Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε σήμερα νέο κανονισμό για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων. Οι ανησυχίες των καταναλωτών και των παραγωγών αποτελούν τον πυρήνα της νέας πρότασης που αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των αδυναμιών του ισχύοντος συστήματος. Την τελευταία 10ετία, το μέγεθος της αγοράς βιολογικών προϊόντων στην ΕΕ έχει τετραπλασιαστεί και, ως εκ τούτου, οι σχετικοί κανόνες πρέπει να αναθεωρηθούν ώστε ο κλάδος να μπορέσει να συνεχίσει την ανοδική του πορεία και να αντιμετωπίσει μελλοντικές προκλήσεις.
Ο επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης Ντατσιάν Τσόλος, δήλωσε σήμερα: «Το μέλλον του κλάδου βιολογικών στην ΕΕ εξαρτάται από την ποιότητα και την ακεραιότητα των προϊόντων που πωλούνται με τον ευρωπαϊκό λογότυπο βιολογικής παραγωγής. Η Επιτροπή έχει ταχθεί υπέρ της βελτίωσης και της επέκτασης της βιολογικής παραγωγής στην ΕΕ, μέσω της εδραίωσης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα βιολογικά προϊόντα και της άρσης των εμποδίων για την ανάπτυξη της βιολογικής γεωργίας. Αυτή η δέσμη μέτρων είναι καλή για τους καταναλωτές αλλά και για τους παραγωγούς. Οι καταναλωτές θα έχουν μεγαλύτερες εγγυήσεις για τα βιολογικά προϊόντα που παράγονται και πωλούνται στην ΕΕ και, παράλληλα, οι αγρότες, οι παραγωγοί και οι έμποροι λιανικής θα έχουν πρόσβαση σε μια μεγαλύτερη αγορά, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ».
Η πρόταση εστιάζει σε τρεις κύριους στόχους: διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, διατήρηση της εμπιστοσύνης των παραγωγών και διευκόλυνση των αγροτών να στραφούν στη βιολογική παραγωγή. Σκοπός είναι να παραμείνει η βιολογική παραγωγή πιστή στις αρχές και στους στόχους της, ώστε να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του κοινού σχετικά με την περιβαλλοντική προστασία και την ποιότητα. Ειδικότερα, με την πρόταση της Επιτροπής:
-θα ενισχυθούν και θα εναρμονιστούν οι κανόνες, τόσο για τα ευρωπαϊκά όσο και για τα εισαγόμενα προϊόντα, με την κατάργηση ορισμένων εξαιρέσεων που ισχύουν σήμερα όσον αφορά την παραγωγή και τους ελέγχους·
-θα ενισχυθούν οι έλεγχοι, καθώς θα πραγματοποιούνται βάσει ανάλυσης των κινδύνων·
-θα διευκολυνθούν οι μικροκαλλιεργητές στη μετάβασή τους προς τη βιολογική γεωργία, καθώς θα τους προσφέρεται η δυνατότητα να ενταχθούν σε σύστημα ομαδικής πιστοποίησης·
-θα ληφθεί περισσότερο υπόψη η διεθνής διάσταση του εμπορίου βιολογικών προϊόντων, με την προσθήκη νέων διατάξεων για τις εξαγωγές βιολογικών προϊόντων και, τέλος,
-θα απλουστευτεί η νομοθεσία ώστε να μειωθεί το διοικητικό κόστος και να βελτιωθεί η διαφάνεια.
Για να βοηθηθούν οι γεωργοί, οι παραγωγοί και οι έμποροι λιανικής πώλησης βιολογικών προϊόντων να προσαρμοστούν στις προτεινόμενες αλλαγές και να αντιμετωπίσουν τις μελλοντικές προκλήσεις, η Επιτροπή ενέκρινε επίσης ένα σχέδιο δράσης για το μέλλον της παραγωγής βιολογικών προϊόντων στην Ευρώπη. Σύμφωνα με το σχέδιο, παρέχεται στους αγρότες καλύτερη ενημέρωση για την αγροτική ανάπτυξη και τις πρωτοβουλίες της γεωργικής πολιτικής της ΕΕ για τη στήριξη της βιολογικής παραγωγής, ενισχύονται οι δεσμοί μεταξύ των ευρωπαϊκών προγραμμάτων έρευνας και καινοτομίας, αφενός, και βιολογικής παραγωγής, αφετέρου, και προωθείται η κατανάλωση βιολογικών προϊόντων, π.χ. στα σχολεία ή στο πλαίσιο δημόσιων συμβάσεων.
Ιστορικό
Η πρόταση, η οποία πρόκειται να υποβληθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, βασίζεται στα συμπεράσματα μιας εκτεταμένης διαβούλευσης που ξεκίνησε το 2012 και περιελάμβανε μία σειρά επαφών με Ευρωπαίους και διεθνείς ειδικούς σε θέματα βιολογικής παραγωγής. Μία δημόσια διαβούλευση που πραγματοποιήθηκε το 2013 είχε τεράστια απήχηση στο κοινό (λήφθηκαν 45 000 απαντήσεις, κυρίως από καταναλωτές παρά από παραγωγούς). Η δημόσια διαβούλευση έφερε στο φως τις ανησυχίες του κοινού σχετικά με το περιβάλλον και τα θέματα ποιότητας και κατέδειξε την ισχυρή επιθυμία των πολιτών για ενισχυμένους και πιο ομοιόμορφους κανόνες βιολογικής παραγωγής στην ΕΕ.
Η βιολογική γεωργία συνδυάζει βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές, υψηλό βαθμό βιοποικιλότητας, διατήρηση των φυσικών πόρων, και υψηλά πρότυπα παραγωγής που βασίζονται σε φυσικές ουσίες και διεργασίες. Προμηθεύει μια ιδιαίτερη αγορά η οποία καλύπτει τη ζήτηση συγκεκριμένων προϊόντων από τους καταναλωτές, ενώ ταυτόχρονα συνεισφέρει στο δημόσιο καλό, μέσω της προστασίας του περιβάλλοντος, της καλής διαβίωσης των ζώων και της αγροτικής ανάπτυξης.