Το Επενδυτικό Σχέδιο για την Ευρώπη, γνωστό και ως επενδυτικό πακέτο Juncker, ανακοινώθηκε το Νοέμβριο του 2014, λίγες ημέρες αφότου η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή
ανέλαβε τα καθήκοντά της. Ο ίδιος ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jean-Claude Juncker, παρουσιάζοντάς το επενδυτικό πακέτο ενώπιον της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το χαρακτήρισε ως μία «ανάσα φρέσκου αέρα» για την ΕΕ, καθώς αναμένεται να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις παρέχοντας, από την μια πλευρά, εγγυήσεις για τις επισφαλείς πτυχές των επενδυτικών σχεδίων και αξιοποιώντας, από την άλλη πλευρά, τους διαθέσιμους δημόσιους κοινοτικούς πόρους.
Προκειμένου να επιτύχει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχωρά στη σύσταση ενός νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων εντός του πλαισίου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Αποστολή του Ταμείου είναι να εξασφαλίζει ενισχυμένη ικανότητα ανάληψης κινδύνων και να κινητοποιεί επιπλέον επενδύσεις, πρωτίστως από πηγές του ιδιωτικού τομέα, σε συγκεκριμένους κλάδους και τομείς που προσφέρουν υψηλότερη προστιθέμενη κοινωνική και οικονομική αξία, ενώ θα λειτουργεί συμπληρωματικά στα έργα που χρηματοδοτούνται ήδη μέσω της ΕΤΕπ ή στα υφιστάμενα προγράμματα της ΕΕ.
Το Ταμείο θα προικοδοτηθεί με 5δις € από την ΕΤΕπ, ενώ ταυτόχρονα 16δις € του προϋπολογισμού της ΕΕ θα διατεθούν ως εγγύηση. Παράλληλα, τα Κράτη-Μέλη έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν εθελοντικά στο Ταμείο υπό μορφή κεφαλαίου, εξασφαλίζοντας ευνοϊκή αντιμετώπιση από πλευράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά στην προσμέτρηση της συνεισφοράς τους στο Ταμείο κατά τον υπολογισμό του εθνικού ελλείμματος. Στο ίδιο πλαίσιο, οι ιδιώτες επενδυτές έχουν επίσης δυνατότητα συμμετοχής στο Ταμείο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και με βάση την ιστορική πείρα που έχει αποκομιστεί από τα προγράμματα της ΕΕ και την ΕΤΕπ, για κάθε ευρώ προστασίας έναντι των κινδύνων που θα χορηγεί το Ταμείο μπορούν να δημιουργούνται κατά μέσο όρο 15 ευρώ επενδύσεων στην πραγματική οικονομία. Έτσι, αν το Ταμείο λάβει όπως προβλέπεται αρχική εισφορά ύψους 21 δισ. ευρώ σε επίπεδο ΕΕ (5δις € από ΕΤΕπ και 16δις € από προϋπολογισμό ΕΕ), τότε θα είναι σε θέση να αποφέρει περίπου 315 δις € πρόσθετης χρηματοδότησης εντός της επόμενης τριετίας.
Σχηματικά το Επενδυτικό Σχέδιο για την Ευρώπη δίνεται στο διάγραμμα που ακολουθεί.
Ενόψει της σύστασης του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων, τα Κράτη-Μέλη κλήθηκαν να υποβάλλουν κατάλογο δυνητικά βιώσιμων έργων που είναι ώριμα για επενδύσεις σε επίπεδο ΕΕ. Στόχος αυτής της διαδικασίας είναι η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού διαύλου έργων ώστε να διευκολύνεται ο εντοπισμός και η απελευθέρωση βασικών επενδυτικών σχεδίων με αναπτυξιακή σημασία, καθώς και να ενημερώνονται οι επενδυτές σε τακτική βάση σχετικά με την ετοιμότητα των διαφόρων υποψήφιων προς χρηματοδότηση έργων. Ο κατάλογος των έργων θα είναι δυναμικός, καθώς θα προστίθενται και θα αφαιρούνται συνεχώς έργα με την πάροδο του χρόνου. Οι τομείς προτεραιότητας των υποψήφιων έργων που κατατέθηκαν από τα Κράτη-Μέλη αφορούσαν κυρίως την ενέργεια και τις μεταφορές όπως φαίνεται και στο ακόλουθο σχήμα.
Η χώρα μας σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε και έχουν ανακοινωθεί υπέβαλε έναν κατάλογο 174 έργων συνολικού κόστους της τάξης των 41,49 δις €, εκ των οποίων τα περισσότερα αφορούν τον τομέα της κοινωνίας της γνώσης και της ψηφιακής οικονομίας, τα 35 τις κοινωνικές υποδομές, τα 29 την ενέργεια, τα 26 τις μεταφορές, τα 14 τους φυσικούς πόρους και το περιβάλλον και τα υπόλοιπα 15 άλλους τομείς όπως ο τουρισμός. Η μερίδα του λέοντος όσον αφορά στο κόστος των έργων ανήκει στο κομμάτι της ενέργειας που σύμφωνα με το ελληνικό κατάλογο αφορά έργα συνολικού κόστους 17,3 δις €, ενώ ακολουθεί ο τομέας των μεταφορών με 11 δις €. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι υπάρχουν πληροφορίες ότι ο εν λόγω κατάλογος έχει τροποποιηθεί.
Όπως συνέβη και στην περίπτωση αρκετών άλλων Κρατών-Μελών της ΕΕ, ο αρχικός κατάλογος των έργων που υποβλήθηκαν από πλευράς της χώρας μας φαίνεται ότι καταρτίστηκε με βάση τη λογική «να προσπαθήσουμε να αντλήσουμε χρηματοδότηση για έργα για τα οποία σε εθνικό επίπεδο δεν καταφέραμε να βρούμε τους αντίστοιχους πόρους». Χαρακτηριστική, ως προς αυτό, είναι η αδύναμη παρουσία του ιδιαίτερα κρίσιμου για την Ελλάδα αγροτικού τομέα, με την σχετική πρόταση να αφορά κυρίως έργα εγγειοβελτιωτικού χαρακτήρα σε κάποιες περιφέρειες της χώρας.
Ωστόσο, αν θέλουμε το Επενδυτικό Σχέδιο για την Ευρώπη να αποτελέσει πραγματική ευκαιρία για την Ελλάδα, θα πρέπει να ακολουθήσουμε τη λογική της στρατηγικής επιλογής και προώθησης έργων με προστιθέμενη αναπτυξιακή αξία που και θα ενισχύσουν την υποψηφιότητά μας για προσέλκυση επενδυτών και θα εντάσσονται στο πλαίσιο του εθνικού αναπτυξιακού μας σχεδιασμού. Σε αυτή την λογική δεν μπορεί να απουσιάζει η πραγματική αγροτική διάσταση με αναπτυξιακό αγροδιατροφικό πρόσημο. Στην ίδια λογική εντάσσεται και η αναγκαιότητα υλοποίησης μιας αγροτικής δομής παροχής γεωργικών συμβουλών με ξεκάθαρες ποιοτικές και ποσοτικές μετρικές επί του παραγόμενου αποτελέσματος.
Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη ότι υπάρχει η δυνατότητα εμπλουτισμού των υποψηφίων προς χρηματοδότηση έργων, η συμμετοχή του αγροτικού τομέα στο Επενδυτικό Σχέδιο για την Ευρώπη θα πρέπει να αποτελεί συνεχώς αντικείμενο ανοιχτής διαβούλευσης σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ), με σκοπό να εντοπίζονται και εντάσσονται στον εθνικό κατάλογο δημόσια και ιδιωτικά έργα με προστιθέμενη αναπτυξιακή αξία, τα οποία θα αυξήσουν το επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα μας, ενισχύοντας παράλληλα τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής γεωργίας.
Δ/ση Εξωστρέφειας και Στρατηγικού Σχεδιασμού της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ ΑΕ