Ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 2,7% προβλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στο βασικό του σενάριο για το 2021 λαμβάνοντας υπόψη τα σημερινά δεδομένα στην οικονομία και την κρίση της πανδημίας.
Η πρόβλεψη αυτή, όπως διευκρινίζεται στην έκθεση (για το τέταρτο τρίμηνο του 2020) που έδωσε στη δημοσιότητα ο επικεφαλής του Γραφείου Φραγκίσκος Κουτεντάκης «υπόκειται σε σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας, που προέρχεται τόσο από την εξέλιξη της ίδιας της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων όσο και από ενδεχόμενες δημοσιονομικές παρεμβάσεις και την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης». Την ίδια ώρα κύκλοι του Ταμείου κάνουν πρόβλεψη για ύφεση 7% το πρώτο τρίμηνο του έτους λόγω των εξελίξεων στην πανδημία που οδήγησαν στην παράταση των περιοριστικών μέτρων. Η ύφεση εκτιμάται ότι θα μετατραπεί σε ανάπτυξη από το δεύτερο τρίμηνο του έτους και μετά.
Συμπληρωματικά, πάντως, προς το βασικό του σενάριο το Γραφείο Προϋπολογισμού παραθέτει δύο ακόμη με βάση το ενδεχόμενο μιας πρόσθετης δημοσιονομικής παρέμβασης της τάξης των 5 δισ. ευρώ που μπορεί να κατευθυνθεί είτε σε μεταβιβάσεις είτε σε δημόσια κατανάλωση. «Στην πρώτη περίπτωση ο ρυθμός μεγέθυνσης του 2021 αυξάνεται κατά μία περίπου ποσοστιαία μονάδα και διαμορφώνεται σε 3,65%, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η αύξηση του ρυθμού μεγέθυνσης ξεπερνάει τις δύο ποσοστιαίες μονάδες και γίνεται 4,84%» εκτιμάται στην έκθεση.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι, παρά τις δυσμενείς οικονομικές και δημοσιονομικές εξελίξεις, η διεθνής πιστοληπτική ικανότητα του ελληνικού Δημοσίου παραμένει ισχυρή, όπως φάνηκε από την πρόσφατη έκδοση του 30ετούς κρατικού ομολόγου με ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης και αυξημένο ενδιαφέρον από τους διεθνείς επενδυτές. Επίσης εκτιμάται ότι ενδεχόμενη επιτάχυνση των εμβολιασμών και σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών και των μετακινήσεων μέχρι το καλοκαίρι μπορούν να συνεισφέρουν θετικά στην οικονομική δραστηριότητα, κυρίως μέσω του τουρισμού.
Αναφερόμενοι στη δημοσιονομική κατάσταση και στις διευκολύνσεις που υπάρχουν στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής οι συντάκτες της έκθεσης προειδοποιούν ότι δεν δικαιολογούν κανενός είδους εφησυχασμό. «Το χρέος που συσσωρεύεται στη διάρκεια της πανδημίας θα παραμείνει εκεί και μετά το τέλος της και η εξυπηρέτησή του θα ασκήσει πιέσεις στον κρατικό προϋπολογισμό, ιδιαίτερα αφού αρθούν τα έκτακτα μέτρα μαζικών αγορών κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ (μέσω του προγράμματος PEPP».