Είναι κοινώς αποδεκτό στη μακροοικονομική θεωρία, ότι μονόδρομος επίτευξης γρήγορων ρυθμών ανάπτυξης, οικονομικής μεγέθυνσης και αύξησης της ευημερίας του πληθυσμού είναι η εκβιομηχάνιση. Τα συμπεράσματα αρκετών επιστημονικών ερευνών αναφέρουν ότι η αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος συνοδεύεται από διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες εκφράζονται μέσωτης αύξησης συμμετοχής του βιομηχανικού προϊόντος και των υπηρεσιών, στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), με αντίστοιχη μείωση του αγροτικού προϊόντος.
Οι στρατηγικές που αναπτύσσονται για την κατά προτεραιότητα εκβιομηχάνιση, συντελούν στην αύξηση της παραγωγικότητας και του κατά κεφαλήν εισοδήματος έναντι των λοιπών τομέων. Υποστηρίζεται δε, ότι με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται περισσότερες θέσεις απασχόλησης από αυτές του αγροτικού τομέα. Αναμφίβολα, συμβάλλει στην ανάπτυξη των επενδύσεων, καθώς ο βιομηχανικός τομέας αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των μεγάλων κλάδων που επηρεάζουν το σύνολο των οικονομικών δεικτών. Μην ξεχνάμε επίσης, ότι ο βιομηχανικός τομέας δεν επηρεάζεται από καιρικές συνθήκες σε αντίθεση με τον αγροτικό. Συνεπώς, υπάρχουν σταθεροί και αυξανόμενοι παραγωγικοί δείκτες και κατ' επέκταση σταθεροποίηση του εισοδήματος και των φορολογικών συντελεστών. Ένα ακόμα πλεονέκτημα είναι, η ανεξαρτητοποίηση της οικονομίας λόγω της αρκούμενης παραγωγής προϊόντων για την ίδια αλλά και για την εξαγωγή αυτών μειώνοντας την ποσότητα των εισαγόμενων, δημιουργώντας έτσι σταθερές οικονομίες κλίμακας.
Από την άλλη μεριά η έμφαση στην ανάπτυξη του γεωργικού προϊόντος, δημιουργεί όλα τα αναγκαία κίνητρα που είναι απαραίτητα για να αναπτυχθεί η βιομηχανία και η οικονομία στο σύνολο της. Τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν στη βάση αυτής της αντίληψης, διατείνονται ότι οι επενδύσεις πίσω από τον πρωτογενή τομέα είναι περισσότερο προσοδοφόρες σε οικονομίες χαμηλής απόδοσης. Συνεπώς, η αύξηση παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα έχει ως αποτέλεσμα την επέκταση του βιομηχανικού τομέα εξαιτίας της αύξησης του γεωργικού πλεονάσματος. Αυτή η βιομηχανική επέκταση συμβάλλει στην απελευθέρωση του αγροτικού δυναμικού καθώς και στην αύξηση του γεωργικού προϊόντος, δημιουργώντας έτσι συναλλαγματικά αποθέματα ενώ με αυτό τον τρόπο ενεργοποιούνται ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες όπως αυτές των υποαπασχολούμενων, ανέργων καθώς και μακροχρόνια ανέργων.
Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς πως η διαμόρφωση ενιαίας κουλτούρας και στρατηγικού management με μακρόπνοη κατεύθυνση στην Περιφέρεια, καθίσταται, ειδικά την εποχή που διανύουμε κάτι περισσότερο από αναγκαία καθώς, μόνο έτσι θαδημιουργηθούν τα απαραίτητα συγκριτικά πλεονεκτήματα και οι υπεραξίες. Μόνο μέσα από ένα εξελιγμένο πρότυπο ανάπτυξης και αλληλεπίδρασης του βιομηχανικού και του αγροτικού τομέα θα επιτευχθεί η αύξηση του πλούτου, η αύξηση των θέσεων εργασίας και εν γένει η αύξηση των οικονομικών δεικτών, μειώνοντας τις όποιες περιφερειακές ανισότητες υπάρχουν.
Συμπερασματικά, ο Πρωτογενής Τομέας, θα πρέπει, επανακτώντας την αίγλη και την προσοχή που του αρμόζει, να είναι το όχημα με οδηγό την τεχνολογία και την τεχνογνωσία, έννοιες αναπόσπαστες και αλληλένδετες, που θα οδηγήσει την Ελλάδα στην μεταμνημονιακή εποχή ως βασικός πυλώνας ανάπτυξης και ευημερίας.
ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ Γ .ΑΡΓΥΡΙΟΣ
Οικονομολόγος Msc
Μέλος της Διοίκησης του 10ου ΠΤ Τμήματος Ο.Ε.Ε