Τα άνθη της λεβάντας χρησιμοποιούνται κατά κόρων για το αιθέριο έλαιό τους , καθώς επίσης και αυτούσια νωπά είτε αποξηραμένα ,τόσο στη βιομηχανία καλλυντικών, όσο και στη φαρμακοβιομηχανία αλλά και στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών.
Καλλιεργείται σε υψόμετρα από 700-1700μ με την ποιότητα του ελαίου να αυξάνεται ανάλογα με την αύξηση του υψομέτρου.
Τα εδάφη στα οποία ευδοκιμεί είναι τα ελαφριά αμμώδη με καλή στράγγιση καθώς δεν αγαπά ιδιαίτερα τα αυξημένα ποσοστά υγρασίας.
Η περιεκτικότητα του εδάφους σε ασβέστιο θα πρέπει να είναι σχετικά υψηλή, γι’ αυτό και χρειάζεται να γίνει περιστασιακή ασβέστωση ,ενώ οι ανάγκες του φυτού σε άζωτο φώσφορο και κάλιο δεν είναι ιδιαίτερες, γεγονός που συνεπάγεται τη μειωμένη χρήση λιπασμάτων που περιέχουν τα παραπάνω στοιχεία. Ενδεικτικά χρησιμοποιούνται περίπου 8 kg αζωτούχου λιπάνσεως ανά στρέμμα κυρίως τα πρώτα 2 χρόνια με την ποσότητα να αλλάζει σαφώς ανάλογα με τις εδαφικές ανάγκες .
Οι αρδευτικές ανάγκες της καλλιέργειας είναι κ αυτές περιορισμένες καθώς όπως προαναφέρθηκε η λεβάντα δεν αγαπά την περίσσεια υγρασίας ,χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι ανθεκτική σε παρατεταμένη ξηρασία ή παγετό αφού η ανθεκτικότητά της στα τελευταία είναι μέτρια. Η εντατικότερη άρδευση είναι απαραίτητη κυρίως τα 2 πρώτα χρόνια μετά τη φύτευση ,ενώ και στα επόμενα έτη κατά το στάδιο της άνθισης τα φυτά δεν θα πρέπει να στερούνται νερού. Καταλληλότερη μέθοδος άρδευσης θεωρείται η στάγδην άρδευση.
Η φύτευση των μικρών φυτών λαμβάνει χώρα γύρω στα τέλη Οκτωβρίου σε χαμηλές θερμοκρασίες ημέρας ,που δεν ξεπερνούν του 18 βαθμούς Κελσίου, με τη βοήθεια μηχανής φύτευσης ,σε γραμμές αποστάσεων 1,5-2μ και 0,5μ επί των γραμμών .Πριν της φύτευσης είναι απαραίτητο να έχει προηγηθεί ένα βαθύ όργωμα του εδάφους με ταυτόχρονο καθαρισμό του για την απομάκρυνση τυχών πετρών και άλλων ξένων σωμάτων, με μια καλή στρωμάτωση με τη βοήθεια καλλιεργητή να έπεται αυτής.
Το κλάδεμα γίνεται στα 2 πρώτα έτη την περίοδο της άνθισης, τέμνοντας τα άνθη μαζί με μέρος των βλαστών μέθοδο που αποσκοπεί στην ενδυνάμωσή τους ενώ στα επόμενα έτη τα φυτά κλαδεύονται μετά τη συγκομιδή.
Η συγκομιδή των ανθέων για λήψη του ελαίου γίνεται το φθινόπωρο σε όχι υψηλές θερμοκρασίες και ανέμους μειωμένης ισχύος ,καθώς οι 2 αυτοί κλιματολογικοί παράγοντες επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα του ελαίου ,και στη συνέχεια στέλνονται για την ανάλογη επεξεργασία. Τα άνθη που προορίζονται για αποξήρανση συγκομίζονται μια εβδομάδα αργότερα από αυτά που προορίζονται για απόσταξη.
Η επεξεργασία που θα γίνει για την παραγωγή του ελαίου είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί άμεσα μετά τη συγκομιδή διότι κάθε αργοπορία είναι ικανή να επιφέρει μείωση της ποιότητας και ποσότητάς του. Μετά την απόσταξή του το έλαιο διατίθεται σε αγορές κυρίως της Γαλλίας και Αμερικής.
ΑΠΟΔΟΣΗ.Η οικονομική διάρκεια ζωής της καλλιέργειας είναι περίπου 10 έτη με την παραγωγή της να μπαίνει σε σταθερό ρυθμό μετά το 3ο έτος ,ενώ μειώνεται σταδιακά μετά το 6ο. Οι καλλιέργειες που προορίζονται για ελαιοαπόσταξη εισέρχονται από το 2ο έτος σε μια μικρή παραγωγή που ανάλογα με τις καλλιεργητικές φροντίδες που θα λάβουν ,κυμαίνεται γύρω στα 2 κιλά ελαίου ανά στρέμμα . Η ποσότητα του ελαίου αυξάνεται περίπου στα 5 κιλά τον επόμενο χρόνο ενώ φτάνει το μέγιστό της τον 4ο χρόνο με την ποσότητα να αγγίζει τα 10 κιλά. Καλλιέργειες που προορίζονται για αποξήρανση δίνουν στο έτος της μέγιστης απόδοσης περίπου 300 κιλά αποξηραμένων ανθέων ανά στρέμμα ενώ σύμφωνα με την κρίση των γεωργών τα κέρδη της τελευταίας μορφής διάθεσης φτάνουν τα 500 ευρώ ανά στρέμμα με τους ίδιους να φαίνονται ιδιαίτερα αισιόδοξοι για το μέλλον!
Ευθαλία Παυλίδου