Ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Γιάννης Μανιάτης, προέδρευσε στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της Ε.Ε., την Παρασκευή 13 Ιουνίου, στο Λουξεμβούργο. Στο Συμβούλιο συμμετείχε εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο Επίτροπος Eνέργειας, Günther Oettinger.
Στο Συμβούλιο επιτεύχθηκε πολιτική συμφωνία όσον αφορά στην πρόταση οδηγίας για την έμμεση αλλαγή χρήσης γης, η γνωστή ILUC, για μια βιώσιμη ανάπτυξη των Βιοκαυσίμων στο μέλλον.
Η Ελληνική Προεδρία εστίασε, κυρίως, σε δύο πλευρές της πρότασης:
· στην ενίσχυση των προηγμένων βιοκαυσίμων (αυτών που παράγονται από άχυρο, απόβλητα, βιομάζα, φύκια κ.ά. και χαρακτηρίζονται από χαμηλή επίδραση της έμμεσης αλλαγής χρήσης γης στις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου), παρέχοντας παράλληλα ευελιξία στα κράτη – μέλη, καθώς και
· στην ενίσχυση ορισμένων στοιχείων της πρότασης για τις τιμές ILUC και τις πιθανές επιπτώσεις των κοινοτικών πολιτικών που αφορούν στο περιβάλλον, στη γεωργία και στην κλιματική αλλαγή στα βιοκαύσιμα.
Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε πολιτικός διάλογος αναφορικά με τις μεγάλες ενεργειακές προκλήσεις της ΕΕ. Οι συζητήσεις εστίασαν στην ενημέρωση από την Επιτροπή για την πορεία ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, στην παρουσίαση της νέας ανακοίνωσης της Επιτροπής για μια Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ενεργειακής Ασφάλειας και στο πλαίσιο 2030 για την ενέργεια και το κλίμα.
Οι οκτώ βασικοί πυλώνες - κλειδιά, για τη νέα μας ευρωπαϊκή στρατηγική ασφάλειας περιλαμβάνουν:
1. Aύξηση του ευρωπαϊκού δυναμικού για να αντιμετωπίσουμε το ενδεχόμενο μείζονος διακοπής εφοδιασμού τον προσεχή χειμώνα.
2. Eνίσχυση των μηχανισμών έκτακτης ανάγκης και αλληλεγγύης, καθώς και προστασία κρίσιμων υποδομών.
3. Kατάλληλη προσαρμογή της ενεργειακής ζήτησης.
4. Kτίσιμο μιας καλά λειτουργούσας και πλήρως ενοποιημένης εσωτερικής αγοράς ενέργειας.
5. Aύξηση της ενεργειακής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση από ενδογενείς πόρους.
6. Περαιτέρω ανάπτυξη ενεργειακών τεχνολογιών.
7. Διαφοροποίηση εξωτερικών προμηθειών και σχετικών υποδομών, και
8. Βελτίωση του συντονισμού εθνικών ενεργειακών πολιτικών και κοινή φωνή στην εξωτερική ενεργειακή πολιτική, στην πορεία προς μια «ευρωπαϊκοποίηση» της ενέργειας, διατηρώντας, παράλληλα, την αναγκαία ευελιξία και σεβόμενοι τις εθνικές προτεραιότητες, συνθήκες και ενεργειακά μείγματα.
Σχετικά με τις διασυνδέσεις, συμφωνήθηκε ότι απαιτούνται περισσότερα για μια πραγματικά ενοποιημένη εσωτερική αγορά, καθώς και για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας για την αντιμετώπιση βραχυπρόθεσμων επειγουσών καταστάσεων. Επιβεβαιώθηκε, επίσης, ο σημαντικός ρόλος των έργων κοινού ενδιαφέροντος (PCIs) και η ανάγκη επιτάχυνσης όσων από αυτά έχουν τη μεγαλύτερη άμεση χρησιμότητα για την ασφάλεια του εφοδιασμού, χωρίς φυσικά να θίγεται η ολοκλήρωση όλου του καταλόγου των έργων που έχουν επιλεγεί.
Παράλληλα, στο γεύμα συζητήθηκαν ζητήματα που σχετίζονται με την συνεχιζόμενη κρίση στην Ουκρανία. Στο πλαίσιο αυτό, ο Γενικός Γραμματέας του Χάρτη Ενέργειας, Πρέσβης Ούρμπαν Ρούσνακ, πραγματοποίησε ενημέρωση των Υπουργών Ενέργειας της Ε.Ε..
Όπως τόνισε ο Υπουργός ΠΕΚΑ, Γιάννης Μανιάτης, απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε το Συμβούλιο Υπουργών:
«Υπήρξε γενική συναίνεση στο σημαντικό δυναμικό της ενεργειακής απόδοσης και εξοικονόμησης ενέργειας που αποτελεί σημαντικό ενεργειακό κοίτασμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που μπορεί να αξιοποιηθεί με πολύ περιορισμένο κόστος έναντι άλλων δαπανηρών επιλογών και να συνεισφέρει ουσιαστικά στην μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και στην ενίσχυση της ανάπτυξης και απασχόλησης. Για τους λόγους αυτούς, αναμένεται η έκθεση επισκόπησης της Επιτροπής, μέσα στο 2014, αναφορικά με την εφαρμογή των σχετικών οδηγιών και τις προοπτικές από ποιοτικής και ποσοτικής πλευράς.
Υιοθετήθηκαν ομόφωνα Συμπεράσματα του Συμβουλίου για τις τιμές και τα κόστη ενέργειας, την προστασία των ευάλωτων καταναλωτών και την ανταγωνιστικότητα της ενεργειακής βιομηχανίας.
Τα Συμπεράσματα αυτά αποτελούν ένα σημαντικό και εξαιρετικά επίκαιρο πολιτικό μήνυμα και δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προς την κατεύθυνση σταδιακής διαμόρφωσης ενός φθηνότερου και πλέον ανταγωνιστικού ενεργειακού τομέα, σε μια περίοδο που η οικονομική κρίση δεν έχει ακόμη ολοκληρώσει τον κύκλο της, ο ενεργειακός ανταγωνισμός σε παγκόσμιο επίπεδο οξύνεται και οι ευρωπαίοι πολίτες, ιδίως τα νοικοκυριά και οι πλέον ευάλωτοι καταναλωτές, αλλά και οι μικρομεσαίες και ενεργοβόρες επιχειρήσεις, συνεχίζουν να υποφέρουν από τις υψηλές τιμές ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου».