Στο πλαίσιο αυτό, το βασικό εισόδημα επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση ως ένα εργαλείο αντιμετώπισης της επισφάλειας και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής.
* Μελέτη στο Ινστιτούτο ΕΝΑ του Ιορδάνη Παρασκευά, Υποψήφιου Διδάκτορα Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Καθώς διανύουμε την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η παγκόσμια οικονομία χαρακτηρίζεται από έντονη ρευστότητα και υψηλή αβεβαιότητα. Η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού όχι μόνο δεν παρήγαγε μια συνθήκη ευημερίας, όπως υποσχόταν, αλλά έχει οδηγήσει σε διαδοχικές κρίσεις, που αποδεικνύουν με πασιφανή τρόπο τόσο τις εσωτερικές αντιθέσεις και αντιφάσεις του, καθώς και παθογένειες που παράγει (ανισότητες, φτώχεια, ανασφάλεια κ.ά.), όσο και την αδυναμία ή/και αδιαφορία του να τις θεραπεύσει δευτερογενώς, όπως π.χ. κατέδειξε η πανδημική κρίση, για την αντιμετώπιση της οποίας επιστρατεύτηκαν πολιτικές και εργαλεία που επί μακρόν ήταν περιθωριοποιημένα στη βάση της νεοφιλελεύθερης προσέγγισης. Επίσης, καθίσταται σαφές ότι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης του 2007-2008 αποδεικνύονται τρομερά επίμονες και διαρκείς, ενώ το ξέσπασμα μια ακόμη κρίσης μοιάζει πλέον εξαιρετικά πιθανό. Παράλληλα, πληθαίνουν οι φωνές που θεωρούν ότι ο συσχετισμός δυνάμεων που θα προσδιορίσει την εξέλιξη της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει, θα οδηγήσει στην εξάλειψη ενός σημαντικού ποσοστού των θέσεων εργασίας, αφήνοντας πολλούς ανθρώπους για μικρότερο ή μεγαλύτερο διάστημα χωρίς τη δυνατότητα εύρεσης απασχόλησης. Συνάμα, η επιστημονική κοινότητα καλεί σε άμεσες παρεμβάσεις σχετικά με την κλιματική αλλαγή που οφείλεται σε ανθρώπινα αίτια, όπως η υπέρμετρη χρήση των πεπερασμένων πηγών ενέργειας του πλανήτη, κυρίως ορυκτών, και ο πολλαπλασιασμός των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, πριν να είναι πολύ αργά. Επιπρόσθετα, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους τις τελευταίες δεκαετίες έχει οδηγήσει στην περαιτέρω όξυνση της φτώχειας και των ανισοτήτων. Σε αυτές τις συνθήκες, εντείνεται η ανάγκη εύρεσης εναλλακτικών και βιώσιμων πολιτικών και εργαλείων στα προβλήματα που εγγενώς δημιουργούνται και αναπαράγονται.
Στο πλαίσιο αυτό, το βασικό εισόδημα επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση ως ένα εργαλείο αντιμετώπισης της επισφάλειας και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής. Με απλά λόγια, θα λέγαμε ότι αποτελεί ένα σύστημα αναδιανομής του πλούτου, που σκοπό έχει, μεταξύ άλλων, την καταπολέμηση της φτώχειας και των οικονομικών, καταρχάς, ανισοτήτων. Μια από τις πιο εύστοχες παρομοιώσεις, ως παράδειγμα, παραλληλίζει το βασικό εισόδημα με το δημόσιο και δωρεάν σύστημα υγείας, στο πλαίσιο του οποίου τόσο όσοι προσέχουν την υγεία τους, όσο και αυτοί που δεν το κάνουν, έχουν δωρεάν ιατροφαρμακευτική ασφάλιση.
Το βασικό εισόδημα αποτελεί μία όχι νέα, αλλά καινοτόμα πρόταση κοινωνικής πολιτικής, που εντάσσεται στις προτάσεις εγγυημένου εισοδήματος. Διαφοροποιείται από τις υπόλοιπες σε μεγάλο βαθμό, κυρίως ως προς την καθολικότητά του. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει αποκτήσει αρκετούς υποστηρικτές και έχει αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε πολλούς κύκλους: επιστήμονες, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ακτιβιστές έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, γεγονός που καθιστά την εν λόγω πολιτική άξια προσοχής. Η δημοτικότητά του έχει συνδεθεί με τη μεγάλη οικονομική κρίση του 21ου αιώνα, με τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, καθώς και με την αυξανόμενη ανισότητα και φτώχεια. Το ξέσπασμα την υγειονομικής και οικονομικής κρίσης του 2020, λόγω της πανδημίας Covid-19 έχει αναδείξει το βασικό εισόδημα σε θέμα αιχμής στον δημόσιο διάλογο, καθώς αρκετά κράτη σκέφτονται ή υλοποιούν αντίστοιχα προγράμματα.
Όλη η μελέτη://bit.ly/3KZOJL8