«Το μέλι μπορεί να μειώσει το σάκχαρο στο αίμα και τη χοληστερόλη»

Η κατανάλωση ακατέργαστου μελιού από μία μόνο πηγή λουλουδιών μπορεί να βελτιώσει τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα και να μειώσει τα επίπεδα χοληστερόλης, όταν λαμβάνεται στο πλαίσιο μιας υγιεινής διατροφής, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nutrition Reviews.

«Τα αποτελέσματα αυτά προκαλούν έκπληξη, επειδή το μέλι αποτελείται κατά 80% από ζάχαρη», αναφέρει ο Tauseef Khan, επικεφαλής ερευνητής της μελέτης και ερευνητικός συνεργάτης στις επιστήμες διατροφής στην Ιατρική Σχολή Temerty του Πανεπιστημίου του Τορόντο.

«Δεν λέμε ότι πρέπει να αρχίσετε να τρώτε μέλι εάν σήμερα αποφεύγετε τη ζάχαρη. Το συμπέρασμα αφορά περισσότερο την αντικατάσταση. Αν χρησιμοποιείτε επιτραπέζια ζάχαρη, σιρόπι ή άλλο γλυκαντικό, η αλλαγή αυτών των σακχάρων με μέλι μπορεί να μειώσει τους καρδιομεταβολικούς κινδύνους», ανέφερε στην ίδια έρευνα” είπε χαρακτηριστικά ο Khan.

 

Τι είναι το μέλι

«Το μέλι είναι μια πλούσια σύνθεση σακχάρων (κοινών και σπάνιων), οργανικών οξέων, ενζύμων, πρωτεϊνών, αμινοξέων, μετάλλων, βιταμινών και βιοδραστικών ουσιών που παρασκευάζονται από τις μέλισσες από το νέκταρ των λουλουδιών», σημειώνουν οι συγγραφείς της μελέτης.

Το μέλι και η ζάχαρη είναι αμφότερα υδατάνθρακες. Αυτό σημαίνει ότι αποτελούνται από γλυκόζη και φρουκτόζη, αλλά το καθένα έχει διαφορετικό προφίλ θρεπτικών συστατικών, υφής και γεύσης, δήλωσε στο Fox News Digital η Emma Laing, PhD, RDN, διευθύντρια Διαιτολογίας του Πανεπιστημίου της Τζόρτζια και εθνική εκπρόσωπος της Ακαδημίας Διατροφής και Διαιτολογίας.

«Το μέλι διαφημίζεται ως πιο υγιεινό από ορισμένες διατροφικές απόψεις. Ωστόσο, η ζάχαρη προτιμάται λόγω γεύσης και προσιτής τιμής. Οι γλυκαντικές ουσίες γενικά θεωρούνται ανθυγιεινές, αλλά η κατανάλωση μικρών ποσοτήτων δεν προκαλεί αρνητικές επιπτώσεις στους περισσότερους ανθρώπους, οπότε δεν πρέπει να τις φοβόμαστε», είπε.

Ωστόσο, όταν οι άνθρωποι καταναλώνουν υπερβολική ποσότητα αυτών των συστατικών, μπορεί να παρουσιάσουν σημαντικές αλλαγές στο σάκχαρο του αίματος, αίσθημα γαστρεντερικής δυσφορίας ή αυξημένο κίνδυνο τερηδόνας.

Η Laing δήλωσε, επίσης, ότι ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να έχουν αλλεργική αντίδραση σε ορισμένα συστατικά του μελιού και ότι το μέλι δεν είναι ασφαλές για παιδιά ηλικίας κάτω των 12 μηνών.

Η υψηλή πρόσληψη ελεύθερων σακχάρων έχει συντελέσει στην αύξηση της παχυσαρκίας, του διαβήτη τύπου 2 και των καρδιακών παθήσεων, σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες.

 

Ερευνητές από το Τορόντο διεξήγαγαν δοκιμές, με πάνω από 1.100 συμμετέχοντες, για να προσδιορίσουν αν η κατανάλωση μελιού απειλεί την καρδιά και τον μεταβολισμό.

«Στη μελέτη μας συνδυάσαμε τα αποτελέσματα όλων των δοκιμών που έγιναν σε ανθρώπους που καταναλώνουν μέλι και αφορούσαν μεταβολικές ασθένειες», δήλωσε στο Fox News Digital ο Khan.

«Αξιολογήσαμε τις μελέτες που αναφέρθηκαν σε μέλια από τριφύλλι, ροβίνια και διάφορους τύπους επεξεργασίας, τα οποία αποδείχθηκε ότι έχουν όφελος στον μεταβολισμό, όπως και το ακατέργαστο μέλι. Η κατανάλωση μελιού συσχετίστηκε με χαμηλότερα επίπεδα γλυκόζης αίματος νηστείας, ολικής χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων», επισήμανε ο Khan.

«Η μείωση της γλυκόζης ήταν 0,2 mmol/L, η οποία είναι αρκετά μικρή – αν και όχι ασήμαντη», πρόσθεσε. «Το ίδιο και με τη χοληστερόλη, η οποία μειώθηκε κατά 0,18 mmol/L. Αυτή η μείωση είναι επίσης ασήμαντη σε σύγκριση με τα φάρμακα. Ωστόσο, δείχνει ότι η κατανάλωση μελιού δεν προκαλεί βλάβη και ότι μια μικρή μείωση της γλυκόζης μπορεί να είναι ευεργετική μακροπρόθεσμα».

 

Ωμό μέλι αντί για επεξεργασμένο

Ο Khan σημείωσε πως υπάρχει διαφορά μεταξύ του επεξεργασμένου και του ακατέργαστου μελιού όσον αφορά τα οφέλη για την υγεία.

«Η συμβατική επεξεργασία του μελιού περιλαμβάνει στράγγισμα και φιλτράρισμα και στη συνέχεια θέρμανση για σύντομο χρονικό διάστημα ώστε να μειωθούν η υγρασία και η μαγιά», δήλωσε ο Khan στο Fox News Digital.

Αυτό επιτρέπει τον ευκολότερο χειρισμό του μελιού, αλλά στην πραγματικότητα βλάπτει το μέλι και πολλές από τις βιοδραστικές ενώσεις του χάνουν την επίδρασή τους, όπως είπε. «Το ακατέργαστο μέλι στραγγίζεται και φιλτράρεται αλλά δεν θερμαίνεται», σημείωσε.

Μειονεκτήματα της μελέτης

Ο Khan υπογράμμισε πως ένα σημαντικό μειονέκτημα της συγκεκριμένης μελέτης είναι ότι τα αποτελέσματα από τη διαθεσιμότητα των δεδομένων είναι φτωχά.

«Υπάρχουν πολλές ποικιλίες μελιού η κατανάλωση των οποίων δεν έχει μελετηθεί, οπότε δεν μπορούσαμε να τις αξιολογήσουμε. Ένα άλλο μειονέκτημα ήταν ότι αρκετές μελέτες χρησιμοποίησαν μέλι από πολύφυλλο, το οποίο είναι ένα μεικτό μέλι και δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει από ποια πηγή λουλουδιών προέρχεται» πρόσθεσε.

Σημείωσε, επίσης, ότι «χρειάζονται περισσότερες μελέτες από μοναδικές πηγές μεμονωμένων λουλουδιών».

«Συνολικό θρεπτικό διατροφικό πρότυπο»

Η Laing συνέστησε στους ανθρώπους να εξετάσουν το ενδεχόμενο να προσθέσουν μέλι στη διατροφή τους εάν απολαμβάνουν τη γεύση του και επιδιώκουν να προσθέσουν ποικιλία σε ένα συνολικό θρεπτικό διατροφικό πρότυπο.

Ακόμη, ανέφερε ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να πειραματιστούν με την αντικατάσταση ενός γλυκαντικού από ζάχαρη με μέλι, έχοντας κατά νου ότι το μέλι έχει πιο γλυκιά γεύση, οπότε θα χρειάζονταν μικρότερες ποσότητες.

Από την πλευρά του, ο Khan προτείνει να προμηθευόμαστε ακατέργαστο μέλι από τοπικούς μελισσοκόμους ή από μελισσοκομικές φάρμες.

 

Πως επιδρά η μελέτη

«Τα δεδομένα αυτής της μελέτης δεν δικαιολογούν από μόνα τους αλλαγή των σημερινών συστάσεων για την κατανάλωση μελιού», σημείωσε η Laing.

Πρόσθεσε ότι η μελέτη «είναι ισχυρή από επιστημονική άποψη, ωστόσο χρειαζόμαστε περισσότερες μελέτες έως ότου μπορέσουμε να αποδείξουμε ευρύτερα ότι υπάρχει αντίκτυπος της κατανάλωσης μελιού στον γλυκαιμικό έλεγχο και στα επίπεδα των λιπιδίων».

Επισήμανε, επίσης: «Οι θετικές επιδράσεις στην υγεία δεν έχουν να κάνουν με την πρόσληψη ενός και μόνο τροφίμου όπως το μέλι. Συνδέονται με διατροφικά πρότυπα που περιλαμβάνουν λαχανικά, φρούτα, όσπρια, δημητριακά ολικής άλεσης, γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, άπαχο κρέας, πουλερικά, θαλασσινά, ξηρούς καρπούς και ακόρεστα φυτικά έλαια». Σε κάθε περίπτωση, όσοι σκέφτονται να αλλάξουν τη διατροφή τους θα πρέπει πρώτα να συμβουλευτούν επαγγελματίες υγείας.

πηγη:https://www.instyle.gr

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις