Το 2016 ως Έτος Οσπρίων

Του Δρ. Α. Περδικάρη, Γεωπόνος - Βιοτεχνολόγος - Τεχνολόγος Τροφίμων*

Ο FAO σε μια προσπάθεια να ευαισθητοποιήσει τους καταναλωτές για τα διατροφικά οφέλη των οσπρίων, σε συνδυασμό με την βιώσιμη παραγωγή τροφίμων και με στόχο πάντα την αντιμετώπιση της επισιτιστικής ασφάλειας, όρισε το τρέχον έτος ως έτος των οσπρίων με στόχο την ενθάρρυνση της κατανάλωσης των οσπρίων, την περεταίρω ένταξη τους στην καθημερινή μας διατροφή και την αποδοτικότερη αξιοποίηση τους ως πηγή πρωτεϊνών.

Μέσα από την εκστρατεία αυτή σε επίπεδο πρωτογενούς παραγωγής, σκοπεύει στην αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής οσπρίων, την αξιοποίηση τους στην αμειψισπορά και την αντιμετώπιση των προκλήσεων στον τομέα του εμπορίου.

Η Ελλάδα είναι από τις χώρες με την χαμηλότερη κατανάλωση οσπρίων με μόλις 0,1kg / άτομο / έτος. Συνεπώς  αν σκεφτεί κανείς ότι ο Καναδάς για παράδειγμα καταναλώνει αντίστοιχα 104.4kg / άτομο / έτος, μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό ότι η επιστροφή στο μεσογειακό τρόπο διατροφής, θα προσδώσει ένα δυναμικό αύξησης της κατανάλωσης και παραγωγής εγχώριου προϊόντος.

Από όλα τα φυτικά είδη διαθέτουν την μεγαλύτερης διατροφικά αξίας πρωτεΐνη και θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν σε μεγάλο βαθμό τη ζωική πρωτεΐνη που καταναλώνουμε, που ούτως ή άλλως είναι υπερβολική συγκριτικά με τις διατροφικές συνήθειες του παρελθόντος. Αυτομάτως θα απαιτούνταν και λιγότεροι πόροι για εισαγωγή κρέατος, ενώ η εναλλαγή της καλλιέργειας με σιτηρά θα δημιουργούσε ευνοϊκότερες συνθήκες για τη διατήρηση του εδάφους σε υψηλή παραγωγικότητα.

Πως εξελίχθηκε η παραγωγή στην Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια περίπου; Ενδεικτικό είναι το διάγραμμα που ακολουθεί:

Ουσιαστικά η καλλιεργούμενη έκταση είναι αμελητέα λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αποδόσεις έχουν γίνει πενταπλάσιες σε σχέση με τις αποδόσεις της δεκαετίας του 1960.

Συνεπώς η απάντηση στο ερώτημα γιατί δεν αυξάνουμε σήμερα τις καλλιεργούμενες εκτάσεις οσπρίων, θα περίμενε κανείς να είναι απλή. Στην πραγματικότητα δεν είναι και αυτό γιατί αν προσεγγίσουμε το πρόβλημα από την πλευρά του παραγωγού θα πρέπει να απαντήσουμε καταρχήν στο ερώτημα, αν θα καλλιεργήσω, που θα διαθέσω το προϊόν, σε ποια τιμή, τι ποιοτικά χαρακτηριστικά θα πρέπει να έχει το προϊόν μου, θα είναι ανταγωνιστικό σε σχέση με το πολύ ποιοτικό σε πολλές περιπτώσεις εισαγόμενο προϊόν; Και σε πολλά ακόμα ερωτήματα…

Πιστεύουμε ότι τα ερωτήματα αυτά ξεπερνούν κατά πολύ τον ίδιο τον παραγωγό και είναι μάλλον θέμα εθνικής στρατηγικής για να απαντηθούν και να υπάρξει σοβαρή προοπτική για τον τομέα.

 

*Ο Δρ. Α. Περδικάρης είναι γεωπόνος Διδάκτορας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου της Αθήνας, Σχολή Τροφίμων Βιοτεχνολογίας & Ανάπτυξης και ερευνητής σε μεταδιδακτορικό επίπεδο στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, με αντικείμενο την παραγωγή «βιολειτουργικού» ρυζιού, πρόγραμμα που χρηματοδοτεί η εταιρεία ΑΦΟΙ ΚΑΝΑΚΑ ΕΠΕ.

 

 

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις