Σύμφωνα με την έρευνα, «οι υποεθνικές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες στη διαχείριση της κρίσης στην υγεία»
Οι περιφερειακές κυβερνήσεις σε ολόκληρη την ΕΕ αντιμετωπίζουν δύσκολους καιρούς καθώς δεν διαθέτουν τεχνικά μέσα και έχουν περιορισμένους οικονομικούς πόρους, σύμφωνα με κοινή έρευνα που διεξήγαγε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.
Η πανδημία έχει «βαθύ αντίκτυπο στις υποεθνικές κυβερνήσεις» στην ΕΕ, σύμφωνα με την κοινή έρευνα που διεξήχθη τον Ιούνιο και τον Ιούλιο και δημοσιεύθηκε από την ΕτΠ και τον ΟΟΣΑ την Παρασκευή (20 Νοεμβρίου). Η έρευνα αποσκοπεί στη μέτρηση του αντίκτυπου της πανδημίας στα σχέδια διακυβέρνησης, χρηματοδότησης και ανάκαμψης σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Από τους 300 εκπροσώπους των περιφερειακών, ενδιάμεσων και τοπικών αρχών από τα 24 κράτη μέλη της ΕΕ που συμμετείχαν στην έρευνα, το 86% αναμένει αρνητικό αντίκτυπο στις δαπάνες τους. Ειδικά όταν οι περιοχές και οι πόλεις πλήττονται από αυτό που η έκθεση αποκαλεί «επικίνδυνο ψαλίδι».
Ενώ οι δαπάνες έχουν αυξηθεί ως αποτέλεσμα της κρίσης στην υγεία, με αυξήσεις ιδίως για τις κοινωνικές υπηρεσίες (+ 65%), τις κοινωνικές παροχές (+ 59%) και τη στήριξη για τις ΜΜΕ και τους αυτοαπασχολούμενους, τα έσοδα αναμένεται να μειωθούν όσο 90%, ειδικά όσον αφορά τα φορολογικά έσοδα.
Σε απάντηση στην έλλειψη οικονομικών πόρων, το 24% των εκπροσώπων των περιφερειακών, ενδιάμεσων και δημοτικών κυβερνήσεων που απάντησαν στην έρευνα σκέφτηκαν να λάβουν νέα δάνεια για να μπορέσουν να διαχειριστούν την κρίση, ενώ το 13% είχε ήδη υποβάλει αίτηση για πρόσθετη χρηματοδότηση από την ΕΕ.
«Η διαχείριση του άμεσου αντίκτυπου της κρίσης COVID-19 και η συνεχιζόμενη υποστήριξή της σε περιοχές και δήμους είναι απαραίτητη», αναφέρει η έκθεση.
Σύμφωνα με την έρευνα, «οι υποεθνικές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες στη διαχείριση της κρίσης στην υγεία». Όχι μόνο η έλλειψη τεχνικών μέσων και εξοπλισμού δημιούργησε δυσκολίες για τη συντριπτική πλειονότητα των ερωτηθέντων (87%), οι ερωτηθέντες παραπονέθηκαν επίσης για έλλειψη οικονομικών πόρων (76%) και ανεπαρκή συντονισμό με άλλα επίπεδα διακυβέρνησης (71%).
Ωστόσο, η ανάκαμψη θα μπορούσε επίσης να είναι μια ευκαιρία για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής παρά την άμεση πρόκληση, σύμφωνα με την έρευνα. Η κρίση COVID-19 θα παρείχε την ευκαιρία στις υποεθνικές κυβερνήσεις να επαναπροσδιορίσουν τις προτεραιότητές τους για την περιφερειακή ανάπτυξη.
Ερωτηθείς για τις προτεραιότητές τους, οι περιφερειακές και τοπικές αρχές ζητούν ως επί το πλείστον πιο προσιτές, προσβάσιμες και ποιοτικές βασικές υπηρεσίες (76%). Αλλά και για μεγαλύτερη περιφερειακή ανθεκτικότητα (69%) και για τη μείωση των ψηφιακών διαφορών μεταξύ περιοχών (68%).
Πάνω από τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων ευνοούν επίσης τη μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για τη διαμόρφωση μακροπρόθεσμων στρατηγικών περιφερειακής ανάπτυξης, ωστόσο μόνο οι μισοί από αυτούς σκοπεύουν να χρησιμοποιήσουν στρατηγικές ανάκαμψης για την προώθηση μιας πράσινης πολιτικής.
Σε αυτό το πλαίσιο, η έκθεση υπογραμμίζει «ότι είναι ζωτικής σημασίας οι υποεθνικές κυβερνήσεις να αξιοποιήσουν καλύτερα τις στρατηγικές ανάκαμψης ενσωματώνοντας τις πράσινες και κλιματικές προτεραιότητες σε αυτές».