Επίκαιρη ερώτηση προς τον κ. Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και τροφίμων, με θέμα: «Η κατακόρυφη πτώση της τιμής του πρόβειου γάλακτος και ο πραγματικός κίνδυνος για τη Φέτα»
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΒΡΑΝΤΖΑ:
Η σημερινή επίκαιρη ερώτηση είναι επίκαιρη εδώ και αρκετό καιρό. Αφορά ένα σημαντικό πρόβλημα της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, το πρόβλημα των ελληνοποιήσεων.
Ήθελα, όμως σήμερα, να επικεντρωθούμε στο ζήτημα της φέτας, που αποτελεί, κατά τη γνώμη μου -και νομίζω και τη δική σας- τη «ναυαρχίδα» των ΠΟΠ προϊόντων, των προϊόντων ονομασίας ζωικής προέλευσης. Πρέπει να προστατεύσουμε τη φέτα και η προστασία της είναι πιο σύνθετη, αλλά πρέπει να είναι άμεση.
Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση 313025/1994, το γάλα που χρησιμοποιείται για την παρασκευή της φέτας προέρχεται αποκλειστικά από τις περιοχές της Μακεδονίας, της Θράκης, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου και του Νομού Λέσβου και από φυλές προβάτων και αιγών παραδοσιακά εκτρεφόμενες και προσαρμοσμένες στην περιοχή παρασκευής της. Αυτό σημαίνει ότι η ύπαρξη ελληνικού πρόβειου και γίδινου γάλακτος αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη της φέτας. Βεβαίως, στον νόμο ορίζονται και οι προϋποθέσεις όσον αφορά στον τρόπο παρασκευής και επεξεργασίας του γάλακτος.
Εδώ και περίπου έναν χρόνο -νομίζω ότι το ξέρετε, κύριε Υπουργέ- έχουμε μια κατακόρυφη πτώση στην τιμή του πρόβειου γάλακτος, που έχει παρασύρει και το γίδινο. Όταν έγραψα την ερώτηση πριν από περίπου τρεις μήνες, η χαμηλότερη τιμή του πρόβειου γάλακτος στην επικράτεια ήταν περίπου 80 λεπτά το λίτρο, δυστυχώς, σήμερα είναι ακόμα χαμηλότερη, φτάνοντας τα 75 λεπτά. Σε πολλές περιοχές της χώρας οι μεταποιητικές επιχειρήσεις δηλώνουν απρόθυμες ακόμα και να συνεχίσουν μακροχρόνιες συνεργασίες, με την αιτιολογία ότι δεν χρειάζονται περισσότερο γάλα. Υπάρχουν και περιπτώσεις που οι παραγωγοί έχουν ξεκινήσει και παραδίδουν το γάλα τους με ανοιχτή τιμή και όταν τελικά κλείνει η τιμή, κλείνει στις χαμηλές τιμές τις οποίες προανέφερα.
Δεν χρειάζεται να σας πω, βέβαια, ότι αυτές οι τιμές καθιστούν τις εκμεταλλεύσεις ζημιογόνες και οδηγούν τους παραγωγούς είτε σε μείωση του ζωικού κεφαλαίου, είτε και στην εγκατάλειψη της εκτροφής και του κλάδου τελικά.
Δυστυχώς, αυτήν την κάθοδο στην τιμή του πρόβειου και του γίδινου γάλακτος ακολουθεί και η κάθοδος στην τιμή της φέτας από τους μεταποιητές, καθιστώντας τον ανταγωνισμό τόσο μεγάλο που και γι’ αυτούς το ζήτημα της επιβίωσης πια είναι πολύ σημαντικό, ιδιαίτερα για τα μικρά τυροκομεία της χώρας.
Κύριε Υπουργέ, αν συνεχιστεί αυτή η ελεύθερη πτώση στην τιμή του γάλακτος και της φέτας, θα οδηγηθούμε με βεβαιότητα στην οικονομική εξόντωση τόσο των κτηνοτρόφων, όσο και των τυροκόμων.
Σήμερα, λοιπόν, θα σας κάνω δύο ερωτήσεις:
Γίνονται όλοι εκείνοι οι έλεγχοι που διασφαλίζουν ότι η φέτα -εννοώ σε όλα τα στάδια της παραγωγής- έχει τα χαρακτηριστικά που ορίζονται από τον νόμο, όσον αφορά την προέλευση, τη σύσταση του γάλακτος, αλλά και τον τρόπο παρασκευής;
Η δεύτερη ερώτηση είναι αν προτίθεται το Υπουργείο να υιοθετήσει τη χρήση μεικτών κλιμακίων ελέγχου, έτσι ώστε να τηρείται η νομιμότητα σε όλα τα στάδια και της παραγωγής και της επεξεργασίας του προϊόντος.
Τέλος, προτίθεται το Υπουργείο να αλλάξει τον κυρωτικό νόμο, έτσι ώστε τα πρόστιμα να λειτουργούν αποτρεπτικά;
Αν θέλετε, μπορώ να σας κάνω και μία πρόταση. Αντί για οριζόντια πρόστιμα σε περίπτωση παράβασης, θα μπορούσαμε να βάζουμε πρόστιμα ανάλογα με τον τζίρο της κάθε επιχείρησης, η οποία παραβατεί.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ (Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων):
Αγαπητή συνάδελφε, είναι πολύ σημαντική η ερώτησή σας, γιατί προσεγγίζει ένα μεγάλο ζήτημα, αυτό του ελέγχου της αγοράς της φέτας που ουσιαστικά είναι αλληλένδετο με την ανάγκη χάραξης εθνικής στρατηγικής στην κτηνοτροφία για τη φέτα, γιατί είναι το βασικότερο εργαλείο, θα έλεγα, για τη στήριξη της αιγοπροβατοτροφίας.
Όσον αφορά στο υπάρχον σύστημα ελέγχων, σαφώς υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, παρά τις πολύ αντίξοες συνθήκες έλλειψης οικονομικών πόρων και ανθρώπων, γιατί είναι γνωστή η υποστελέχωση που έχουμε τόσο στο κέντρο, όσο και στις περιφερειακές υπηρεσίες τόσο των φορέων του Υπουργείου, όσο και των άλλων, της περιφερειακής αυτοδιοίκησης, στις ΔΑΟΚ, κλπ.
Παρά ταύτα, οι συνέργειες υπάρχουν τόσο μεταξύ ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ και ΔΑΟΚ, όσο και με τον ΕΦΕΤ. Επιπλέον, αξιοποιείται η συνδρομή του Συντονιστικού Κέντρου Καταπολέμησης της Απάτης, σε συνεργασία με το οποίο έχουν γίνει –και θα συνεχίσουν να γίνονται- συντονισμένοι έλεγχοι κοινών κλιμακίων με την παρουσία της Οικονομικής Αστυνομίας.
Όμως, όλες αυτές οι καλές πρακτικές θέλουν ενίσχυση και προς αυτήν την κατεύθυνση προσανατολιζόμαστε. Είχαμε μιλήσει πολλές φορές για την αναγκαιότητα να μπουν ξεκάθαροι κανόνες και διαφάνεια στην αγορά του γάλακτος και του κρέατος. Καταφέραμε μετά από μεγάλη επιμονή στις Βρυξέλλες να νομοθετήσουμε την υποχρεωτική αναγραφή της χώρας αρμέγματος του γάλακτος σε όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα και έχουμε ουσιαστικά προς αυτήν την κατεύθυνση βασικό στόχο να γνωρίζει ο Έλληνας καταναλωτής τι αγοράζει.
Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το ζήτημα είναι πάρα πολύ σοβαρό, γιατί η απάτη στην αγορά των τροφίμων γενικά, αλλά και της φέτας ειδικότερα, είναι μία απάτη η οποία είναι καλά οργανωμένη -και το λέω εγώ ως Υπουργός- και έχει εδραιωθεί κιόλας.
Γι’ αυτό, λοιπόν -το τονίζω για μία ακόμα φορά, για να γίνει κατανοητό από όλους- εμείς θα είμαστε αυστηροί στην παρακολούθηση της εφαρμογής της συγκεκριμένης ρύθμισης, ιδιαίτερα γι’ αυτούς που είναι υποχρεωμένοι να την εφαρμόσουν, κυρίως όχι γιατί θέλουμε να προστατεύσουμε τον Έλληνα καταναλωτή -είναι σημαντική και αυτή η παράμετρος- αλλά κυρίως γιατί θέλουμε να υπερασπιστούμε τη φέτα, ένα προϊόν που είναι σημαία γεωγραφικών ενδείξεων όχι μόνο της χώρας μας, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί τέτοιες τακτικές, αν υπάρξουν -το τονίζω αυτό- θα υπονομεύουν το συγκεκριμένο προϊόν.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Υπουργού)
Κύριε Πρόεδρε, δώστε μου ένα λεπτό γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό το θέμα.
Γι’ αυτές, όμως, χρειάζεται και από τη δική μας πλευρά να υπάρξει μια ανταλλαγή πληροφοριών, μια ενοποίηση των πληροφοριακών στοιχείων και με τα συναρμόδια Υπουργεία, το Υπουργείο Οικονομικών. Έχουμε αυτή την ώρα αναπτύξει μια επικοινωνία, ιδιαίτερα και με τη συνεργασία της Οικονομικής Αστυνομίας. Όμως, όπως αντιλαμβάνεστε, η επικοινωνία αυτή πρέπει να γίνει πιο εντατική. Προς αυτή την κατεύθυνση δουλεύουμε.
Θα σας πω, όμως, στη δευτερολογία μου και άλλα θέματα που έχουν σχέση πραγματικά με την περαιτέρω ανάπτυξη των συγκεκριμένων μηχανισμών.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΒΡΑΝΤΖΑ:
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Συμφωνώ με το ότι η νοθεία και η παραπλάνηση είναι πολύ καλά οργανωμένη. Γι’ αυτό ακριβώς θα επιμείνω στους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Διαφωνώ με τη σημερινή κατάσταση, με το ότι έχουμε τρεις διαφορετικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, τον ΕΦΕΤ, τις ΔΑΟΚ και τον ΕΛΓΟ, με επικάλυψη αρμοδιοτήτων και τελικά χωρίς να γίνεται η σωστή δουλειά που πρέπει. Άρα, θα πρέπει να το δείτε και αυτό ως Υπουργείο.
Επίσης, θα πρέπει να δώσουμε πολύ μεγάλη σημασία, το είπα και πριν και θα το ξαναπώ, στις κυρώσεις και στα πρόστιμα, ώστε πραγματικά να υπάρχει καταστολή και να λειτουργούν τα πρόστιμα ως μηχανισμός, ώστε να μην παραβατούν τελικά όποιοι το κάνουν, είτε είναι μεταποιητικές επιχειρήσεις είτε είναι επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου.
Πράγματι, βεβαίως, με βάση στα στοιχεία, έχουμε μια μείωση των πωλήσεων της φέτας εντός της χώρας. Θα πω περισσότερα στοιχεία για να αποδείξω αυτό που είπατε, ότι υπάρχει ένα πολύ καλά οργανωμένο σύστημα. Βεβαίως, υπάρχει μείωση των πωλήσεων της φέτας εντός της χώρας, η οποία οφείλεται στη μείωση της κατανάλωσης. Αυτό είναι αποτέλεσμα της κρίσης. Όμως, το συνολικά παραγόμενο ποσό των γαλακτοκομικών προϊόντων παραμένει σταθερό. Άρα, αυτή η δραματική μείωση στην τιμή της πρώτης ύλης δεν δικαιολογείται και αποτελεί μοναδικό φαινόμενο, κόντρα σε κάθε αρχή και πρακτική του εμπορίου και της αγοράς.
Τους λόγους, λοιπόν, που μπορούν να δικαιολογήσουν αυτό το φαινόμενο εγώ τους έχω συνοψίσει σε τέσσερις:
Ο πρώτος λόγος είναι η ύπαρξη πραγματικά μεγάλων ποσοτήτων εισαγόμενου γάλακτος, το οποίο τελικά «ελληνοποιείται» και χρησιμοποιείται για την παρασκευή της υποτιθέμενης φέτας.
Ο δεύτερος λόγος είναι εκτεταμένη νοθεία είτε με τη χρήση άλλου γάλακτος, είτε με διαφορετική μέθοδο παρασκευής από αυτή που ορίζει ο νόμος. Εννοώ την υπερδιήθηση, η οποία χρησιμοποιεί πολύ λιγότερο ποσό γάλακτος για την παραγωγή ίδιας ποσότητας φέτας, υποτιθέμενης φέτας.
Ο τρίτος λόγος είναι η νοθεία και η παραπλάνηση. Αυτό ίσως να είναι καινούργιο στοιχείο, κύριε Υπουργέ. Αναφέρομαι στη νοθεία και την παραπλάνηση που συντελούνται εκτός των συνόρων, όταν στην Ελλάδα παράγεται λευκό τυρί που φεύγει ως λευκό τυρί από τη χώρα και στην πορεία επανασυσκευάζεται και φτάνει στον τελικό καταναλωτή ως φέτα.
Ο τέταρτος λόγος είναι η χρήση φθηνής πρώτης ύλης, συχνά μη επιτρεπτής, σε σχέση με τον νόμο. Μιλάω για το συμπυκνωμένο γάλα, το οποίο χρησιμοποιείται για την παραγωγή άλλων ελληνικών τυριών. Και τελικά το πρόβειο και το γίδινο γάλα παραμένουν αδιάθετα αφού χρησιμοποιούνται μόνο για την παραγωγή της φέτας.
Ο λόγος που ξεκίνησα την ερώτηση είναι επειδή διάβασα και εγώ, όπως διαβάσατε και εσείς φαντάζομαι, το καλοκαίρι μια είδηση, σύμφωνα με την οποία μεγάλη ελληνική γαλακτοβιομηχανία έκλεισε συμφωνία με μεγάλη βρετανική αλυσίδα λιανικού εμπορίου για την προμήθεια φέτας με τιμή 4,30 ευρώ το κιλό. Μάλιστα, η αλυσίδα έσπασε υφιστάμενη αποκλειστική συμφωνία με άλλη ελληνική γαλακτοβιομηχανία και είναι υποχρεωμένη να πληρώσει ένα πρόστιμο, επειδή έσπασε τη συμφωνία, το αστρονομικό ποσό των 750.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουμε από τους τυροκόμους, η παρασκευή ενός κιλού φέτας, χωρίς την τιμή της πρώτης ύλης, πλησιάζει τα 80 λεπτά το κιλό. Και μιλάω για τη συλλογή, για την ωρίμανση, για την τυροκόμηση, τη συσκευασία και την επανασυσκευασία.
Άρα, για να φτιάξουμε φέτα με 4,30 ευρώ το κιλό τιμή παραγωγής και όχι τιμή πώλησης, θα πρέπει ο τυροκόμος να μη βγάζει λεφτά και ο παραγωγός να πληρωθεί με 87 λεπτά το κιλό. Και τα δύο έχουν όριο βιωσιμότητας σήμερα ή χθες. Ξέρουμε, με βάση το κόστος παραγωγής στην Ελλάδα, ότι τα 90 λεπτά το κιλό για το πρόβειο γάλα για τον παραγωγό είναι σχεδόν αποτρεπτικά για να συνεχίσει να παράγει.
Προφανώς δεν είναι αρμοδιότητα ούτε της Κυβέρνησης ούτε του Υπουργείου να καθορίζει τις τιμές της αγοράς και της πώλησης των προϊόντων. Αυτό, όμως, που είναι υποχρέωση της πολιτείας, και πρέπει να το δούμε, είναι να διασφαλίσει ότι τα Προϊόντα Ονομασίας Προέλευσης, τα προϊόντα ΠΟΠ, θα πληρούν τις προϋποθέσεις και δεν θα διακυβεύεται ούτε η αξιοπιστία, ούτε η ποιότητα, ούτε το κύρος τους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί -θα το πω τρίτη φορά- με ελέγχους και ποινές.
Ξέρω ότι στην περίοδο της κρίσης μια από τις συνέπειες ήταν ο αποδεκατισμός πραγματικά των ελεγκτικών μηχανισμών. Μιλάω για τον ΕΛΟΓΑΚ, ο οποίος συγχωνεύτηκε το 2012 και ενώ έχει την τεχνογνωσία, δεν έχει ούτε τα μέσα, ούτε το προσωπικό, ούτε το θεσμικό πλαίσιο εκείνο που να διασφαλίζει τη λειτουργία της αγοράς των διατροφικών προϊόντων ζωικής προέλευσης.
Πιστεύω πραγματικά ότι ο μεγάλος κίνδυνος για τη φέτα δεν είναι οι διεθνείς συμβάσεις και οι παλιές δεσμεύσεις της χώρας. Θεωρώ ότι ο πραγματικός κίνδυνος για τη φέτα είναι οι πρακτικές και οι παραλείψεις εντός της χώρας.
Στα πλαίσια αυτού, λοιπόν, πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε ό,τι χρειάζεται, με όποιο κόστος και με όποιες συγκρούσεις, ώστε η φέτα και η ελληνική κτηνοτροφία να προστατευθεί από κάθε είδους επιτήδειους και πρακτικές κερδοσκοπίας.
Σας ευχαριστώ.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ (Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων):
Συμφωνούμε, κυρία συνάδελφε, ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε με αυστηρούς ελέγχους αυτά τα φαινόμενα παραπλάνησης, ελληνοποιήσεων, απάτης, είτε στην εγχώρια αγορά, είτε εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε σε τρίτες χώρες, κάτι το οποίο συμβαίνει, όπως για παράδειγμα αυτό που αναφέρετε εσείς με τη συγκεκριμένη συμφωνία.
Όμως, εγώ θα πήγαινα και λίγο πιο πέρα. Μήπως εξίσου σημαντικό είναι και το θέμα του αυτοελέγχου της αγοράς, ειδικά σε περιόδους όπου έχουμε ελλείψεις, υποστελέχωση, έλλειψη πόρων κλπ.; Μήπως εκεί ο αυτοέλεγχος πρέπει να έχει ουσιαστικό ρόλο; Πρέπει να έλθουμε σε μία συνεννόηση τέτοια που να προϋποθέτει μία εμπιστοσύνη, μία αποτελεσματικότητα και βεβαίως μία στήριξη της συγκεκριμένης πολιτικής, που ήδη εμείς έχουμε για τον κλάδο.
Άρα, λοιπόν, εμείς επιμένουμε προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά δεν μπορεί την ίδια ώρα να διαπιστώνουμε φαινόμενα σαν και αυτό. Εμείς αυτή την ώρα που καλούμε τον χώρο να δημιουργήσει μία διεπαγγελματική οργάνωση, για να μπορέσει να έχει μία οντότητα σε αυτήν την διαδικασία, να επιβάλει αυτό που λέμε και τον αυτοέλεγχο, αλλά και να υπερασπιστεί το συγκεκριμένο προϊόν, να έχουμε δύο αντικρουόμενα αιτήματα αναγνώρισης διεπαγγελματικών οργανώσεων. Και μάλιστα, έχουμε φτάσει και σε σημείο να παίρνουμε εξώδικα, γιατί κάνουμε το αυτονόητο: Επιμένουμε και θα επιμένουμε ότι πρέπει να υπάρχει μία διεπαγγελματική οργάνωση για την υπεράσπιση της φέτας. Δεν μπορεί την ίδια ώρα που εμείς δίνουμε μάχες, είτε αφορά τις διεθνείς συμφωνίες, που ουσιαστικά σε πολλές από αυτές ήταν προδιαγεγραμμένη η πορεία, αλλά δίνουμε μάχες και έχουμε και θετικά αποτελέσαματα, άρα, λοιπόν, δεν μπορεί αυτή την ώρα να έχουμε αιτήματα για δύο οργανώσεις. Εγώ το επαναλαμβάνω και πάλι ότι οι λειτουργίες αυτές είναι διασπαστικές.
Την ίδια ώρα, όταν εμείς διαθέτουμε πάνω από 150-160 εκατομμύρια ευρώ για την προώθηση των εξαγωγών και μάλιστα, έχοντας βάλει –όπως είπα και προηγούμενα- ως σημαία την φέτα, δεν μπορεί να υπάρχουν διασπαστικές λειτουργίες. Γι’ αυτό, λοιπόν, καλώ, για μία ακόμη φορά τους εμπλεκόμενους φορείς να έλθουν σε μία εθνική συνεννόηση για την ίδρυση μίας διεπαγγελματικής οργάνωσης.
Επίσης, θέλω να κάνω μία αίτηση και στους κτηνοτρόφους: Οργανωθείτε! Υπάρχει ένα νομοθετικό πλαίσιο και θα έλεγα ότι έχει γίνει πολύ ευέλικτο, ιδιαίτερα για τις ομάδες, για τις οργανώσεις παραγωγών, γιατί δεν μπορεί την ίδια ώρα να έχουμε συνεταιριστικές –υπάρχουν παραδείγματα καλά- που κρατάνε τις τιμές σε αυτήν την περίοδο, τον τελευταίο χρόνο που εμείς πάμε να κάνουμε αυτές τις παρεμβάσεις, είτε αφορούν την υποχρεωτική αναγραφή και όλα αυτά είναι αλληλένδετα και να έχουμε τους άλλους απ’ έξω να έχουν βάλει σε μία πορεία πτωτική τις τιμές, χωρίς να υπάρχει ένας ιδιαίτερος λόγος, που να οδηγεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Άρα, λοιπόν, και από τη δική τους πλευρά χρειάζεται και αυτοέλεγχος και οργανωτικότητα, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΒΡΑΝΤΖΑ: Κυρώσεις! Και κυρώσεις, δεν υπάρχουν.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ (Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων): Κυρώσεις υπάρχουν. Υπάρχειτονομοθετικό πλαίσιο.