Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρωτοστατεί στις προσπάθειες που καταβάλλονται παγκοσμίως για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, με τη θέσπιση νέας νομοθεσίας για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την προώθηση της μετάβασης της ΕΕ σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που θα εξαρτάται λιγότερο από τις δαπανηρές εισαγωγές ορυκτών καυσίμων.
Μέσω της αναμόρφωσης του τομέα των μεταφορών και της ενέργειας, εξασφαλίζεται η παραγωγή στην ΕΕ αυτοκινήτων, μικρών φορτηγών και μοτοσικλετών χαμηλής κατανάλωσης καυσίμων ενώ παράλληλα πραγματοποιούνται επενδύσεις σε εναλλακτικά καύσιμα που δεν επιβαρύνουν τον πλανήτη.
Με γνώμονα τα συνθήματα «προτεραιότητα στην ασφάλεια» και «η πρόληψη είναι καλύτερη από τη θεραπεία», το Κοινοβούλιο συνέβαλε στην περαιτέρω μείωση της έκθεσης σε περιβαλλοντικούς κινδύνους και αγωνίστηκε με επιτυχία για την εξασφάλιση καθαρότερου ατμοσφαιρικού αέρα, εδάφους και νερού.
Η αλλαγή του κλίματος –η οποία ίσως να είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας– εξακολουθεί να αποτελεί μείζον ζήτημα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο, βασιζόμενο στη νομοθεσία της ΕΕ, προωθεί τη διαμόρφωση μακρόπνοων κλιματικών πολιτικών τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Μέσω της συμμετοχής τους στις συνόδους κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα, τα μέλη του ΕΚ έχουν ζητήσει επανειλημμένως από τους ευρωπαίους και διεθνείς εταίρους να εντείνουν τις προσπάθειες για την επίτευξη μιας παγκόσμιας δεσμευτικής συμφωνίας για το κλίμα έως το 2015.
Έπειτα από τους εμβληματικούς στόχους που έθεσε η ΕΕ για το 2020 – όπως είναι η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 20% και η άντληση ενέργειας σε ποσοστό 20% από ανανεώσιμες πηγές – το Κοινοβούλιο έστρεψε την προσοχή του σε άλλα εξίσου ουσιαστικά μέτρα. Στα μέτρα αυτά συγκαταλέγεται το πάγωμα της δημοπράτησης ορισμένων αδειών εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα του ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, προκειμένου το εν λόγω σύστημα να συνεχίσει να δημιουργεί κίνητρα και να ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να επενδύουν σε καινοτόμα έργα επίδειξης χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Η νέα νομοθεσία για την ενεργειακή απόδοση αναμένεται να συμβάλει στη μείωση των λογαριασμών ενέργειας των νοικοκυριών και στην επίτευξη του στόχου της ΕΕ για εξοικονόμηση ενέργειας κατά 20% έως το 2020.
Οι οικοδομικοί κανονισμοί των κρατών μελών θα ορίζουν ότι όλα τα νέα κτίρια πρέπει να έχουν σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας (δηλαδή να παράγουν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για να ισοσταθμίσουν την κατανάλωσή τους), και να ελέγχονται τακτικά οι λέβητες και τα συστήματα κλιματισμού.
Η υποχρεωτική ενεργειακή σήμανση για τις οικιακές συσκευές θα επιτρέψει στους καταναλωτές να αξιολογούν τις δαπάνες λειτουργίας των εν λόγω συσκευών. Το Κοινοβούλιο άσκησε επίσης -με επιτυχία- πιέσεις για τον καθορισμό αυστηρότερων απαιτήσεων και προδιαγραφών οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα φθοριούχα αέρια στα κλιματιστικά και τα ψυγεία, ώστε να βοηθήσει τους καταναλωτές να κάνουν συνειδητές και φιλικές προς το περιβάλλον επιλογές.
Στη διάρκεια της παρούσας αναθεώρησης της νομοθεσίας σχετικά με τα βιοκαύσιμα, το Κοινοβούλιο υποστήριξε την ανάπτυξη καθαρότερων καυσίμων δεύτερης γενιάς, τα οποία θα λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο των βιοκαυσίμων στην αλλαγή της χρήσης της γης.
Το Κοινοβούλιο παρακολουθεί στενά το ζήτημα του φυσικού αερίου από σχιστόλιθο και ζητά από τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν αυστηρούς κανόνες για την υδραυλική ρωγμάτωση («fracking»), ενώ παράλληλα επιδιώκει την εξ ολοκλήρου αναθεώρηση της νομοθεσίας για το νερό και τις χημικές ουσίες, προκειμένου να είναι συμβατή με την εμφάνιση της νέας αυτής ενεργειακής πηγής.
Τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά δεν χρειάζεται πλέον να ανησυχούν για το ενδεχόμενο διακοπής της παροχής φυσικού αερίου στο πλαίσιο τυχόν μελλοντικής κρίσης, καθώς το Κοινοβούλιο ενέκρινε νομοθετικές ρυθμίσεις συντονισμού και διασύνδεσης σε επίπεδο ΕΕ.
Οι νέοι κανόνες έχουν ως στόχο να περιοριστεί η αδυναμία του συστήματος να ανταποκριθεί στη ζήτηση σε περίπτωση μελλοντικής διακοπής και να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη υποδομών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι μηχανισμοί της αγοράς παραμένουν το πρώτο στάδιο δράσης, αλλά σε περίπτωση κρίσης θα δοθεί προτεραιότητα στην προστασία των νοικοκυριών.