Παραγωγή και εμπορία μελιού: προβλήματα και προοπτικές

Στην Ελλάδα υπάρχουν 1,8 εκατ. μελίσσια, περίπου 21.600 μελισσοκόμοι,7.300 επαγγελματίες μελισσοκόμοι με πάνω από 150 μελίσσια   [μόνο το 15% εξ αυτών ζει επαγγελματικά από τη μελισσοκομία]  και παράγονται περίπου 20.000 τόνοι μέλι, 15-20 κιλά ανά κυψέλη.       Η μέση κατά κεφαλή κατανάλωση στην Ελλάδα είναι 1.700 γρ. το χρόνο,ενώ στις ΗΠΑ είναι περίπου  400 γρ.!

Με εξαιρετικό ενδιαφέρον δεκάδες μελισσοκόμοι από όλη την Ελλάδα και σπουδαστές μελισσοκομικών σχολών αλλά κι επισκέπτες της έκθεσης Farmer Expo Hellas 2015, παρακολούθησαν το Σάββατο 30 Μαΐου την εσπερίδα με θέμα «Παραγωγή και εμπορία μελιού: προβλήματα και προοπτικές» η οποία πραγματοποιήθηκε στο συνεδριακό κέντρο του MEC στην Παιανία. Ήταν η πρώτη φορά που η ελληνική μελισσοκομία φιλοξενήθηκε με τη δική της συνεδριακή εκδήλωση στο πλαίσιο της έκθεσης Farmer Expo Hellas κι όπως ήταν αναμενόμενο το ενδιαφέρον των συνέδρων ήταν έντονο.

Την εσπερίδα άνοιξε ο διακεκριμένος καθηγητής και κορυφαίος στον κλάδο της μελισσοκομίας, μελισσοκόμος ο ίδιος,  κ. Πασχάλης Χαριζάνης ο οποίος διδάσκει στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθήνας. Ο Π. Χαριζάνης παρουσίασε στοιχεία από την ελληνική παραγωγή μελιού και κατέρριψε μια σειρά από μύθους που έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία χρόνια στην ελληνική αγορά, όπως  αυτός περί του «Συνδρόμου κατάρρευσης του ελληνικού μελισσιού», μύθος που διακινείται από ανίδεους περί των μελισσοκομικών θεμάτων. Διευκρίνισε όμως ότι σε άλλες χώρες του κόσμου, όπως π.χ. στις ΗΠΑ, το πρόβλημα του μαζικού θανάτου μελισσών είναι έντονο κι έχει προκαλέσει κινητοποίηση των αρμόδιων αρχών. Αντίθετα στην Ελλάδα, καταγράφεται συνεχή αύξηση του αριθμού των μελισσιών κατά περίπου 3% το χρόνο- οι απώλειες προέρχονται σύμφωνα με τον Π. Χαριζάνη από κακούς χειρισμούς το χειμώνα, κακές βασίλισσες  και την κακή διατροφή. 

Ο Π. Χαριζάνης, αφού παρουσίασε τα είδη μελισσών και μελιού που διαθέτει η χώρα μας καθώς και τα κύρια προϊόντα που παράγονται από τις μέλισσες ή δια μέσου  αυτών (βασιλικός πολτός, πρόπολη, κερί κ.ά.), πληροφόρησε το κοινό για τον «άτυπο «πόλεμο» που έχει ξεσπάσει στην περιοχή της Μεσογείου με την εισαγωγή  σε διάφορες χώρες της περιοχής (Κύπρο, Μάλτα, Ιταλία, Ελλάδα κ. ά.), βασιλισσών από τη Βόρεια Ευρώπη (Γερμανία) ή τον Καύκασο, οι οποίες όμως δεν καταφέρνουν να προσαρμοστούν στις κλιματολογικές συνθήκες και συχνά δημιουργούν σημαντικά προβλήματα στους παραγωγούς.
Ο καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου αναφέρθηκε εκτενώς στο εμπόριο μελισσοκομικών προϊόντων στην Ελλάδα και παρατήρησε με ανησυχία ότι ενώ στη χώρα μας η παραγωγή βασιλικού πολτού είναι πολύ μικρή σε σχέση με τις παραγωγικές δυνατότητες, διακινούνται σημαντικές ποσότητες εισαγόμενων προϊόντων τα οποία «ελληνοποιούνται» για εμπορικούς λόγους. Το αποτέλεσμα των «ελληνοποιήσεων» αυτών είναι οι καταναλωτές να εξαπατούνται αλλά και να καταναλώνουν βασιλικό πολτό χαμηλής διατροφικής αξίας.

Στη συνέχεια το λόγο έλαβε ένας από τους κορυφαίους Έλληνες επαγγελματίες στο χώρο της τυποποίησης, ο Παντελής Κάβουρας από το Κέντρο Ελληνικής Μελισσοκομίας.  Ο Π. Κάβουρας εστίασε την παρέμβασή του στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος μελισσοκόμος- επιχειρηματίας που θα θελήσει να δημιουργήσει το δικό του τυποποιητήριο μελιού καθώς θα πρέπει να εισέλθει σε έναν …λαβύρινθο γραφειοκρατικών διαδικασιών, ορισμένες από τις οποίες είναι χρονοβόρες ενώ άλλες παντελώς περιττές. 

Ο κ. Κάβουρας αναφέρθηκε εκτενώς σε ορισμένα ζητήματα διαδικαστικής φύσης όπως το τι πρέπει να γράφουν οι ετικέτες των μελισσοκομικών προϊόντων και μάλιστα το πως πρέπει να το γράφουν έτσι ώστε να είναι σύννομες αλλά και στο πως πρέπει να είναι οργανωμένη μια μονάδα τυποποίησης μικρού μεγέθους για την εξυπηρέτηση των αναγκών ενός μεμονωμένου παραγωγού. Ειδική αναφορά έγινε από τον Π. Κάβουρα στο μείζον ζήτημα των εξαγωγών όπου διαπιστώθηκαν τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες μελισσοκόμοι στο να προσεγγίσουν μεγάλες αγορές του εξωτερικού.

Όπως ενημέρωσε το κοινό ο Π. Κάβουρας, τα σύγχρονα αναγνωρισμένα τυποποιητήρια μελιού, έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν υψηλό επίπεδο υπηρεσιών στους παραγωγούς, να τους εξασφαλίσουν πιστοποιήσεις που από μόνοι τους οι παραγωγοί θα δυσκολεύονταν να αποκτήσουν, ενώ αναφέρθηκε σε μια σειρά τεχνικά ζητήματα με ιδιαίτερο βάρος στη μελισσοκομία, όπως η  μείξη διαφορετικών ειδών μελιού πρακτική που δεν είναι παράνομη όπως διευκρίνισε και τη διέκρινε από την μείξη μελιών από διαφορετικές γεωγραφικές ή εθνικές προελεύσεις, κάτι το οποίο όπως εξήγησε είναι παράνομο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον δεν δηλωθεί. Έδωσε μάλιστα και μια ενδεικτική τιμή της τάξης των 0,35 λεπτών ανά κιλό μέλι για τους παραγωγούς που επιθυμούν να συνεργαστούν με μια εταιρεία τυποποίησης. 
Εντυπωσιακή ήταν η παρέμβαση του εκπροσώπου της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδας Νικόλαου Παλαιοκώστα, μέλος της νέας διοίκησης η οποία ανέλαβε πρόσφατα τις τύχες των Ελλήνων μελισσοκόμων σε δύσκολη για τον κλάδο συγκυρία.  Ο κ. Παλαιοκώστας, μαχητικός αγροτοσυνδικαλιστής και παθιασμένος μελισσοκόμος από την Ανατολική Αττική, παρότρυνε τους νέους να ασχοληθούν με τη μελισσοκομία παρά τα πολλά και δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει, εκτιμώντας ότι, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να αποβεί μια κερδοφόρα απασχόληση.

Ο κ. Παλαιοκώστας πληροφόρησε τους νεαρούς συναδέλφους του για τις κινήσεις της Ομοσπονδίας το τελευταίο διάστημα και ιδιαίτερα για τη συνάντησή της με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης στον οποίο ανέπτυξαν τα προβλήματα του κλάδου. «Η ελληνική μελισσοκομία χρειάζεται τη βοήθεια του κράτους αλλά όχι με τη μορφή των επιδοτήσεων που δίνονταν όλα τα προηγούμενα χρόνια και οι οποίες δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα» είπε σχολιάζοντας την πολιτική των ενισχύσεων πάνω στις οποίες στηρίζεται μεγάλο μέρος του ελληνικού αγροτικού κόσμου. Αναφέρθηκε επίσης στο Νόμο 4015/2011, ο οποίος κατά την άποψή του δεν ευνοεί την ίδρυση νέων συνεταιρισμών και ζήτησε την αλλαγή του, επέμεινε  όμως ταυτόχρονα και στην αλλαγή νοοτροπίας στο μελισσοκομικό κλάδο.

Ο κ. Παλαιοκώστας στάθηκε με σκεπτικισμό απέναντι στην άποψη ότι οι εξαγωγές μελιού μπορούν να αποτελέσουν διέξοδο για τον Έλληνα παραγωγό, μιας και τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει είναι πολλά.

Στην εσπερίδα πραγματοποίησε παρέμβαση ο Νικόλαος Αγγελόπουλος εκπροσωπώντας την εταιρεία Beewire η οποία δραστηριοποιείται στην παραγωγή συρμάτων για μελισσοκομική χρήση. Ο κ. Αγγελόπουλος αναφέρθηκε στη σχετική αγορά, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει κατακλυστεί από αμφιβόλου ποιότητας κινεζικά προϊόντα, ενώ περιέγραψε αναλυτικά τον τρόπο με τον οποίο η αμιγώς ελληνική εταιρεία Beewire κατασκευάζει τα δικά της προϊόντα, τα οποία ενσωματώνουν όλες τις κατακτήσεις της σύγχρονης τεχνολογίας στον γαλβανισμό

ΕΙΠΑΝ
Πασχάλης Χαριζάνης, καθηγητής Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

«Μια εταιρεία που τυποποιεί μέλι, πρέπει να έχει κάθε χρονιά μια σταθερή ποιότητα, σταθερό χρώμα και γεύση στο προϊόν που παράγει, γι΄ αυτό το λόγο έχουμε τις προσμίξεις μελιών μια εντελώς νόμιμη κι αποδεκτή διαδικασί,  φτάνει οι πρώτες ύλες να είναι οι σωστές. Δεν μπορούμε με ταλαιπωρημένα μέλια να φτιάξουμε άριστο προϊόν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει προδιαγραφές που πρέπει να ακολουθούμε. 

Αυτή τη στιγμή οι εταιρείες που παράγουν και συσκευάζουν τροφές για μέλισσες είναι οι πλέον οικονομικά εύρωστες στο μελισσοκομικό κλάδο, διότι οι τροφές είναι σημαντικό κομμάτι της αγοράς. Βασική αρχή είναι ότι πρέπει να δίνουμε στα μελίσσια, μικρά ή μεγάλα, τροφές γνωστής προέλευσης κι οι παραγωγοί μπορούν πλέον να τις φτιάχνουν μόνοι τους. Ο μικρός μελισσοκόμος, αυτών των 10 μελισσιών, μπορεί να τη φτιάξει πολύ εύκολα μόνο τους ενώ κι αυτός που έχει 500 μελίσσια, φτιάχνοντάς την μόνος του θα εξασφαλίσει πολλά χρήματα και θα είναι σίγουρος για το τι προσφέρει στα μελίσσια του». 
Νικόλαος Παλαιοκώστας, μέλος δ.σ. ΟΜΣΕ

«Μας δίνουν ψίχουλα, ενώ έχουμε ανάγκη από στήριξη. Το κόστος της μελισσοκομίας έχει γίνει δυσβάστακτο σήμερα και προερχόμαστε από ένα χειμώνα με τρομερά έξοδα, ειδικά για όσους μελισσοκόμους έχουν πάνω από 150 μελίσσια. Εμείς λέμε μεταφορικά ότι ‘η καλύτερη τροφή για τη μέλισσα είναι το …πετρέλαιο’, με την έννοια ότι αν δεν έχεις χρήματα δεν μπορείς να στηρίξεις τα μελίσσια σου. Δεν μπορούμε να ταΐσουμε τα μελίσσια μας με τις σωστές τροφές ή να τα μετακινήσουμε στις περιοχές που πρέπει. 

Η πώληση των προϊόντων μας στο εξωτερικό είναι δύσκολη υπόθεση: πρέπει να είμαστε παραγωγοί κι επιχειρηματίες ταυτόχρονα, ενώ ο μελισσοκόμος θα πρέπει να έχει κάθε χρόνο σταθερή παραγωγή που να καλύπτει τις απαιτήσεις των πελατών- συνεργατών του. Οι Έλληνες μελισσοκόμοι χρειάζονται ενημέρωση και τεχνική στήριξη, όχι μόνο για να αντιμετωπίσουν το χαρτομάνι των εξαγωγών, αλλά και για υλοποιήσουν τα επιχειρηματικά σχέδιά τους. Υπάρχουν κονδύλια που μπορούμε να εκμεταλλευτούμε ώστε να βελτιωθεί το εισόδημα του μελισσοκόμου αλλά και η εικόνα και η αξία των ελληνικών μελισσοκομικών προϊόντων».

 

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις