Τα «τρύπια» δίχτυα της ιχθυοκαλλιέργειας

Η Avramar αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό στην Ελλάδα με 70.000 τόνους ψαριών μεσογειακής ιχθυοκαλλιέργειας- τσιπούρα και λαβράκι.

Εικόνα κατάρρευσης με απλήρωτους προμηθευτές, φορτία με ψάρια που χάνονται, φορτία ακατάλληλα όταν φθάνουν στον προορισμό τους και που αναγκαστικά πωλούνται σε χαμηλότερες τιμές, αλλεπάλληλες διοικητικές αλλαγές και κεφάλαια των οποίων η τύχη… αγνοείται παρουσιάζει η εταιρεία Avramar, ο περίφημος «εθνικός πρωταθλητής» στην ελληνική και ευρύτερα στη μεσογειακή ιχθυοκαλλιέργεια, ο οποίος δημιουργήθηκε πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, μετά την εξαγορά από την Andromeda Seafood των «Σελόντα» και «Νηρεύς», με τη συμμετοχή των funds Amerra και Mubadala.

Μάλιστα όπως επισημαίνεται σε δημοσίευμα της Καθημερινής ενδεχόμενη κατάρρευση της εταιρείας εκτιμάται ότι θα έχει πολύ μεγαλύτερες και πολύ πιο οδυνηρές συνέπειες για το σύνολο του κλάδου της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας και των εμπλεκόμενων κλάδων, από προμηθευτές έως μεταφορικές εταιρείες, από ό,τι εάν αυτό συνέβαινε την προηγούμενη δεκαετία, όταν «Σελόντα» και «Νηρεύς» πέρασαν αναγκαστικά στον έλεγχο των τραπεζών λόγω των χρεών τους (346 εκατ. ευρώ συνολικά), καθώς θα δημιουργούσε φαινόμενο ντόμινο στην αγορά.

Ακριβώς για να αποφευχθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο, το τελευταίο διάστημα βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις της Avramar με τις τράπεζες με αντικείμενο την αναδιάρθρωση των χρεών της, αλλά και τη λήψη δανείου ως κεφαλαίου κίνησης, διαπραγματεύσεις οι οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί.

Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες της «Καθημερινής» από παράγοντες με γνώση των διεργασιών, εκτός από την επιμήκυνση της αποπληρωμής των χρεών και την ένεση ρευστότητας που ζητήθηκε –50 εκατ. ευρώ σύμφωνα με τους ίδιους παράγοντες, 3 εκατ. ευρώ σύμφωνα με πηγές κοντά στην εταιρεία–, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τέθηκε ακόμη και το αίτημα για «κούρεμα» των χρεών.

Το εν λόγω αίτημα μάλιστα φέρεται να τέθηκε σε σύσκεψη στην οποία πήρε μέρος και ανώτατος ξένος διπλωματικός παράγοντας από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ωστόσο, απορρίφθηκε –τουλάχιστον για την ώρα– από τις πιστώτριες τράπεζες.

Αυτό άλλωστε που υποστηρίζουν οι τράπεζες είναι ότι όταν κλήθηκαν να διαλέξουν αγοραστή για την πώληση των «Σελόντα» και «Νηρεύς» προτίμησαν την πρόταση των funds Amerra και Mubadala έναντι της πρότασης του fund «Διόρασις», κύριου μετόχου της εταιρείας ιχθυοκαλλιεργειών Philosofish, καθώς μεταξύ άλλων δεν περιλάμβανε «κούρεμα» χρεών, σε αντίθεση με την πρόταση του «Διόρασις».

Για ποιο λόγο, όμως, ο πολυσυζητημένος «εθνικός πρωταθλητής», στον οποίο όλος ο κλάδος είχε επαναποθέσει τις ελπίδες του για την έξοδο της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας από τη μεγάλη κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, δεν έχει καταφέρει ακόμη να βρει βηματισμό;

Κατ’ αρχάς ο μετασχηματισμός σε μια μεγάλη εταιρεία που από 10.000 τόνους παραγωγή θα έφτανε σε 70.000 τόνους, στην πραγματικότητα δεν έγινε ποτέ. Εντύπωση εξάλλου -όπως τονίζεται στο δημοσίευμα- προκαλεί το ότι, αν και αρχικά είχε ανακοινωθεί ότι θα συγχωνευθούν η «Ανδρομέδα», την οποία κατείχε ήδη η Amerra, η «Σελόντα» και η «Νηρεύς», τελικά συγχωνεύθηκαν οι δύο τελευταίες και μόλις πριν από λίγες ημέρες ξεκίνησε η συγχώνευση και με την «Ανδρομέδα».

Και το δημοσίευμα θέτει το ερώτημα:Εχει χαθεί η ευκαιρία για τον «εθνικό πρωταθλητή» και για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια συνολικότερα; Οχι, τουλάχιστον όχι ακόμη. Η εταιρεία διαθέτει τους πελάτες, διαθέτει και τις υποδομές. Αλλωστε, εάν οι μέτοχοι που είναι funds, και κυρίως η Amerra, θέλουν να αποεπενδύσουν, θα πρέπει να το κάνουν έχοντας προηγουμένως δώσει υπεραξία στην εταιρεία.


Οι Ελληνες και όχι οι Τούρκοι ρίχνουν πλέον τις τιμές στην αγορά

Δώδεκα χρόνια έχουν περάσει από την περίφημη μελέτη της McKinsey για το νέο μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας, μελέτη στην οποία, μεταξύ άλλων, αναλυόταν ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών, που είχε προσδιορισθεί ως ένας από τους «αναδυόμενους αστέρες» της ελληνικής οικονομίας. Την εποχή εκείνη, βεβαίως, ήδη συσσωρεύονταν τα χρέη στις δύο μεγαλύτερες εταιρείες ιχθυοκαλλιέργειας, τη «Σελόντα» και τη «Νηρεύς», οι οποίες το 2014 πέρασαν στον έλεγχο των τραπεζών μέσω της μετοχοποίησης των δανείων. Την ίδια χρονιά μια άλλη εταιρεία, η «Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες», είχε ήδη καταθέσει αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα. Επρόκειτο για την εταιρεία στην οποία είχε επενδύσει ο Γεωργιανός Κάκχα Μπεντουκίτζε, που είχε κάνει ξαφνικά την εμφάνισή του στην ελληνική αγορά με το fund Linnaeus Capital Partners. Ο ίδιος, μάλιστα, προ του 2014 είχε ανακοινώσει το όραμά του για τη μεγάλη συγχώνευση στην ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια. Τελικά η εταιρεία οδηγήθηκε στην πτώχευση.

Ποιο είναι το τοπίο περίπου δέκα χρόνια μετά; Οι άλλοι βασικοί «παίκτες», με μεγάλη απόσταση όμως από την Avramar, είναι η Philosοfish, η «Γαλαξίδι» και τα Ιχθυοτροφεία Κεφαλονιάς. Ανθρωποι με βαθιά γνώση τής εν λόγω αγοράς, ωστόσο, επισημαίνουν ότι η κατάσταση συνολικά δεν είναι καλή για τον κλάδο.

Συνολικά, η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια, παρά την αναδιάρθρωση του κλάδου και ενώ κατάφερε να πωλήσει την παραγωγή της ακόμη και στην πολύ δύσκολη φάση της πανδημίας, το 2020, εξακολουθεί να μην έχει καταφέρει να επανακτήσει τα ηνία της μεσογειακής ιχθυοκαλλιέργειας που απώλεσε την προηγούμενη δεκαετία και τα απέκτησε η Τουρκία.

«Το επιχείρημα ότι οι Τούρκοι ρίχνουν τις τιμές είναι πλέον αβάσιμο. Είναι πλέον ελληνικές εταιρείες αυτές που ρίχνουν τις τιμές στις διεθνείς αγορές. Επίσης, μέσω Ελλήνων συνεργατών εξάγονται ως ελληνικά ψάρια που έρχονται από την Τουρκία», αναφέρει στην «Καθημερινή» πολύπειρο στέλεχος της αγοράς.

Τι φταίει τότε; Οι ελληνικές εταιρείες δεν έχουν εκσυγχρονισθεί από απόψεως καλλιεργητικών πρακτικών και εξοπλισμού, ενώ την ίδια ώρα δεν επενδύουν όσο ίσως θα έπρεπε και σε είδη πιο οικονομικά ή σε είδη που θα είχαν μεγαλύτερη απόδοση λόγω των χαρακτηριστικών τους, όπως είναι για παράδειγμα το μαγιάτικο. Ετσι, αντί να μειώνεται ο ανταγωνισμός, οι ελληνικές εταιρείες έχουν πλέον να αντιμετωπίσουν και άλλους «παίκτες» εκτός από την Τουρκία, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα την Αίγυπτο και την Τυνησία.

Πηγή: Καθημερινή