Η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών (9η κατά σειρά) διεξήχθη στις πρωτόγνωρες συνθήκες που έχει δημιουργήσει η εκδήλωση της πανδημικής κρίσης του Covid-19. Η
υγειονομική κρίση που στην οικονομία εκδηλώθηκε με την μορφή της βαθιάς και απότομης ύφεσης, όπως είναι επόμενο, έχει επηρεάσει αρνητικά τους δείκτες που αναδεικνύουν την κατάσταση των ελληνικών νοικοκυριών. Μολονότι η συνολική εικόνα που σχηματίζεται από αυτούς τους δείκτες δεν ισοδυναμεί με εκείνη μιας ολοκληρωτικής καθήλωσης, εντούτοις μια προσεκτική ανάγνωση αυτών των δεικτών φέρνει στην επιφάνεια μια σειρά χαρακτηριστικών που διαφοροποιούν την εικόνα σε σύγκριση με προηγούμενες έρευνες ενώ, την ίδια στιγμή, δείχνουν τις δυσοίωνες προοπτικές που επιφυλάσσει η επίπτωση της υγειονομικής κρίσης για την ελληνική οικονομία και συγκεκριμένα για τα νοικοκυριά.
Με βάση αυτά και σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας επισημαίνονται τα εξής:
1. Το εισοδήματα των νοικοκυριών που στηρίζονται στα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα μειώθηκαν το 2020 δραματικά. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την έρευνα, τα εισοδήματα αυτά μειώθηκαν μεσοσταθμικά κατά 27,2%, έναντι μείωσης 11,5% στο σύνολο των νοικοκυριών. Το στοιχείο αυτό, που συμβαδίζει με την δραματική επιδείνωση των οικονομικών δεικτών των πολύ μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καταδεικνύει πως η δύσκολη κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι επιχειρήσεις έχει επηρεάσει ανάλογα και την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους. Η υπερδιπλάσια μείωσή των εισοδημάτων που προέρχονται από επιχειρηματική δραστηριότητα καθιστά ακόμα πιο επείγουσα την άμεση ανάγκη λήψης συνεκτικών μέτρων όχι μόνο για τη στήριξή τους αλλά και τη σταδιακή επαναφορά τους σε αυτό που έχει αποκληθεί "κανονικότητα".
2. Μια δεύτερη αρνητική επίπτωση στην κατάσταση των νοικοκυριών οφείλεται στο ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από την υγειονομική κρίση έχουν διευρύνει τις ανισότητες μεταξύ των ίδιων των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, από τη μία πλευρά μειώθηκαν τα νοικοκυριά που ανήκουν στις μεσαίες εισοδηματικά κατηγορίες, ενώ από την άλλη μεριά αυξήθηκε το χάσμα μεταξύ του αριθμού των φτωχότερων και εκείνου των πλουσιότερων νοικοκυριών.
3. Η πανδημική κρίση οδηγεί σε αύξηση του ιδιωτικού χρέους που, όπως είναι γνωστό, διογκώθηκε κατά την διάρκεια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και αποτέλεσε ένα από τα βασικά εμπόδια για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Από τα στοιχεία της έρευνας φαίνεται πως το 2020 το ποσοστό των νοικοκυριών με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία) αυξήθηκε κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες. Συγκεκριμένα σχεδόν 1 στα 4 νοικοκυριά (23%) δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο. Αντίστοιχη αύξηση των νοικοκυριών κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες καταγράφηκε και ως προς την αδυναμία των νοικοκυριών να καταβάλουν τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο το 2021. Ειδικότερα, το 17,7% των νοικοκυριών δήλωσε πως δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο. Με βάση αυτά και για την αποφυγή εκ νέου διόγκωσης του ιδιωτικού χρέους, και υπονόμευσης των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας είναι ανάγκη να υιοθετηθούν επαρκή μέτρα διευθέτησης των οφειλών που δημιουργήθηκαν. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την οικονομική κατάσταση επιχειρήσεων και νοικοκυριών και να είναι προσαρμοσμένα έτσι ώστε να μην ναρκοθετούν την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και να μην επιδεινώνουν την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις