Η αξία των εξαγωγών παρθένου ελαιόλαδου της Ισπανίας το 2003 ήταν αξίας 996,4 εκατομμυρίων ευρώ και της Ιταλίας 576,8 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ της Ελλάδας 236,45 εκατομμυρίων ευρώ
Οι κύριες χώρες παραγωγής ελαιόλαδου είναι τα τρία Μεσογειακά κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα οι οποίες δίνουν το 75% της διεθνούς παραγωγής ελαιόλαδου. Το μεγαλύτερο μέρος από το υπόλοιπο δίνουν επτά άλλες Μεσογειακές χώρες (Τυνησία, Τουρκία, Συρία, Μαρόκο,Ισραήλ, Πορτογαλία, Αλγερία). Οι Η.Π.Α. (Καλιφόρνια) έχουν μια ετήσια παραγωγή οποία μόλις ακουμπάει το 0,1% της διεθνούς παραγωγής. Στα ελαιοπαραγωγικά κράτη έχει τα τελευταία χρόνια προστεθεί και η Αυστραλία, με ετήσια παραγωγή 1.000 τόνους η οποία επίκειται να μεγεθυνθεί τα τελευταία χρόνια.
Παρατηρούμε ότι τα τελευταία χρόνια υφίσταται μια σημαντική ελάττωση στις Ελληνικές εξαγωγές ελαιόλαδου προς την Ιταλία και την Ισπανία. Παρά την μεγάλη μεγέθυνση των εξαγωγών προς την Ιταλία το 2003, που ήταν38,8%, οι συνολικές εξαγωγές ελαιόλαδου της Ελλάδος από το 1999 έως το 2003 επηρεάστηκαν άμεσα και παρουσιάζουν πτώση 50,2%. Σε σύνολο, οι εξαγωγές προς την Ιταλία ήταν αξίας 186,4 εκατομμυρίων ευρώ και απάρτιζαν το 78,8% των συνολικών Ελληνικών εξαγωγών ελαιόλαδου. Σημαντική πτώση, της τάξεως του 69%, επιδεικνύουν επίσης οι συνολικές Ελληνικές εξαγωγές ελαιόλαδου προς τηνΙσπανία για τα έτη 1999-2003.
Κατά την διάρκεια αυτών των χρόνων, καταγράφηκαν σημαντικές διακυμάνσεις, με μεγαλύτερη την μεγέθυνση που διακρίθηκε το 2003 που ήταν 1356,66%. Οι εξαγωγές προς την Ισπανία ήταν αξίας 8 εκατομμυρίων ευρώ και απάρτιζαν το 3,4% των Ελληνικών εξαγωγών ελαιόλαδου. Στο σύνολο των κρατών, η μεγαλύτερη μείωση στις Ελληνικές εξαγωγές ελαιόλαδου σημειώθηκε στην Ολλανδία, με 84,4%. Σύμφωνα με τα ίδια δεδομένα ιδιαίτερη μεγέθυνση στις συνολικές Ελληνικές εξαγωγές ελαιόλαδου για την περίοδο 1999-2003 εμφανίζεται στην Ελβετία(116,6%), στον Καναδά (106%) και στην Αυστραλία (99,5%). Στις ΗΠΑ, παρά το συμβάν ότι οι εξαγωγές περιορίστηκαν το 2003 κατά 9,29%, στο σύνολο των εξαγωγών για τις χρονιές 1999-2003 σημειώνεται αύξηση 38,4%, που ισοδυναμεί σε μερίδιο 3,7%.
Το μερίδιο αυτό αναμένεται να μεγεθυνθεί σημαντικά μετά το συμφωνητικό εταιρείας κολοσσού στην Αμερική με εκπροσώπους της ‘Ελαιουργικής’ και της ‘Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Ηρακλείου’ για εξαγωγές χιλιάδων τόνων τυποποιημένου ελαιόλαδου στην τεράστια αμερικανική αγορά. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, τα κύρια αντίπαλακράτη της Ελλάδας στις εξαγωγές παρθένου ελαιόλαδου είναι η Ιταλία και η Ισπανία. Ο συναγωνισμός με τα κράτη αυτά είναι τεράστιος και αν λάβουμε υπόψη μας ότι η Ιταλία εισάγει Ελληνικό ελαιόλαδο και το μεταπωλεί ως Ιταλικό, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος της αγοράς που ζημιώνει η Ελλάδα.
Η αξία των εξαγωγών παρθένου ελαιόλαδου της Ισπανίας το 2003 ήταν αξίας 996,4 εκατομμυρίων ευρώ και της Ιταλίας 576,8 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ της Ελλάδας 236,45 εκατομμυρίων ευρώ (στοιχεία Σ.Ε.Β.Ε.).
Η Ισπανία παρουσίασε ιδιαίτερη αύξηση στις εξαγωγές ελαιόλαδου την περίοδο 1999-2003. Από 437,1 εκατομμύρια ευρώ το 1999 προσέγγισε τα 996,4 εκατομμύρια ευρώ το 2003, πραγματοποιώντας μεγέθυνση 128%. Σε αυτό βέβαια συμβάλλει το γεγονός ότι οι εξαγωγές της προς την Ιταλία την περίοδο αυτή ήταν αυξημένες κατά 235,8%,έχοντας μερίδιο 53,2%. Αξίζει να αναφέρουμε ότι η Ισπανία εξάγει και σε κράτη στα οποία δεν εκτείνεται το Ιταλικό και το Ελληνικό ελαιόλαδο.
Η Ελλάδα κατέχει την τρίτη θέση ως μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο, με την Ιταλία στη δεύτερη και την Ισπανία στην πρώτη θέση. Κρίνοντας την ποιότητα του ελαιόλαδου η Ελλάδα κατατάσσεται πρώτη στον κόσμο, καθώς σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιόλαδου (Σ.Ε.ΒΙ.Τ.ΕΛ.), πάνω από το 70% της Ελληνικής παραγωγής ελαιόλαδου είναι εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο.
Σήμερα στη χώρα μας, ο κανόνας που ισχύει είναι εξαγωγές χύμα ελαιόλαδου. Η χώρα μας στο σύνολο, εξάγει μεγάλες ποσότητες παρθένου ελαιόλαδου, το οποίο όμως πουλιέται ως χύμα ελαιόλαδο σε Ιταλικές κυρίως βιομηχανίες. Οι βιομηχανίες αυτές το μεταχειρίζονται ως βελτιωτικό στα διαφόρων ειδών ελαιόλαδα που παράγουν και το προβάλλουν στο εμπόριο τυποποιημένο ως Ιταλικό, με επακόλουθο η χώρα μας να έχει ένα πολύ μικρό μερίδιο εμπόριο ως επώνυμο τυποποιημένο παρθένο ελαιόλαδο. Οι εξαγωγές Ελληνικού ελαιόλαδου σε μορφή χύμα ισοδυναμούν σε ποσοστό 90% των συνολικών εξαγωγών ελαιόλαδου της χώρας
Στις εξαγωγές παρθένου ελαιόλαδου, η Ελλάδα καταλαμβάνει πάλι την τρίτη θέση ακολουθώντας όμως αυτή την φορά την Ισπανία δεύτερη και την Ιταλία, πρώτη. Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με δεδομένα που επιδεικνύει ο Σύνδεσμος Εξαγωγών Βορείου Ελλάδος (Σ.Ε.Β.Ε.) σε έρευνα του σχετικά με το Ελληνικό παρθένο ελαιόλαδο, η Ελλάδα διέθεσε το 2003 παρθένο ελαιόλαδο αξίας 236,45 εκατομμυρίων ευρώ. Στον κλάδο του ελαιόλαδου ο μεγάλος κυρίαρχος και στις εξαγωγές και στις εισαγωγές είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό είναι απόλυτα λογικό αφού στις τάξεις της έχει τα τρία μεγαλύτερα εξαγωγικά κράτη (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία). Στις εισαγωγές διακρίνεται σημαντική μεγέθυνση τα τελευταία έτη μετά τη μερική απελευθέρωση του εμπορίου που αποφασίστηκε το 1994 στο Μαράκες. Ο περιορισμός των φόρων έδρασε θετικά στις εισαγωγές της Ένωσης αλλά και στην εισαγωγή του ελαιόλαδου της, καθώς διακρίθηκε άνοδος στις κύριες αγορές εισαγωγής (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Καναδάς, Αυστραλία, Βραζιλία κ.α.) αν και σε κάποιες από αυτές το ελαιόλαδο είχε ήδη ελεύθερη πρόσβαση.
Το 1990 οι εξαγωγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάλυπταν το 54,5% των διεθνών εξαγωγών στον κλάδο του ελαιόλαδου (Commission of the European Communities, 2002). Από το 2000 το ποσοστό αυτό έφτασε στο 57,1%. Η Ε.Ε. αποτελεί τη δεύτερη χώρα (συνασπισμός χωρών) στις εισαγωγές ελαιόλαδου.Στην Ε.Ε. ανήκουν οι 3 μεγαλύτερες εξαγωγικές χώρες, η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα και αυτό δίνει το δικαίωμα στην Ε.Ε. να έχει θετικό εμπορικό ισοζύγιο στο εμπόριο ελαιόλαδου με τρίτες χώρες. Εδώ πρέπει να επισημανθεί πως η Ελλάδα έχει ασήμαντη συνεισφορά
Γενικά, οι Έλληνες εξαγωγείς δεν έχουν εξειδικευτεί στη τυποποίηση, τη συσκευασία και τη σήμανση, μέσω ετικέτας, του προϊόντος με επακόλουθο να μη βρίσκουν δίοδο στο εξωτερικό, εκτός της Ιταλίας, η οποία ενδιαφέρεται για χύμα ελαιόλαδο ώστε να το επεξεργαστεί, να το εξάγει και να αποκτήσει τα οικονομικά κέρδη. Οι μεγαλύτερες εισαγωγικές δυνάμεις στον κόσμο είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πρώτη εισάγει σχεδόν το 37% από τις ποσότητες ελαιόλαδου που διακινούνται στο κόσμο και η δεύτερη σχεδόν το 26%.