο γεγονός ότι οι Έλληνες εκμεταλλεύτηκαν το συγκριτικό πελονέκτημα της γεωγραφίας και της ναυτικής παράδοσης και τέχνης η οποία μεταδίδεται από γενιά σε γενιά αιώνες τώρα. Το γεγονός ότι αυτό το πλεονέκτημα μετετράπη σε μία παγκόσμια ανταγωνιστική βιομηχανία εξηγείται από το ότι δεν διεπλέχθη σχεδόν ουδέποτε με το Eλληνικό κράτος. Αυτή η παράδοση και η γνώση μας έφερε στην κορυφή διότι ενισχύθηκε με δάνεια από παγκόσμιες τράπεζες που θεώρησαν και θεωρούν τους Έλληνες εφοπλιστές τρομερά αξιόπιστους εξαιτίας αυτής της μακραίωνης εμπειρίας τους. Αυτό δε που κάνει τους εν Ελλάδι εφοπλιστές απαράμιλλα ανταγωνιστικούς είναι ότι τις αποφάσεις τις λαμβάνει συνήθως ένας, ο πατριάρχης της οικογενείας. Πρόκειται περί ενός «παλαιοκαπιταλιστικού» προτύπου που όμως είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό διότι οι αποφάσεις λαμβάνονται πολύ γρηγορότερα εν σχέσει με ένα απρόσωπο διοικητικό συμβούλιο πολλαπλών συμφερόντων αλλά και την πίστη σε αυτό που κάνουν όχι ως κάτι το προσωρινό αλλά ως μία παρακαταθήκη του ονόματός τους από την μία γενιά στην άλλη.
Φυσικά, στον παγκόσμιο ανταγωνισμό που καλούνται να ανταποκριθούν καθημερινώς οι Ελληνικές ναυτιλιακές επιχειρήσεις δεν προσμένουν σε κρατικές παρεμβάσεις μίας κεντρικά διευθυνόμενης οικονομίας για να ευνοηθούν. Το μοναδικό πράγμα που απαιτούν είναι ένα φυσιολογικό και σταθερό φορολογικό περιβάλλον και λογικές απαιτήσεις από το εργασιακό καθεστώς της σημαίας κάθε χώρας.
Οι Έλληνες λοιπόν, μία χώρα 11 εκατομμυρίων ανθρώπων, ελέγχουμε τοn μεγαλύτερο στόλο ποντοπόρων πλοίων στον κόσμο. Όμως, το νόημα αυτού του άρθρου δεν έγκειται απλά στο να «εξυμνήσει» τον κλάδο αυτόν και τους ανθρώπους που τον απαρτίζουν. Διότι ικανότατα μυαλά υπάρχουν και στους τομείς των υπηρεσιών, της βιομηχανίας, της κτηνοτροφίας κοκ. Ο Ελληνικός καταστροφικός εγωισμός που χρονολογείται από τον καιρό του Πελοποννησιακού Πολέμου μπορεί να εξελιχθεί σε έναν υγιεστατο ανταγωνισμό με κανόνες που θα μας ξαναβάλλει στο διεθνές παίγνιο. Πρέπει πρώτα όμως να απελευθερωθούμε από τα δεσμά του κρατισμού με συνεχείς αποκρατικοποιήσεις, να δημιουργήσουμε ένα σύγχρονο, αποκεντρωμένο Σύνταγμα που θα εξασφαλίζει σταθερή φορολογία των επιχειρήσεων για τουλάχιστον 10 συναπτά έτη και, όπου χρειάζεται το κράτος να δίνει κίνητρα στους τομείς εκείνους που αποτελούν τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα σε μία παγκοσμιοποιημένοι αγορά.
Ραφαήλ Α. Καλυβιώτη*