Πόσο ανοχύρωτοι είμαστε σε αυτό το τεράστιο οικολογικό πρόβλημα;
*Του Κώστα Λαγουβάρδου, Μετεωρολόγος - Διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών – Άρθρο στο Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ
Όπως είδαμε και στο πρώτο μέρος του άρθρου(Ιούλιος 2022), οι δασικές πυρκαγιές αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα των μεσογειακών οικοσυστημάτων, το οποίο, λόγω της κλιματικής αλλαγής, αναμένεται να επιδεινωθεί σημαντικά τις επόμενες δεκαετίες. Η προβλεπόμενη αύξηση του αριθμού και της έντασης των πυρκαγιών στη Μεσόγειο και στη χώρα μας θέτει ορισμένα επείγοντα ερωτήματα τα οποία επιχειρούμε να απαντήσουμε στη συνέχεια:
- Πόσο ανοχύρωτοι είμαστε σε αυτό το τεράστιο οικολογικό πρόβλημα;
- Ποια επιστημονικά εργαλεία έχουμε στη διάθεσή μας για την καλύτερη πρόληψη των πυρκαγιών;
- Πώς μπορεί να τα αξιοποιήσει η Πολιτεία;
Οι απαντήσεις μας θα εστιάσουν στον τομέα της πρόληψης των πυρκαγιών.
1. Πόσο ανοχύρωτοι είμαστε σε αυτό το τεράστιο οικολογικό πρόβλημα;
Όσον αφορά στη δική μου ειδικότητα, η επιστημονική γνώση τα τελευταία χρόνια έχει κάνει σημαντικά βήματα στον τομέα της παρατήρησης και της πρόγνωσης καιρού, επομένως μας παρέχει εργαλεία τα οποία μπορούν να δώσουν πολύ σημαντικές πληροφορίες για τον κίνδυνο εκδήλωσης δασικών πυρκαγιών αλλά και για την εξέλιξή τους όταν συμβούν. Οι δασικές πυρκαγιές θα γίνουν συχνότερες και ακόμα δυσκολότερα ελέγξιμες τις επόμενες δεκαετίες λόγω της αναμενόμενης αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη, γεγονός που καθιστά την πολιτική πρόληψης κρίσιμο παράγοντα για την καλύτερη προετοιμασία αλλά και την αποφυγή της κόπωσης και της διασποράς δυνάμεων των φορέων αντιμετώπισης (Πυροσβεστικό Σώμα, Δήμοι και Περιφέρειες), ειδικά εάν ληφθεί υπόψη ότι μελλοντικά η αντιπυρική περίοδο θα επεκταθεί χρονικά μέσα στο έτος.
2. Ποια επιστημονικά εργαλεία έχουμε στη διάθεσή μας για την καλύτερη πρόληψη;
Οι δασικές πυρκαγιές εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις καιρικές συνθήκες αλλά και την κατάσταση (υγρασία) της νεκρής καύσιμης ύλης. Σε επίπεδο προετοιμασίας και εγρήγορσης διαθέτουμε πλέον χάρτες πυρομετεωρολογικών δεικτών επικινδυνότητας δασικών πυρκαγιών σε πολύ υψηλή ανάλυση. Συγκεκριμένα, ο βαθμός επικινδυνότητας λαμβάνει υπόψη τη θερμοκρασία, την ένταση του ανέμου και την υγρασία. Οι χάρτες αυτοί λαμβάνουν υπόψιν τους τα υψηλής ανάλυσης προγνωστικά δεδομένα που παρέχουν τα μοντέλα πρόγνωσης καιρού και υπολογίζουν αντικειμενικά και με διαφάνεια δείκτες επικινδυνότητας (όπως ο ευρέως χρησιμοποιούμενος καναδικός πυρομετεωρολογικός δείκτης) για όλη την ελληνική επικράτεια. Η γνώση της κατανομής του δείκτη για τις επόμενες 1-2 ημέρες βοηθά σημαντικά τις πυροσβεστικές υπηρεσίες να θέτουν στον απαιτούμενο βαθμό ετοιμότητας τα επίγεια και εναέρια μέσα τους.
Ταυτόχρονα, μπορούμε να εκτιμήσουμε με μεγάλη ακρίβεια την υγρασία της νεκρής λεπτής καύσιμης ύλης, αξιοποιώντας τις μετρήσεις των γειτονικών μετεωρολογικών σταθμών, δημιουργώντας σχετικούς χάρτες υψηλής ανάλυσης με συνεχή ανανέωση. Τόσο οι χάρτες επικινδυνότητας όσο και οι χάρτες υγρασίας της καύσιμης ύλης παράγονται ήδη στην Ελλάδα από επιστημονικούς φορείς οι οποίοι έχουν αναπτύξει σημαντικό ερευνητικό έργο σχετικά με τις δασικές πυρκαγιές.
Τα μοντέλα ταχείας απόκρισης της πρόγνωσης εξέλιξης του πύρινου μετώπου αποτελούν επίσης ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο που μπορεί να συνδράμει στις ενέργειες αντιμετώπισης μιας εν εξελίξει μεγάλης δασικής πυρκαγιάς ή μιας πυρκαγιάς με έντονο κοινωνικό αντίκτυπο (πχ. κοντά σε κατοικημένες περιοχές). Τα μοντέλα αυτά λαμβάνουν υπόψη την τοπογραφία και τη βλάστηση μιας περιοχής καθώς και τις καιρικές συνθήκες. Ένα σημαντικό στοιχείο αυτών των μοντέλων είναι ότι περιγράφουν και την αλληλεπίδραση της φωτιάς με τις τοπικές καιρικές συνθήκες ώστε να αναπαράγουν σε ακόμα καλύτερο βαθμό τις συνθήκες θερμοκρασίας και ανέμου στην περιοχή μια μεγάλης δασικής πυρκαγιάς. Η επιστημονική κοινότητα στη Ελλάδα πρωτοπορεί παγκοσμίως στην παραγωγή και λειτουργία τέτοιων εργαλείων τα οποία έχουν ήδη δοκιμαστεί με επιτυχία σε μεγάλο αριθμό δασικών πυρκαγιών τα τελευταία χρόνια. Είναι επομένως τουλάχιστον παράδοξο να μην γίνεται αξιοποίηση τέτοιων εργαλείων από την Πολιτεία.
3. Πώς μπορεί να αξιοποιήσει η Πολιτεία τα εργαλεία αυτά;
Η περιορισμένη αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης σε θέματα πολιτικής προστασίας συνιστά δυστυχώς ένα διαχρονικό πρόβλημα στην Ελλάδα και τα βήματα που γίνονται είναι εξαιρετικά αργά και αποσπασματικά. Ενδεικτικά, δεν υφίσταται επίσημη και θεσμοθετημένη συνεργασία πολλών επιστημονικών φορέων με την κεντρική Πολιτική Προστασία. Παρόλο που ο νέος κλιματικός νόμος (ν. 4936/2022) προβλέπει τη συνεργασία των επιστημονικών και επιχειρησιακών φορέων, πέντε μήνες μετά την ψήφισή του δεν έχουν ληφθεί ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση. Ένα αισιόδοξο μήνυμα έρχεται ευτυχώς από τους Δήμους της χώρας που εκφράζουν ενδιαφέρον για τη λειτουργία μετρητικών δικτύων και ολοκληρωμένων συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης. Εκμεταλλευόμενοι εθνικές και ενωσιακές χρηματοδοτήσεις ευελπιστούμε στο άμεσο μέλλον οι Δήμοι και η χώρα συνολικότερα να προχωρήσουν σε ουσιαστική βελτίωση της ετοιμότητάς τους πριν και κατά τη διάρκεια εκδήλωσης μιας δασικής πυρκαγιάς ή ενός έντονου/ακραίου καιρικού φαινομένου.
Εν κατακλείδι, και στο μείζον θέμα των δασικών πυρκαγιών διαπιστώνουμε για μια ακόμα φορά τη δυστοκία της κεντρικής πολιτικής προστασίας να υιοθετήσει σύγχρονες τεχνικές, υπηρεσίες και εργαλεία υψηλού επιπέδου τα οποία διατίθενται από την επιστημονική κοινότητα για την αντιμετώπιση των καταστροφικών πυρκαγιών. Είναι όμως κρίσιμο στο άμεσο μέλλον να αρθεί το χάσμα μεταξύ επιχειρησιακών και επιστημονικών φορέων ώστε να μπορέσουμε να συνεργαστούμε με στόχο την καλύτερη οργάνωση της Πολιτείας απέναντι στις δασικές πυρκαγιές αλλά και απέναντι στα έντονα εν γένει καιρικά φαινόμενα τα οποία αναμένεται να αυξηθούν σε αριθμό και ένταση ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής.