Συγκεκριμένα, οι παγωνιές που έπληξαν τη Θεσσαλία τις προηγούμενες ημέρες είχαν σοβαρό αντίκτυπο στην παραγωγή γάλακτος.
«Πως προτίθεστε να στηρίξετε τους κτηνοτρόφους που υπέστησαν συρρίκνωση της παραγωγής γάλακτος, αλλά και ζημιές στο ζωικό τους κεφάλαιο και τις εγκαταστάσεις τους, λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών που συνόδευσαν την κακοκαιρία “Μήδεια”;». Το παραπάνω ερώτημα θέτει ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Σπήλιο Λιβανό.
Ο Θεσσαλός πολιτικός, μετά από διαμαρτυρίες κτηνοτρόφων, αλλά και ενημέρωση από τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Κτηνοτροφικών Συλλόγων Θεσσαλίας κ. Γιάννη Γκουρομπίνο, υπογραμμίζει ότι «εύλογα» οι κτηνοτρόφοι προσβλέπουν στην αρωγή της πολιτείας. Όπως σημειώνει «προβλήματα στην γαλακτοπαραγωγή, στο ζωικό κεφάλαιο, αλλά και σε εγκαταστάσεις και εξοπλισμό από τις χαμηλές θερμοκρασίες επέφερε η ψυχρή εισβολή της κακοκαιρίας “Μήδεια”. Οι συνέπειες είναι άμεσες στο εισόδημα των κτηνοτρόφων αν συνυπολογιστεί και η αναγκαστική αύξηση στην κατανάλωση ζωοτροφών λόγω ψύχους, άλλα και η άνοδος των τιμών στις ζωοτροφές, που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα. Εύλογα, λοιπόν, οι κτηνοτρόφοι προσδοκούν στην αρωγή της πολιτείας για να καλύψουν την απώλεια εισοδήματος.
Συγκεκριμένα, οι παγωνιές που έπληξαν τη Θεσσαλία τις προηγούμενες ημέρες είχαν σοβαρό αντίκτυπο στην παραγωγή γάλακτος. Οι κτηνοτρόφοι υπολογίζουν την μείωση αυτή σε 30 ως 50% και υπογραμμίζουν ότι στην γαλακτική περίοδο που απομένει η γαλακτοπαραγωγή δεν πρόκειται να επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα. Επιπροσθέτως, οικονομική ζημιά προκαλεί και η αυξημένη κατανάλωση ζωοτροφών, στην οποία αναγκαστικά καταφεύγουν οι κτηνοτρόφοι για να διατηρήσουν τα κοπάδια τους. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τις αυξημένες τιμές στις ζωοτροφές επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση και πλήττει την οικονομική βιωσιμότητα των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Τέλος, υπάρχουν αναφορές για απώλεια ζωικού κεφαλαίου από το δριμύ ψύχος που επικράτησε, καθώς και ζημιές σε μηχανολογικό εξοπλισμό κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων.
Το παράπονο των κτηνοτρόφων είναι ότι η πολιτεία αντιμετωπίζει δυσανάλογα τις ζημιές μεταξύ φυτικής και ζωικής παραγωγής, δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην πρώτη. Επισημαίνουν δε, ότι, θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη μέριμνα για τις ζημιές που υφίστανται, καθώς η πολιτεία διαθέτει πλέον τα εργαλεία μέσω των ισοζυγίων γάλακτος για να διασταυρώσει τη μείωση στην γαλακτοπαραγωγή -ειδικά στην προβατοτροφία- η οποία ουσιαστικά εξανεμίζει τα όποια έσοδα από την αποκατάσταση των τιμών παραγωγού στο γάλα, που τα προηγούμενα χρόνια καταβαραθρώθηκαν από τις ελληνοποιήσεις».