Φτάνουν από το θερμοκήπιό του σε ξενοδοχεία και θέρετρα στο εξωτερικό
Ο «Μεξικάνος» και η «Κρασούλα» ετοιμάζονται να πέσουν για ύπνο. Όχι για λίγες ώρες, αλλά για έναν ολόκληρο χειμώνα και δεν είναι ...αρκούδες. Είναι δύο από τα περίπου επτακόσια είδη κάκτων, τα οποία διατηρεί οικογένεια στο φυτώριό της, στη Νέα Μαγνησία Θεσσαλονίκης. Τα υπομονετικά και ανθεκτικά φυτά βυθίζονται αυτό το χρονικό διάστημα, σιγά σιγά, στη δική τους χειμερία νάρκη και θα ανοίξουν και πάλι τα ...αγκάθια τους στις αρχές της άνοιξης.
«Ο κάκτος κοιμάται και όταν ξυπνάει έχει μεγαλώσει στο διπλάσιο μέγεθος. Κατεβάζει το υγρό του στον ύπνο του και αναπτύσσεται περισσότερο απ' όταν είναι ξύπνιος», εξηγεί ο 76χρονος Κώστας Κεχαγιάς, που έχει τέσσερα θερμοκήπια στα τέσσερα συνολικά στρέμματα που διαθέτει λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη. Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, καλλιεργεί κάκτους από όλο τον κόσμο και, όπως εξηγεί στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού/Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM», το καλοκαίρι που πέρασε οι κάκτοι από τη Νέα Μαγνησία έφτασαν εκτός από την εγχώρια αγορά, σε μεγάλα ξενοδοχεία, πάρκα και θέρετρα σε πολλές χώρες της Ευρώπης.
«Στέλνουμε πολλές παραγγελίες στην Ελλάδα, κυρίως σε νησιά που τα χρησιμοποιούν ως διάκοσμο στους χώρους τους, καθώς είναι ένα φυτό που αντέχει σε όλες τις καιρικές συνθήκες, ενώ επιπλέον κάνουμε και εξαγωγή στην Ευρώπη, με τις βαλκανικές χώρες να βρίσκονται πρώτες στην λίστα των αγοραστών. Πολλοί έρχονται από Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία για να διαλέξουν από κοντά και να αγοράσουν», σημειώνει ο κ. Κεχαγιάς.
Τα λεγόμενα «κακτοειδή» μετρούν 1800 διαφορετικά είδη στον κόσμο, ενώ στο φυτώριο βρίσκονται περισσότερα από τα μισά, με τον κ. Κεχαγιά να γνωρίζει όλα τα χαρακτηριστικά του καθενός ξεχωριστά, αλλά και τις ιδιότητές τους. «Μπορεί τον επόμενο μήνα σχεδόν να τους ξεχάσουμε», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, καθώς αφού πέσουν σε χειμερία νάρκη δεν χρειάζονται ούτε καν πότισμα, παρόλο που το καθένα απ' αυτά θέλει αγάπη κι έχει τα μυστικά του, εξηγεί.
Η ενασχόληση του κ. Κεχαγιά ξεκίνησε σαν χόμπι το 1990. Έως τότε διατηρούσε κατάστημα με ηλεκτρικά είδη και είχε αγοράσει μερικούς κάκτους για την αυλή του. Η αγάπη του για τη φροντίδα των κάκτων μεγάλωνε μέρα με τη μέρα και σταδιακά μετέτρεψε το χόμπι του σε επάγγελμα.
Μάλιστα, το θερμοκήπιο με τους κάκτους μάγεψε τον γιο και τη νύφη του, που έχουν μπει στον χώρο της σποράς, μεγαλώματος και εμπορίας και η οικογένεια διατηρεί ένα από τα μεγαλύτερα φυτώρια κάκτων στη χώρα.
«Χρειάζεται υπομονή, αλλά είναι ένα επάγγελμα με πολλές δυνατότητες εξέλιξης, όταν είσαι διατεθειμένος να το κυνηγήσεις. Οι κάκτοι έρχονται ως σποριόφυτα σε πρώιμο στάδιο,λ από την Ολλανδία και την Κορέα, κι εμείς προχωρούμε στο φύτεμα, την καλλιέργεια, το μεγάλωμα και την πώλησή τους. Κάθε κάκτος χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα, καθώς άλλα είδη ανθίζουν σε διάρκεια εννέα ετών, ενώ για ορισμένα, ο χρόνος άνθησης μπορεί να παραταθεί έως και είκοσι χρόνια», εξηγεί.
Οι κάκτοι που «ρουφούν» την ακτινοβολία
Μεγάλη ζήτηση έχει ο κάκτος που πήρε θέση δίπλα στον υπολογιστή και είναι το φυτό που, όπως λένε οι άνθρωποι του χώρους της νθοκομικής, δεσμεύει ένα μέρος της ακτινοβολίας. «Με την τηλεργασία των προηγούμενων μηνών, λόγω των περιοριστικών μέτρων για τον περιορισμό εξάπλωσης της πανδημίας και τις πολλές ώρες μπροστά στην οθόνη, δεν ήταν λίγοι αυτοί που παρήγγειλαν τον περίφημο αχινόκακτο και τον έβαλαν δίπλα στις οθόνες τους», σημειώνει ο κ. Κεχαγιάς
Στο θερμοκήπιο της οικογένειας υπάρχουν κάκτοι σε όλα τα μεγέθη με άνθη σπάνιας ομορφιάς. Φυτά ελάχιστων εκατοστών μέχρι και δεκάδων μέτρων με πολλά χρώματα αλλά φυσικά και αγκάθια. Μέχρι και στα πέντε μέτρα έφτασε ο μεγαλύτερος κάκτος, που βρίσκεται σε περίοπτη θέση στον κήπο και για να τον αγκαλιάσουν χρειάζονται τρία άτομα, όπως λένε οι ιδιοκτήτες. Σημειώνουν πως μπορεί να είναι εύκολη η παραγωγή των κάκτων γιατί χρειάζονται μόνο ελάχιστο πότισμα και αντέχουν σε κρύο και ζέστη, αλλά είναι δύσκολη η διανομή του φυτού, ειδικά στο εξωτερικό.