Αυξήσεις στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος της τάξης του 4%-5% φέρνει η ολοκλήρωση των προαπαιτουμένων στα ενεργειακά για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, με την «μερίδα του λέοντος» να αντιστοιχεί στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και στις επιχειρήσεις με τιμολόγια μέσης τάσης.
Αναλυτικότερα, όπως αναφέρει η «Καθημερινή», οι αυξήσεις προκύπτουν από την αναγκαία αναπροσαρμογή του Ειδικού Τέλους Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) για τον μηδενισμό του ελλείμματος του λογαριασμού των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και παράλληλα τη νέα μεθοδολογία κατανομής του στις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών, που προβλέπει το μνημόνιο και αποτελεί ένα από τα συνολικά πέντε προαπαιτούμενα στον τομέα της ενέργειας.
Το θέμα του μηδενισμού του ελλείμματος καλύφθηκε κατά ένα μεγάλο μέρος με τον πρόσφατο νόμο για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, που επίσης προχώρησε στο πλαίσιο εφαρμογής των δεσμεύσεων με τους πιστωτές. Σύμφωνα με αυτόν, το μεγαλύτερο μέρος του ελλείμματος του Λειτουργού της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ) για τη διετία 2016-2017, που με βάση τις σημερινές προβλέψεις ανέρχεται σε 350 εκατ. ευρώ, μεταφέρεται στους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας κατ’ αναλογία των μεριδίων τους στη λιανική αγορά και ουσιαστικά στη ΔΕΗ η οποία κατέχει το 89% της αγοράς. Ο νέος νόμος εισάγει ειδικό τέλος προμηθευτή το οποίο θα καταλήγει στον ΛΑΓΗΕ για την αποπληρωμή των ΑΠΕ και το οποίο βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας θα πρέπει να συμπεριληφθεί στο κόστος και να μεταβιβαστεί στους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών ρεύματος.
Για τον πλήρη μηδενισμό του ελλείμματος ο νόμος προβλέπει αναπροσαρμογή του ΕΤΜΕΑΡ (τέλος που πληρώνουν οι καταναλωτές για να διασφαλισθεί η εγγυημένη τιμή των παραγωγών ΑΠΕ) με βάση απόφαση που θα εκδώσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) μέσα στον Σεπτέμβριο. Στο πλαίσιο αυτό η ΡΑΕ ανακοίνωσε στις 12 Αυγούστου ότι το ΕΤΜΕΑΡ παγώνει για τον Αύγουστο στα επίπεδα του 2015 (μεσοσταθμικό 20%) και ότι η απόφαση για την αναπροσαρμογή του θα εκδοθεί την 1η Σεπτεμβρίου. Η ημερομηνία παρήλθε, κι αυτό γιατί η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αναζητεί τρόπους αποφυγής των αυξήσεων, που σημαίνει ότι θα πρέπει να βρει εναλλακτικούς πόρους για την κάλυψη του ελλείμματος. Παράλληλα με την αναπροσαρμογή του μεσοσταθμικού ύψους του ΕΤΜΕΑΡ η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ πρέπει να αντιμετωπίσει και τις υπέρογκες αυξήσεις που προκύπτουν για κάποιες κατηγορίες καταναλωτών (αγρότες, μεγάλα ξενοδοχεία, εμπορικές αλυσίδες κ.λπ.) που με την υφιστάμενη μεθοδολογία ανακατανομής ήταν ευνοημένες.
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία την οποία η χώρα καλείται να εφαρμόσει στο πλαίσιο του μνημονίου προβλέπει η νέα μεθοδολογία να λαμβάνει υπόψη της την Οδηγία της Ε.Ε. για τις κατευθυντήριες γραμμές στήριξης της βιομηχανίας, που προβλέπει συγκεκριμένα ποσοστά ΕΤΜΕΑΡ για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες. Επιπλέον ορίζει ότι καμία κατηγορία καταναλωτών δεν θα πρέπει να επιβαρύνεται με ποσοστό ΕΤΜΕΑΡ χαμηλότερο του μεσοσταθμικού κόστους.
Το κόστος αυτό κινείται σήμερα γύρω στα 20 ευρώ η μεγαβατώρα, με την κατηγορία αγροτικών καταναλώσεων και των καταναλωτών μέσης τάσης (επιχειρήσεις) πλην ενεργοβόρων να εμφανίζουν τις μεγαλύτερες αποκλίσεις, στα 10,69 ευρώ η μεγαβατώρα και στα 10,12 ευρώ η μεγαβατώρα αντίστοιχα.
Για τις δύο αυτές κατηγορίες καταναλωτών προκύπτουν αυξήσεις όχι μόνο από την αναπροσαρμογή του ΕΤΜΕΑΡ αλλά και από τη νέα μεθοδολογία κατανομής της που πρέπει να υιοθετήσει η κυβέρνηση.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η υφιστάμενη αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης της Eυρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού περί κρατικών ενισχύσεων.
Το θέμα αποτελεί, σύμφωνα με πληροφορίες, ένα από τα «αγκάθια» των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς.