Ο αναπληρωτής γενικός Δ/ντής Φορολογικής Διοίκησης, Ευθύμιος Σαΐτης, απαντά στο υπηρεσιακό σημείωμα του του Βουλευτή Ν. Αχαϊας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος κ. Νικολάου I. Νικολόπουλου σχετικά με τις κατασχέσεις αγροτικών επιδοτήσεων. Ακολουθεί ολόκληρη η απάντηση:
Σε απάντηση του με αριθμ. πρωτ. ΑΤΚΕ 0000426 ΕΞ 2017/629/13-01-2017 υπηρεσιακού σημειώματος σας, με το οποίο μας αποστείλατε συνημμένα φωτ/φο της με αριθ. πρωτ. 794/9-1-2017 Αναφοράς του Βουλευτή Ν. Αχαϊας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος κ. Νικολάου I. Νικολόπουλου με επισυναπτόμενη επιστολή του δικηγόρου Χανίων και συνεργάτη της Γενικής Ομοσπονδίας Καταναλωτών Ελλάδος ΙΝΚΑ-ΓΟΚΕ κ. Νικολάου Ντερμανάκη, αναφορικά με κατασχέσεις αγροτικών επιδοτήσεων, σας γνωρίζουμε στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας τα ακόλουθα:
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 και 9 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων), όπως ισχύουν και του άρθρου 48 παρ. 1 του ν. 4174/2013, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. έχει την υποχρέωση να επιδιώξει την είσπραξη όλων των ληξιπροθέσμων σε αυτήν οφειλών, ανεξάρτητα από την αιτία προέλευσής τούς, λαμβάνοντας όλα τα προβλεπόμενα από το νόμο αναγκαστικά μέτρα (κατάσχεση ακινήτων, κατάσχεση κινητών είτε στα χέρια του οφειλέτη είτε κινητών και απαιτήσεων του εν γένει στα χέρια τρίτων καθώς και στα χέρια των Πιστωτικών Ιδρυμάτων κατά τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 2915/2001 και των άρθρων 30, 30Α και 30Β του ΚΕΔΕ), κατά των οφειλετών και των συνυποχρέων για το καθυστερούμενο μέρος του χρέους είτε αθροιστικά είτε καθένα χωριστά κατά την ελεύθερη κρίση του για τη διακοπή της παραγραφής τους και τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου.
Με την ολοκλήρωση της κατάσχεσης εις χείρας τρίτου επέρχεται αυτοδικαίως αναγκαστική εκχώρηση της κατασχεθείσης χρηματικής απαίτησης στο κατασχόν Δημόσιο, το οποίο πλέον καθίσταται δικαιούχος του συνόλου αυτής. Η κατάσχεση δεν αίρεται πριν την εξόφληση ή τη διαγραφή του χρέους, για το οποίο αυτή επιβλήθηκε.
Επίσης, με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 4 του Κ.Ε.Δ.Ε. σε συνδυασμό με την αριθμ. Δ6Α 1054391 ΕΞ 2014/1.4.2014 Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων περί μεταβίβασης αρμοδιοτήτων σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, παρέχεται η ευχέρεια στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. μετά από σχετική αίτηση του οφειλέτη να περιορίσει με αιτιολογημένη Απόφασή του το ποσό ή ποσοστό της κατάσχεσης που του επιβλήθηκε υπό προϋποθέσεις που ορίζονται στην ΠΟΛ.1092/3.4.2014 εγκύκλιο της Διοίκησης.
Επιπρόσθετα, με τη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 2 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ. 94Α/14-08-2015), ισχύει το ακατάσχετο καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα για έναν και μοναδικό ατομικό ή κοινό λογαριασμό σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα για κάθε φυσικό πρόσωπο μέχρι το ποσό των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ μηνιαίως.
Σε περίπτωση που υπάρχει λογαριασμός περιοδικής πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, θα πρέπει να γνωστοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο ο λογαριασμός αυτός. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής απαιτείται η υποβολή ηλεκτρονικής δήλωσης στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, με την οποία γνωστοποιείται από το φυσικό πρόσωπο ο μοναδικός τραπεζικός λογαριασμός (σχετ. ΠΟΛ.1222/2015 και ΠΟΛ.1182/2014).
Περαιτέρω, με τη διάταξη της περίπτωσης ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 982 Κ.ΙΙολ,Δ. που διέπει το ακατάσχετο των κοινοτικών επιδοτήσεων όχι μόνο έναντι του Δημοσίου αλλά και έναντι των ιδιωτών, εξαιρούνται από την κατάσχεση κάθε είδους κοινοτικές ενισχύσεις ή επιδοτήσεις στα χέρια του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. (=Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ως τρίτου), μέχρι την κατάθεσή τους στον τραπεζικό λογαριασμό των δικαιούχων ή μέχρι την με άλλο τρόπο καταβολή τους σε αυτούς. Επίσης, στη διάταξη της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 4314/23-12-2014 (ΦΕΚ. 265Α'), όπως και σε αντίστοιχες ομοίου περιεχομένου, όπως της παρ. 4 του άρθρου 242 του ν.4072/2012 (ΦΕΚ 86Α') ρητά ορίζεται ότι δεν κατάσχονται, δεν υπόκεινται σε κανενός είδους παρακράτηση και δεν συμψηφίζονται με τυχόν οφειλές του δικαιούχου προς το Ελληνικό Δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία οι προκαταβολές και οι ενδιάμεσες πληρωμές των δικαιούχων για την υλοποίηση των πράξεων που συγχρηματοδοτούνται από τα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ, το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας και το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης. Στην περίπτωση αυτή παραμένουν σε ισχύ οι γενικές διατάξεις περί φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων, χωρίς όμως τον όρο της παρακράτησης. Αντίθετα, οι τελικές πληρωμές των ανωτέρω δικαιούχων, μετά την ολοκλήρωση του έργου, δύνανται να κατάσχονται, συμψηφίζονται, παρακρατούνται ή να αποδίδονται για λογαριασμό του δικαιούχου και καταβάλλονται με την υποχρεωτική προσκόμιση αποδεικτικών φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας.
Ο διατάκτης της πληρωμής κατά την έκδοση της απόφασης έγκρισης της πληρωμής ορίζει ρητά ότι η ενίσχυση αυτή εμπίπτει στις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου και αν η πληρωμή αφορά προκαταβολή, ενδιάμεση ή τελική πληρωμή.
Ακολούθως, σε περίπτωση επιβολής από το Δημόσιο κατασχέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων ως τρίτων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και ποσά κοινοτικών επιδοτήσεων ή χρηματοδοτήσεων, ο φορέας της κατάθεσης (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.), ο οποίος γνωρίζει την προέλευσή της καθώς και το είδος των ενισχύσεων, οφείλει να ενημερώνει τα πιστωτικά ιδρύματα για το ακατάσχετο αυτών καθώς και για το νομοθετικό πλαίσιο που ρητά το προβλέπει. Επιπρόσθετα, με την αρ. 465/1999 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικρύ Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) που έγινε αποδεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομικών κρίθηκε ότι δεν υπόκεινται υπό προϋποθέσεις σε κατάσχεση επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χρηματικές ενισχύσεις που αποσκοπούν στην υπό του δικαιούχου εις το μέλλον ενέργεια συγκεκριμένης επένδυσης ή στην επίτευξη συγκεκριμένου έργου ή αποτελέσματος.
Το ίδιο ισχύει και για τις ενδιάμεσες καταβολές που αποσκοπούν στη διατήρηση ή συνέχιση κάποιου κοινοτικού προγράμματος, η στέρηση των οποίων με κατάσχεση ή συμψηφισμό θα οδηγούσε σε αδυναμία εκτέλεσης του οικείου κοινοτικού προγράμματος και σε άρνηση περαιτέρω χρηματοδότησης ή σε ενδεχόμενη αναζήτηση των ενδιάμεσων καταβολών.
Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι τα ακατάσχετα θα πρέπει να προβλέπονται από ρητή διάταξη νόμου καθώς δυσχεραίνουν ουσιαστικά ή ακόμα και αποκλείουν την παροχή έννομης προστασίας στον δανειστή στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περίπτωσης 2 της Υποπαραγράφου ΙΑ2, της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του νόμου 4254/2014 (Α 85) και την αρ. Β/7/11711/884/10.4.2014 (Β 906) κοινή απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας συστήθηκε η υποχρέωση συμψηφισμού των εκκαθαρισμένων επιστροφών Φόρου Εισοδήματος και ΦΠΑ με οφειλές των δικαιούχων αυτών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και καθορίστηκε η σχετική διαδικασία.
Στην περίπτωση που ο δικαιούχος της επιστροφής δεν έχει οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, η επιστροφή διενεργείται και τα ποσά επιστρέφονται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Η έννοια και οι προϋποθέσεις του συμψηφισμού ορίζονται από τις γενικές διατάξεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 11 του ν.3943/2011 (Α'66) και ισχύει, και συμπληρώνονται από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα -άρθρο 440 επόμενα (και στις οποίες παραπέμπει και το άρθρο 48 του ν. 4174/2013 (A’ 170-ΚΦΔ). Επισημαίνεται ότι με τον συμψηφισμό επέρχεται αμοιβαία απόσβεση των ανταπαιτήσεων κατά το μέρος που αυτές αλληλεπικαλύπτονται και μάλιστα από τον χρόνο που αυτές συνυπήρξαν. Σχετική και η εγκύκλιος οδηγία ΠΟΛ.1022/2012.
Επιπλέον, υπενθυμίζουμε ότι σε κάθε περίπτωση, αρμόδια να ελέγξει τη συνδρομή των προϋποθέσεων του συμψηφισμού ως προς τον καθορισμό του προσώπου του δικαιούχου και να κρίνει το χαρακτήρα της απαίτησης κατά του Δημοσίου ως συμψηφιστέας είναι η εκκαθαρίζουσα και διενεργούσα την πληρωμή υπηρεσία, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν επίκληση περί μη συμψηφισμού του διατάκτη των συγκεκριμένων δαπανών.
Τέλος, σας γνωρίζουμε ότι τα ερωτήματα που θίγονται στην επιστολή του κ. Ντερμανάκη και αφορούν στα κριτήρια κατασχετού ή ακατασχέτου των αγροτικών επιδοτήσεων ως αντιβαίνουσες στους στόχους της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής καθώς και στην ενδεχόμενη ποσοτική κλιμάκωση του κατασχετού αυτών άπτονται της αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και όχι της Α.Α.Δ.Ε..