Της Έλενας Δανάλη
Υπεύθυνη της εκστρατείας της Greenpeace για τη βιώσιμη γεωργία
Τα ελληνικά πρωτεϊνούχα κτηνοτροφικά φυτά όπως το κουκί, το μπιζέλι, το ρεβίθι και το λούπινο αποτελούσαν για εκατοντάδες χρόνια στην Ελλάδα την αποκλειστική πηγή πρωτείνης για τα ζώα εκτροφής (πρόβατα, κοτόπουλα, κατσίκες, αγελάδες). Οι παραγωγοί καλλιεργούσαν αυτά τα χειμερινά ψυχανθή και τάιζαν τα ζώα τους χωρίς εξαρτήσεις από την εισαγόμενη μεταλλαγμένη σόγια της οποίας η τιμή καθορίζεται από διεθνή χρηματιστήρια και ανεβοκατεβαίνει συνεχώς.
Σήμερα, πολλοί πρωτοπόροι αγρότες και γεωργο-κτηνοτρόφοι έχουν επιστρέψει στις καλλιέργειες κτηνοτροφικών ψυχανθών για ζωοτροφή και έχουν ξεκινήσει να αντικαθιστούν τη σόγια από τη διατροφή των ζώων που παράγουν τα ζωικά προϊόντα που καταναλώνουμε: γάλα, αυγά, κρέας, γαλακτοκομικά προϊόντα, κοκ.
Όλοι οι παραγωγοί που τόλμησαν να προχωρήσουν μπροστά και να απεξαρτηθούν από την εισαγόμενη μεταλλαγμένη σόγια επιμένουν ότι η αντικατάσταση της σόγιας και η καλλιέργεια παραδοσιακών κτηνοτροφικών φυτών όχι μόνο γίνεται και συμφέρει αλλά βλέπουν διαφορά μέχρι και στη συμπεριφορά των ζώων τους!
Επιπλέον, καλλιεργώντας ψυχανθή επιπλέον εμπλουτίζουν τα εδάφη τους με οργανική ουσία και άζωτο αυξάνοντας τη γονιμότητα του εδάφους χωρίς τη χρήση συνθετικών λιπασμάτων που δηλητηριάζουν το νερό, το έδαφος και την υγεία ανθρώπων και περιβάλλοντος.
Οι καλλιέργειες αυτές έχουν περιβαλλοντικά, κοιvωνικά και οικονομικά οφέλη για τους ίδιους τους παραγωγούς, τις τοπικές οικονομίες αλλά και ολόκληρη τη χώρα που χρειάζεται επειγόντως τόνωση και ανασυγκρότηση στον αγροτικό τομέα και αυτάρκεια και απεξάρτηση από τις εισαγωγές στον κτηνοτροφικό.
10 λόγοι γιατί να καλλιεργήσουμε χειμερινά κτηνοτροφικά ψυχανθή
Αξιοποιούν ξηρικά αγροτεμάχια, δηλαδή μη αρδευόμενα, εκμεταλλευόμενα τις χειμερινές βροχοπτώσεις, ευδοκιμούν σε άγονα και φτωχά εδάφη και προσαρμόζονται στις κλιματολογικές συνθήκες της χώρας μας.
Συγκαταλέγονται στις εύκολες καλλιέργειες, με χαμηλό κόστος παραγωγής, καθώς έχουν ελάχιστες έως και μηδαμινές απαιτήσεις σε λίπανση, σεαντιμετώπιση αυτοφυούς βλάστησης, σε αντιμετώπιση εχθρών και ασθενειών και λοιπές καλλιεργητικές φροντίδες.
Εμπλουτίζουν μέσω του ριζικού τους συστήματος το έδαφος με άζωτο, δηλαδή λειτουργούν ως φυσικό λίπασμα τόσο για την ίδια την καλλιέργειά τους όσο και για τις μετέπειτα σπορές ή φυτεύσεις, γι΄ αυτό και αποτελούν βασικό μέρος της αμειψισποράς.
Μπορούν να συγκαλλιεργηθούν μαζί με άλλα χειμερινά σιτηρά (π.χ. κτηνοτροφική βρώμη, κτηνοτροφικό κριθάρι και κτηνοτροφικό σιτάρι) εφόσον η παραγωγή προορίζεται για σανό, αυξάνοντας τις τελικές αποδόσεις σε παραγωγή και έσοδα.
Οι καλλιεργητές έχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε αρκετές γηγενείς, βελτιωμένες ποικιλίες, οι οποίες είναι άριστα προσαρμοσμένες στις εδαφοκλιματικές συνθήκες της χώρας μας.
Μπορούν να επιφέρουν αυτάρκεια στον κτηνοτροφικό τομέα της χώρας και έσοδα στην εγχώρια οικονομία αντικαθιστώντας πλήρως τη σόγια στη διατροφή των ζώων, η οποία είναι κατά κύριο λόγο μεταλλαγμένη, εισαγόμενη και κοστίζει ακριβά στους κτηνοτρόφους.
Τα χειμερινά ψυχανθή προσφέρουν στον παραγωγό πολλαπλά προϊόντα για να προωθήσει στην αγορά των ζωοτροφών, αφού καλλιεργούνται για τον καρπό, το σανό, για χλωρή νομή (βόσκηση) ή για την παραγωγή ενσιρωμάτων.
Η καλλιέργεια ψυχανθών υποστηρίζεται από την αναθεωρημένη Κοινή Αγροτική Πολιτική σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυξάνεται διαρκώς η ζήτηση τόσο παγκόσμια αλλά και στη χώρα μας για τα ψυχανθή χωρίς να υπάρχει η αντίστοιχη προσφορά, μιας και η εγχώρια παραγωγή δεν την καλύπτει.
Μπορούν να συγκαλλιεργηθούν μαζί με άλλα χειμερινά σιτηρά (π.χ. κτηνοτροφική βρώμη, κτηνοτροφικό κριθάρι και κτηνοτροφικό σιτάρι) εφόσον η παραγωγή προορίζεται για σανό, αυξάνοντας τις τελικές αποδόσεις σε παραγωγή και έσοδα.