Η συμφωνία των κρατών μελών της ΕΕ για την ανταλλαγή στοιχείων σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις που αφορούν τις πολυεθνικές αποτελεί μια "χαμένη ευκαιρία" στην προσπάθεια καταπολέμησης του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και του αθέμιτου φορολογικού ανταγωνισμού, υποστήριξε την Τρίτη το ΕΚ με τη γνωμοδότηση του.
Οι ευρωβουλευτές εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους γιατί η συμφωνία της 6ης Οκτωβρίου περιορίζει αδικαιολόγητα τόσο το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για την "αυτόματη ανταλλαγή" πληροφοριών όσο και την πρόσβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις πληροφορίες αυτές.
Η συμφωνία του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών (ECOFIN) στις 6 Οκτωβρίου αποδυνάμωσε την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μεγαλύτερη διαφάνεια και ανταλλαγή πληροφοριών, προτού η επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ψηφίσει τη θέση της, στις 13 Οκτωβρίου.
"Απογοήτευση"
Σχολιάζοντας τη συμφωνία του Συμβουλίου, ο εισηγητής του ΕΚ Markus Ferber (ΕΛΚ, Γερμανία), δήλωσε τα εξής: "Αν αυτό είναι το τελικό κείμενο, τότε τα κράτη μέλη έχουν χάσει ουσιαστικά μια μεγάλη ευκαιρία για να δημιουργήσουν μεγαλύτερη διαφάνεια στη φορολογία. Οι εθνικοί προϋπολογισμοί θα συνεχίσουν να τελούν υπό πίεση. Χρειαζόμαστε μια συστηματική και υποχρεωτική διαδικασία σε επίπεδο ΕΕ. Οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών δεν θα μπορούν να αντιληφθούν ότι οι φορολογικές αποφάσεις που λαμβάνονται από άλλα κράτη μέλη υπονομεύουν τις δικές τους φορολογικές βάσεις. Οι φορολογικές αρχές θα πρέπει να υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τις φορολογικές ρυθμίσεις και να τις καθιστούν διαθέσιμες σε μια κεντρική βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής."
Τι προτείνουν οι ευρωβουλευτές, σε σύγκριση με το τι αποφάσισε τελικά το Συμβούλιο
- Περιορισμένο πεδίο εφαρμογής - Οι ευρωβουλευτές ζήτησαν οι νέοι κανόνες να ισχύσουν για όλες τις φορολογικές αποφάσεις, και όχι μόνο για τις "διασυνοριακές φορολογικές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συμφωνίες τιμολόγησης", καθώς οι εθνικές αποφάσεις μπορούν επίσης να έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις. Το Συμβούλιο περιόρισε το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας μόνο στις διασυνοριακές αποφάσεις.
- Περιορισμένος ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - Το Συμβούλιο περιόρισε σημαντικά το ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία δεν θα μπορεί να κάνει τίποτα με τις πληροφορίες που θα λαμβάνει (η Επιτροπή θα έχει μόνο περιορισμένη πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες) πέρα από το να ελέγχει εάν η οδηγία εφαρμόζεται σωστά.
- Η οδηγία δεν θα έχει αναδρομική ισχύ - Το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η οδηγία θα εφαρμοστεί μόνο για τις αποφάσεις, τροποποιήσεις ή ανανεώσεις αποφάσεων που θα λάβουν χώρα μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2016, με ορισμένες εξαιρέσεις για αποφάσεις που εκδόθηκαν, τροποποιήθηκαν ή ανανεώθηκαν την περίοδο 2012-2016.
Οι περιπτώσεις της Fiat και της Starbucks και η ανάγκη να υπάρξει διαφάνεια
Σχολιάζοντας τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 21 Οκτωβρίου σχετικά με τις φορολογικές συμφωνίες που αφορούν την παροχή κρατικών ενισχύσεων από το Λουξεμβούργο (Fiat Finance) και την Ολλανδία (Starbucks), ο κ Ferber υπογράμμισε τα εξής: "Υπάρχει επίσης μια ανταγωνιστική πλευρά στο ζήτημα των φορολογικών αποφάσεων. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να δοθεί το δικαίωμα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να έχει πρόσβαση και να μπορεί να χρησιμοποιεί τα δεδομένα αυτά για τη διερεύνηση των περιπτώσεων φοροαποφυγής και πρακτικών ντάμπινγκ προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον είναι σύμφωνες με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Γιατί αρνούνται τα κράτη μέλη την πρόσβαση της Επιτροπής στα δεδομένα αυτά; Κρύβουν κάτι; Οι πρόσφατες ετυμηγορίες της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις στις περιπτώσεις των Starbucks και Fiat αποδεικνύουν ότι θα πρέπει να της δοθεί η δυνατότητα να διαδραματίσει το ρόλο της."
Το ΕΚ υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του με 572 ψήφους υπέρ, 90 κατά και 30 αποχές.
Επόμενα βήματα
Η πρόταση οδηγίας αναμένεται να εγκριθεί σε προσεχή σύνοδο του Συμβουλίου, μετά και τη σημερινή γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Οι νέοι κανόνες θα ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου 2017. Μέχρι τότε, θα συνεχίσουν να ισχύουν οι όποιες υφιστάμενες υποχρεώσεις για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών.