Ο κλάδος των γαλακτοκομικών προϊόντων περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό παραγωγικών επιχειρήσεων.
Οι μεγάλου μεγέθους γαλακτοβιομηχανίες καλύπτουν αξιόλογο μέρος της εγχώριας ζήτησης, στις περισσότερες κατηγορίες προϊόντων, καθώς διαθέτουν οργανωμένα δίκτυα διανομής και καλύπτουν γεωγραφικά το σύνολο σχεδόν της χώρας. Επιπλέον, ο παραγωγικός τομέας περιλαμβάνει αρκετές επιχειρήσεις με μικρότερη παραγωγική δυναμικότητα, οι οποίες είναι κυρίως τοπικής εμβέλειας. Ωστόσο, αρκετές από αυτές έχουν σημαντική παρουσία στις τοπικές αγορές. Ο εισαγωγικός τομέας περιλαμβάνει αρκετές επιχειρήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο κλάδο των γαλακτοκομικών και τυροκομικών προϊόντων.
Το σύνολο της πρωτογενούς παραγωγής αγελαδινού γάλακτος ανά χώρα της Ε.Ε. καθορίζεται από το σύστημα των ποσοστώσεων μέχρι και το γαλακτοκομικό έτος 2014/2015, ενώ έπειτα καταργείται. Στην Ελλάδα η πρωτογενής παραγωγή υπολείπεται των εθνικών ποσοστώσεων τα τελευταία έτη.
Η συνολική εγχώρια κατανάλωση γάλακτος (σε όγκο) κατέγραψε μείωση την τελευταία διετία (2014/13 :-4,6% και 2013/12:-9,8%). Χαρακτηριστικό της αγοράς το 2013 είναι η μείωση της κατανάλωσης στις κατηγορίες του φρέσκου (λευκού) γάλακτος (-11,6%), του γάλακτος μακράς διαρκείας (-4,2%) και του συμπυκνωμένου γάλακτος (-22%), ενώ αύξηση (αν και με συνεχώς μειούμενο ρυθμό τα τελευταία έτη) παρατηρείται στην κατανάλωση γάλακτος υψηλής παστερίωσης (+6,3%).
Η Senior Manager της Διεύθυνσης Οικονομικών και Κλαδικών Μελετών της ICAP Group, Ελένη Δεμερτζή σημειώνει σχετικά με τις τελευταίες εξελίξεις της συγκεκριμένης αγοράς: «Το 2014 εκτιμάται αύξηση της κατανάλωσης στην κατηγορία του φρέσκου (λευκού) παστεριωμένου γάλακτος (+3,8%) και μείωση στις υπόλοιπες κατηγορίες γάλακτος. Το φρέσκο παστεριωμένο γάλα εξακολουθεί να αποτελεί την κυριότερη κατηγορία γάλακτος, το δε ποσοστό συμμετοχής του στο σύνολο της κατανάλωσης εκτιμάται σε 40,4% το 2013. Ωστόσο, παρατηρείται σημαντική μείωση του ποσοστού αυτού την τελευταία επταετία, σε αντίθεση με το γάλα υψηλής παστερίωσης, το οποίο διευρύνει το μερίδιό του (30,9% το 2013). Το αντίστοιχο ποσοστό για το ισοδύναμο του συμπυκνωμένου γάλακτος διαμορφώθηκε σε 25,9% το 2013».
Όπως σημειώνει η Ελένη Βλάχου, Consultant της ICAP GROUP, η οποία επιμελήθηκε τη συγκεκριμένη κλαδική μελέτη, «η συνολική εγχώρια κατανάλωση γιαουρτιού (σε ποσότητα) υποχώρησε κατά 3,8% το 2013. Οι εισαγωγές κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα, ενώ ο βαθμός εξαγωγικής επίδοσης εκτιμάται στο 35% το 2013. Το 2014 εκτιμάται ότι παρουσιάστηκε μικρή μείωση της αγοράς τάξης του 2%. Σημαντικό μερίδιο καταλαμβάνουν τα τελευταία κυρίως έτη τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας στις περισσότερες κατηγορίες γαλακτοκομικών προϊόντων (κυρίως στο γάλα υψηλής παστερίωσης και στο γιαούρτι)».
Στo πλαίσιo της μελέτης έγινε εκτεταμένη χρηματοοικονομική ανάλυση των παραγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός για τη διετία 2013-2012 βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος εταιρειών.
Από τον ομαδοποιημένο ισολογισμό 18 παραγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου παρατηρούνται τα εξής: το σύνολο του ενεργητικού τους μειώθηκε 8% το 2013/12 και τα συνολικά ίδια κεφάλαια μειώθηκαν κατά 11,8%. Οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών του δείγματος παρουσίασαν μικρή μείωση το 2013 σε σχέση με το 2012 (-1,3%), ενώ με μεγαλύτερο ρυθμό μειώθηκαν και τα συνολικά μικτά κέρδη (-6%). Τα λειτουργικά έξοδα παραμένουν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και παρά τη μείωσή τους κατά 9,5%, το συνολικό λειτουργικό αποτέλεσμα ήταν αρνητικό και το 2013. Τελικά, οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις του δείγματος εμφάνισαν (συνολικά) σημαντικές ζημίες. Τα κέρδη EBITDA μειώθηκαν κατά 13% το 2013.