Θα τιτλοποιηθούν δάνεια μεικτής λογιστικής αξίας άνω των 450 εκατ. ευρώ
Για την τρίτη και τελευταία τιτλοποίηση χαρτοφυλακίου με μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (Non Performing Exposures - NPEs) ετοιμάζεται η Τράπεζα Αττικής, στοχεύοντας στην εξυγίανση του ισολογισμού της από το απόθεμα NPEs, ώστε να δημιουργηθούν πρόσφορες συνθήκες αλλαγής σελίδας με είσοδο στρατηγικού επενδυτή.
Όπως αναφέρεται στις οικονομικές καταστάσεις Α’ εξαμήνου, η τράπεζα έχει ήδη δρομολογήσει τις ενέργειες για τη νέα τιτλοποίηση. Σύμφωνα με πληροφορίες, ως χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι προσλήφθηκαν οι UBS και Euroxx, οι οποίες έχουν αναλάβει και το έργο ανεύρεσης στρατηγικού επενδυτή.
Ταυτόχρονα, «τρέχει» η προεργασία για την οριστικοποίηση της περιμέτρου του προς τιτλοποίηση χαρτοφυλακίου και τη διευθέτηση όλων των τεχνικών θεμάτων. Ο διαγωνισμός σχεδιάζεται να ολοκληρωθεί το αργότερο κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021.
Στόχο της τράπεζας αποτελεί η ελαχιστοποίηση του αποθέματος των NPEs σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα του 10% επί του συνόλου των χορηγήσεων, βάσει όσων αναφέρονται στις εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις.
Πυρήνα του προς τιτλοποίηση χαρτοφυλακίου θα αποτελέσουν μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα νομικού υπολοίπου 435 εκατ. ευρώ, η διαχείριση των οποίων ανατέθηκε, προ μηνών, κατόπιν διαγωνιστικής διαδικασίας, στην Q-quant Master Servicer (σ.σ. η εταιρεία θα διατηρήσει τη διαχείριση των δανείων ως και ένα χρόνο μετά την τιτλοποίησή τους). Η περίμετρος, όμως, εκτιμάται ότι θα είναι μεγαλύτερη και θα τιτλοποιηθούν δάνεια μεικτής λογιστικής αξίας άνω των 450 εκατ. ευρώ.
Η πλήρης εξυγίανση του ισολογισμού αποτελεί στρατηγικό στόχο του επιχειρηματικού σχεδίου της Τράπεζας Αττικής, ώστε να διευκολυνθεί η προσέλκυση στρατηγικού επενδυτή. Δεν είναι τυχαίο ότι UBS και Euroxx ανέλαβαν ως χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι και τις δύο διαδικασίες.
Εφόσον βρεθεί στρατηγικός επενδυτής που να πληροί τα εποπτικά κριτήρια, η τράπεζα θα προχωρήσει σε αύξηση κεφαλαίου, με μερική ή ολική παραίτηση των μετόχων από τα δικαιώματα προτίμησης. Τα νέα κεφάλαια θα κατευθυνθούν για αποπληρωμή του Tier II που κάλυψε το Δημόσιο και ενίσχυση των κεφαλαιακών της δεικτών.
Απειλή για την ευόδωση του στρατηγικού στόχου πλήρους εξυγίανσης του ισολογισμού και προσέλκυσης στρατηγικού επενδυτή ενδέχεται να αποβεί το νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, από επιχειρήσεις (κυρίως) και νοικοκυριά, που έχουν πληγεί από την πανδημία. Ως το τέλος Ιουνίου, ενήμερα δάνεια, ανεξόφλητου υπολοίπου περίπου 492 εκατ. ευρώ, της Τράπεζας Αττικής υπήχθησαν σε αναστολή πληρωμής δόσεων. Εξ αυτών περίπου 56 εκατ. ευρώ αφορούν σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, εντός του εξαμήνου διενεργήθηκαν ρυθμίσεις δανείων περίπου 99 εκατ. ευρω σε πελάτες που επλήγησαν από την πανδημία.
Τα παραπάνω στοιχεία είναι ανησυχητικά καθώς η Αττικής εμφανίζει το υψηλότερο, μεταξύ των εισηγμένων τραπεζών, ποσοστό δανείων σε αναστολή πληρωμών επί των ενήμερων χορηγήσεων. Ως εκ τούτου, είναι πιθανόν να απαιτηθούν αποτελεσματικές μακροπρόθεσμου ορίζοντα ρυθμίσεις, για να αποφευχθεί η δημιουργία νέων NPEs.
Παραμένουν ισχνά τα προ προβλέψεων κέρδη
Κατά τη διάρκεια του α' εξαμήνου, τα προ προβλέψεων κέρδη της Αττικής ανήλθαν σε μόλις 2,3 εκατ. ευρώ και οι προβλέψεις στα 27,8 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 6 εκατ. ευρώ αφορούν σε αναμενόμενες ζημιές πιστωτικού κινδύνου, λόγω Covid-19.
Eλπιδοφόρο σημάδι η αύξηση, σε επαναλαμβανόμενη βάση, κατά 13% των καθαρών εσόδων από τόκους, χάρη στην αύξηση των χορηγήσεων και του χαρτοφυλακίου ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Για τη φετινή χρήση, η τράπεζα στοχεύει σε νέες χορηγήσεις της τάξης των 200 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα κυρίως της χρήσης πιστωτικών ορίων από επιχειρήσεις και των προγραμμάτων στήριξης της Ελληνικής Δημοκρατίας στα οποία συμμετέχει (δάνεια με κρατική εγγύηση, επιδότηση επιτοκίου).
Προκειμένου να ενισχύσει τα καθαρά της έσοδα, η Αττικής αγόρασε, εντός του πρώτου εξάμηνου, ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου, ύψους 70 εκατ. ευρώ, ενώ οι πωλήσεις ΟΕΔ ανήλθαν σε 17 εκατ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι μετά την πανδημία, η διοίκηση της τράπεζας αναθεώρησε το επιχειρησιακό σχέδιο τριετίας 2020-22, που προβλέπει διπλασιασμό του ισολογισμού της τράπεζας μέσα από την αύξηση χορηγήσεων και καταθέσεων, μεταθέτοντας κατά ένα χρόνο (από το 2022 στο 2023) την επίτευξη των στόχων.