Ως βιολογικά προϊόντα και τρόφιμα ορίζονται αυτά, που προκύπτουν μέσα από μεθόδους και διαδικασίες βιολογικής ή οργανικής παραγωγής και τα οποία παράγονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού Ε.Ε 2092/91. Τα βιολογικά προϊόντα προέρχονται από καλλιέργειες στις οποίες απαγορεύεται η χρήση φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων και ορμονών. Επιπλέον, στην βιολογική κτηνοτροφία απαγορεύεται η γενετική τροποποίηση και η χρήση ουσιών που ευνοούν την ανάπτυξη ή τροποποίηση του κύκλου αναπαραγωγής των ζώων. Αντιθέτως, χρησιμοποιούνται τεχνικές παραγωγής και ανακύκλωσης φυτικών και ζωϊκών υπολειμμάτων, ενώ στην κτηνοτροφία χρησιμοποιούνται φυτικές ζωοτροφές. Δυστυχώς, προς το παρόν τουλάχιστον, υπάρχουν πολύ λίγες καλά σχεδιασμένες επιστημονικές έρευνες, οι οποίες συγκρίνουν τη θρεπτική αξία των βιολογικών και των συμβατικών προϊόντων.
Συμπερασματικά, τα βιολογικά τρόφιμα είναι ασφαλέστερα και λιγότερο βλαβερά για το περιβάλλον. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να υπάρξουν πολλές επιστημονικές μελέτες, προκειμένου να επιβεβαιωθεί και η θρεπτική ανωτερότητα των προϊόντων αυτών έναντι των συμβατικών, ούτως ώστε να δικαιολογηθούν οι μεγάλες διαφορές στις τιμές των προϊόντων.
Αναλύοντας τη συγκεκριμένη αγορά, παρατηρούμε ότι η Ρουμανία αποτελεί αφ’ ενός μεγάλη αγορά πρώτων υλών βιολογικών προϊόντων, αφ’ ετέρου μικρή αγορά κατανάλωσης των εν λόγω προϊόντων. Είναι γνωστό ότι η αγορά της Ρουμανίας δεν θεωρείται τόσο σημαντική, σε σύγκριση με αυτή της Γερμανίας, των Δυτικοευρωπαϊκών κρατών, των ΗΠΑ, του Καναδά και της Αυστραλίας. Αξίζει όμως να σημειωθεί πως παρουσιάζει μεγάλες δυνατότητες εξέλιξης μελλοντικά, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ανάπτυξή της τα τελευταία χρόνια και την διαφήμιση για την υγιεινή των ατόμων, που γίνεται σε διεθνές επίπεδο και ειδικότερα στην ρουμανική αγορά.