Μείωση 30% στις αγροτικές επιδοτήσεις φέρνει η ένταξη της Ουκρανίας, σύμφωνα με τον Στόγιαν Τσουκάνοφ
Η ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστά έναν από τους πιο καθοριστικούς σταθμούς για τη γεωργική πολιτική της ΕΕ, δημιουργώντας νέες προοπτικές, αλλά και επιφέροντας σοβαρές προκλήσεις. Η προοπτική αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των αγροτικών επιδοτήσεων κατά 30%, αναδεικνύοντας την ανάγκη για ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Στόγιαν Τσουκάνοφ, Πρόεδρος της Ένωσης Κτηνοτρόφων Βουλγαρίας και μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (EESC), παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στο Agrocapital, υπογραμμίζοντας τη ζωτική σημασία της αναδιαμόρφωσης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Εστίασε ιδιαίτερα στην προστασία των μικρών και μεσαίων αγροτών, τους οποίους χαρακτήρισε ως τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής υπαίθρου.
Ο κ. Τσουκάνοφ ανέδειξε την «αναγεννητική γεωργία» ως το μέλλον της ευρωπαϊκής αγροτικής πολιτικής, δεδομένου ότι επικεντρώνεται στη διατήρηση και ενίσχυση της βιοποικιλότητας, της υγείας του εδάφους και της δέσμευσης άνθρακα, στοιχεία που συνδέονται άρρηκτα με τη βιωσιμότητα και την κλιματική ανθεκτικότητα.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στις κοινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι αγρότες στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία, τονίζοντας τη σημασία της συνεργασίας και της ανταλλαγής καλών πρακτικών μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Με αυτή τη συνέντευξη, ο κ. Τσουκάνοφ ανοίγει έναν διάλογο για το μέλλον της ευρωπαϊκής γεωργίας, σε μια εποχή που οι αλλαγές είναι τόσο αναγκαίες όσο και αναπόφευκτες.
Stoyan Τchoukanov
President of the Beef Breeders Association of Bulgaria,
Member of the European Economic and Social Committee ( EESC)
Member of the Bureau of Agriculture, Rural Development and the Environment section of the EESC
Ακολουθεί η συνέντευξη του Στόγιαν Τσουκάνοφ στο Agrocapital και συγκεκριμένα στο Γεώργιο Μπακόλα :
Ερ.: Στη σημερινή εποχή, πολλοί αγρότες νιώθουν να καταπιέζονται από οικονομικές δυσκολίες και έλλειψη υποστήριξης. Πώς εξηγείτε αυτή την κατάσταση;
Απ.: Έχετε απόλυτο δίκιο. Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο την Ελλάδα ή τη Βουλγαρία, αλλά την κοινωνία συνολικά. Οι αγρότες, που εργάζονται σκληρά για να εξασφαλίσουν τροφή για όλους, αντιμετωπίζονται συχνά ως εργαζόμενοι δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας.
Για παράδειγμα, στη Βουλγαρία, οι αγρότες λαμβάνουν συντάξεις που είναι χαμηλότερες ακόμη και από την κοινωνική σύνταξη. Αυτό σημαίνει ότι, παρά την αδιάκοπη εργασία τους, 365 ημέρες τον χρόνο, δεν μπορούν να επιβιώσουν επαρκώς. Το ίδιο πρόβλημα παρατηρείται και στην Ελλάδα, όπου οι αγρότες συχνά αναγκάζονται να εργάζονται μέχρι τα βαθιά γεράματα για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους.
Ερ.: Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μικροί αγρότες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Απ.: Η κατάσταση είναι κρίσιμη. Ένας μικρός αγρότης δεν έχει την ευελιξία να πουλήσει τη φάρμα του αν αντιμετωπίσει δυσκολίες. Η γη του είναι η ζωή του, το σπίτι του, η επένδυσή του. Σε αντίθεση με άλλες επιχειρήσεις, όπως ένα εστιατόριο που μπορεί να πουληθεί ή να κλείσει, η γη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ύπαρξη του αγρότη. Επιπλέον, η διεύρυνση της ΕΕ προκαλεί ανησυχίες. Η πιθανή ένταξη της Ουκρανίας, μιας χώρας με τεράστιες εκτάσεις αγροτικής γης, δημιουργεί φόβους για περαιτέρω πίεση στους μικρούς αγρότες. Ο μέσος όρος εκμετάλλευσης στην Ουκρανία είναι 97 εκτάρια, ενώ στην ΕΕ είναι μόλις 17 εκτάρια. Αυτός ο ανταγωνισμός είναι τρομακτικός.
Ερ.: Ποιος είναι ο πιθανός αντίκτυπος της ένταξης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τη γεωργική κοινότητα;
Απ.: Η ένταξη της Ουκρανίας, μιας χώρας με τεράστιες γεωργικές εκτάσεις, προκαλεί ανησυχίες, ειδικά για τους μικρούς αγρότες στην ΕΕ. Η Ουκρανία διαθέτει κατά μέσο όρο εκμεταλλεύσεις 97 εκταρίων, ενώ στην ΕΕ ο μέσος όρος είναι μόλις 17 εκτάρια. Το μέγεθος αυτό, σε συνδυασμό με τις σύγχρονες τεχνολογίες παραγωγής που χρησιμοποιεί, δημιουργεί έναν σκληρό ανταγωνισμό. Αν συνεχίσουμε να εφαρμόζουμε την ίδια μέθοδο επιδοτήσεων που βασίζεται στα εκτάρια, ο προϋπολογισμός της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) δεν θα μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες. Υπολογίζεται ότι η πληρωμή για κάθε Ευρωπαίο αγρότη θα μειωθεί κατά 30%. Αυτή η κατάσταση μας αναγκάζει να επανεξετάσουμε τη στρατηγική της ΚΑΠ, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στις πληρωμές ανά εκμετάλλευση και στη στήριξη των μικρών και μεσαίων αγροτών.
Ερ.: Τι σημαίνει αυτή η ενσωμάτωση για την ευρωπαϊκή γεωργική πολιτική στο σύνολό της;
Απ.: Η ένταξη της Ουκρανίας απαιτεί σημαντική αναμόρφωση της ΚΑΠ. Πρέπει να σταματήσουμε να στηρίζουμε τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις, οι οποίες δεν χρειάζονται τόσο έντονη υποστήριξη, και να επικεντρωθούμε στους μικρότερους παραγωγούς, που είναι πιο ευάλωτοι. Η Ουκρανία, με τα 41 εκατομμύρια εκτάρια γεωργικής γης πριν τον πόλεμο, αποτελεί γεωργικό κολοσσό. Εάν συνεχίσουμε με το υπάρχον σύστημα, δεν θα έχουμε τα απαραίτητα κονδύλια. Πρέπει να αναπροσαρμόσουμε την πολιτική μας, ώστε να στηρίζουμε τις φιλικές προς το περιβάλλον και κλιματικά βιώσιμες πρακτικές, αλλά και να εξασφαλίσουμε ότι οι μικρότεροι αγρότες θα επιβιώσουν.
Ερ.: Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτός ο ανταγωνισμός για να προστατευθούν οι Ευρωπαίοι αγρότες;
Απ.: Η λύση βρίσκεται στη διαφοροποίηση των κριτηρίων επιδότησης. Αντί να βασιζόμαστε αποκλειστικά στην έκταση, πρέπει να εστιάσουμε στην ποιότητα των γεωργικών πρακτικών και στη συμβολή τους στο περιβάλλον. Με την ένταξη της Ουκρανίας, προτείνουμε πληρωμές ανά εκμετάλλευση και κίνητρα για φιλικές προς το κλίμα τεχνολογίες. Έτσι, οι μικροί και μεσαίοι αγρότες μπορούν να παραμείνουν ανταγωνιστικοί, ενώ παράλληλα θα ενισχυθεί η βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής γεωργίας.
Ερ.: Τι μπορεί να γίνει για να προστατευθούν οι μικροί και μεσαίοι αγρότες;
Απ.: Πρέπει να αλλάξει η λογική της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Η στήριξη δεν μπορεί πλέον να βασίζεται αποκλειστικά στα εκτάρια, καθώς αυτό ευνοεί τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις. Προτείνουμε πληρωμές ανά εκμετάλλευση, ώστε να δίνεται προτεραιότητα στους μικρούς και μεσαίους αγρότες. Έτσι, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της εξωτερικής σύγκλισης πληρωμών και να περιορίσουμε τις υπερβολικές επιδοτήσεις σε μεγάλες επιχειρήσεις, που δεν τις χρειάζονται.
Ερ.: Αναφερθήκατε στην αναγεννητική γεωργία. Ποια είναι η σημασία της και πώς μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη;
Απ.: Η αναγεννητική γεωργία είναι το μέλλον. Εστιάζει στη διατήρηση και βελτίωση της βιοποικιλότητας, της υγείας του εδάφους και της δέσμευσης άνθρακα. Τεχνικές όπως η μη άροση και η χρήση φυτών κάλυψης μπορούν να βοηθήσουν στη διατήρηση υγρασίας και θρεπτικών συστατικών στο έδαφος. Παρόλο που τα πρώτα χρόνια εφαρμογής μπορεί να παρατηρηθεί μείωση της απόδοσης, τα μακροπρόθεσμα οφέλη είναι τεράστια. Γνωρίζω περιπτώσεις στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία όπου αγρότες που υιοθέτησαν τη μη άροση κατάφεραν να έχουν μεγαλύτερες αποδόσεις από τους γείτονές τους, ακόμη και σε δύσκολες καιρικές συνθήκες.
Ερ.: Πώς μπορούν οι αγρότες να στηριχθούν στη μεταβατική περίοδο προς την αναγεννητική γεωργία;
Απ.: Είναι κρίσιμο να υπάρξει οικονομική υποστήριξη για την κάλυψη του κόστους μετάβασης. Οι αγρότες που υιοθετούν νέες τεχνολογίες χρειάζονται κίνητρα, καθώς αρχικά απαιτείται χρόνος και επενδύσεις για να αποδώσει αυτή η αλλαγή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναγνωρίσει τη συνεισφορά των αγροτών στη βιοποικιλότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξη, δημιουργώντας μηχανισμούς όπως πιστοποιητικά άνθρακα ή κλιματικά μόρια, που να ανταμείβουν την περιβαλλοντικά φιλική γεωργία.
Ερ.: Ποιο είναι το μήνυμά σας προς τους αγρότες που διστάζουν να υιοθετήσουν αυτές τις αλλαγές;
Απ.: Θα έλεγα ότι επενδύοντας στο μέλλον, επενδύουν στη γη τους, στα παιδιά τους και στην επιβίωση του πλανήτη. Αν και οι πρώτες χρονιές μπορεί να είναι δύσκολες, η αναγεννητική γεωργία είναι ένας βιώσιμος δρόμος που θα τους επιτρέψει να παράγουν περισσότερα με λιγότερα κόστη, προστατεύοντας παράλληλα τη γη τους για τις επόμενες γενιές.
Η συνέντευξη του Στόγιαν Τσουκάνοφ φωτίζει τις σύνθετες προκλήσεις και τις ευκαιρίες της σύγχρονης γεωργίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την αναγεννητική γεωργία να προβάλλει ως ένας φάρος βιώσιμης ανάπτυξης. Οι προτάσεις του καταδεικνύουν ότι η επόμενη ημέρα για την ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική πρέπει να βασιστεί σε θεμέλια που ενισχύουν τους μικρούς παραγωγούς, προστατεύουν το περιβάλλον και δημιουργούν συνθήκες για έναν ανθεκτικό αγροτικό τομέα. Το μήνυμά του είναι σαφές μόνο μέσα από ενότητα, καινοτομία και στρατηγική αναπροσαρμογή μπορεί η Ευρώπη να διασφαλίσει τη γεωργική της κληρονομιά και την επισιτιστική της αυτάρκεια.