Η μείωση του ΦΠΑ που ισχύει στη Γερμανία από τις αρχές Ιουλίου είχε στόχο να τονώσει την κατανάλωση.
Η μείωση του ΦΠΑ που ισχύει στη Γερμανία από τις αρχές Ιουλίου είχε στόχο να τονώσει την κατανάλωση. Ένα μήνα μετά ο απολογισμός είναι μάλλον πενιχρός. Το μέτρο δεν απέφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Ένα μήνα μετά τη μείωση του ΦΠΑ από το 19% στο 16% (και του μειωμένου συντελεστή από το 7% στο 5%) η συντριπτική πλειονότητα των λιανεμπόρων στη Γερμανία φαίνεται να αμφισβητεί τα οφέλη του ιδιαίτερα κοστοβόρου για τα δημόσια έσοδα μέτρου της κυβέρνησης. Σύμφωνα με σχετική δημοσκόπηση του Εμπορικού Συνδέσμου Γερμανίας μόλις το 13% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν (πλην των σούπερ μάρκετ) αξιολογούν θετικά το μέτρο και εκτιμούν ότι συμβάλει αποτελεσματικά στην τόνωση της ανάπτυξης.
Όπως προκύπτει όμως από έρευνα του γερμανικού πρακτορείου ειδήσεων dpa, μεταξύ των διαφορετικών κλάδων παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις. «Η ώθηση που προσδοκούσαμε από τη μείωση του ΦΠΑ δεν έφτασε ποτέ σε εμάς στο εμπόριο ένδυσης και υπόδησης» σχολιάζει ο διευθυντής του Εμπορικού Συνδέσμου ΒΤΕ Ρολφ Πάνγκελς.
Μηδαμινά τα οφέλη για την ένδυση
Τεράστιες αυτό το διάστημα οι εκπτώσεις των καταστημάτων στη Γερμανία
Η μείωση του ΦΠΑ κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες «χάνεται» μέσα στον καταιγισμό των εκπτώσεων ύψους έως και 50%, στις οποίες προχωρούν αυτό το διάστημα ούτως ή άλλως τα καταστήματα ρούχων, όπως λέει. Επιπλέον οι φορολογικές μειώσεις φέρνουν ευδιάκριτα οικονομικά οφέλη συνήθως μόνο σε ακριβές αγορές, όπως κοστούμια ή φορέματα, προϊόντα δηλαδή που στην παρούσα συγκυρία και λόγω home office δεν έχουν μεγάλη ζήτηση.
Πιο θετικός είναι ο απολογισμός στον κλάδο του επίπλου. «Στα έπιπλα παίζει ρόλο ο ΦΠΑ. Όταν σε μια κουζίνα γλιτώνεις μερικές εκατοντάδες ευρώ, αυτό φαίνεται αμέσως και ωθεί πολλούς σε αγορές» επισημαίνει ο διευθυντής του Συνδέσμου της Γερμανικής Βιομηχανίας Επίπλου Γιαν Κουρτ. Ο όγκος των παραγγελιών είχε αρχίσει να αυξάνει ήδη με την προαναγγελία του μέτρου όπως λέει. Η αυξημένη ζήτηση που καταγράφει ο κλάδος του επίπλου αποδίδεται βέβαια πρωτίστως στο ότι πολλοί άνθρωποι περνούν απλώς περισσότερο χρόνο στο σπίτι και την ίδια ώρα έχουν περισσότερα χρήματα στη διάθεσή τους για καταναλωτικές δαπάνες λόγω ακύρωσης των διακοπών.
Στις ηλεκτρικές και ηλεκτρολογικές συσκευές αντίθετα, δεν διαφαίνεται μέχρι στιγμής κάποια τάση σε συνάρτηση με τη μείωση του ΦΠΑ. Σε μεγάλες αγορές, όπως τηλεοράσεις ή υπολογιστές, ο μειωμένος ΦΠΑ αποτελεί αναμφίβολα κίνητρο αγοράς. Εκτιμάται ωστόσο ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι καταναλωτές επισπεύδουν απλώς ήδη προγραμματισμένες αγορές.
Πόλεμος τιμών στα τρόφιμα
Ο κλάδος των τροφίμων είναι από τους λίγους που δεν χρειαζόταν ενίσχυση αφού συγκαταλέγεται στους «κερδισμένους» της πανδημίας. Παρά ταύτα η μείωση του ΦΠΑ προκάλεσε εδώ τις μεγαλύτερες αλλαγές. Μπορεί να μην οδήγησε σε περαιτέρω αύξηση της ζήτησης, προκάλεσε όμως έναν πόλεμο τιμών που είχε χρόνια να βιώσει ο κλάδος των τροφίμων στη Γερμανία.
Ο πόλεμος μεταξύ των «μεγάλων» του κλάδου συνεχίζεται
Κι αυτό διότι τα εκπτωτικά σούπερ μάρκετ, όπως τα Aldi και τα Lidl, δεν περιορίστηκαν στο να μετακυλήσουν απλώς τη μείωση του ΦΠΑ στους καταναλωτές, αλλά προχώρησαν την ίδια ώρα και σε δικές τους εκπτώσεις. Τα Lidl, για παράδειγμα, μείωσαν με δικό τους κόστος τον ΦΠΑ ήδη μια εβδομάδα νωρίτερα ενώ, απαντώντας, τα Aldi μείωσαν τις τιμές όχι κατά 2% αλλά κατά 3%, γεγονός που ανάγκασε δυο εβδομάδες αργότερα τα Lidl να ακολουθήσουν.
Ήταν λοιπόν, στα παραπάνω συμφραζόμενα, λανθασμένη η απόφαση μείωσης του ΦΠΑ; Όχι απαραίτητα, απαντά μελέτη του Ιδρύματος Καταναλωτικών Ερευνών που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μείωση του ΦΠΑ συμβάλει στη γρηγορότερη βελτίωση του καταναλωτικού κλίματος στη Γερμανία. «Οι καταναλωτές φαίνεται να επισπεύδουν αγορές, γεγονός που βοηθά φέτος την οικονομία» επισημαίνει ο ειδήμων του ινστιτούτου Ρολφ Μπυρκλ. Το νόμισμα έχει όμως πάντα δυο όψεις προσθέτει ο ειδικός. «Έμποροι και κατασκευαστές θα πρέπει να υπολογίζουν με πιθανή μείωση της κατανάλωσης όταν το 2021 επανέλθει ο κανονικός ΦΠΑ».
Προχτές Δευτέρα πάντως ο υπουργός Οικονομικών Σολτς έσπευσε να αποκλείσει ενδεχόμενη παράταση του μέτρου και πέραν του 2020.