Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε επισήμως να παραταθούν έως τα τέλη Ιουνίου 2017, τα μέτρα που λειτουργούν ως «δίκτυ ασφαλείας» για τον τομέα των οπωροκηπευτικών της ΕΕ.
Κατά τη σύνοδο του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας της ΕΕ τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, ο Επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Φιλ Χόγκαν, είχε προαναγγείλει «παράταση των μέτρων για ακόμη ένα έτος, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη νέα κατάσταση της αγοράς». Τα μέτρα αυτά θεσπίσθηκαν για πρώτη φορά το 2014 ως απάντηση στη ρωσική απαγόρευση των εισαγωγών οπωροκηπευτικών από χώρες της ΕΕ και είχαν ήδη παραταθεί πέρσι. Αποσκοπούν στην χαλάρωση των πιέσεων της αγοράς για τα οπωροκηπευτικά εκείνα που εξάγονταν προηγουμένως στη Ρωσία. Περιλαμβάνουν ιδίως την απόσυρση προϊόντων είτε για τη δωρεάν διανομή τους σε φιλανθρωπικές οργανώσεις είτε για τη διάθεση με άλλους τρόπους (π.χ. ζωοτροφές, λιπασματοποίηση, απόσταξη). Τα μέτρα καλύπτουν τις ντομάτες, τα καρότα, τα λάχανα, τις γλυκοπιπεριές, τα κουνουπίδια και τα μπρόκολα, τα αγγούρια, τα μανιτάρια, τα μήλα, τα αχλάδια, τα δαμάσκηνα, τα κόκκινα φρούτα, τα νωπά επιτραπέζια σταφύλια, τα ακτινίδια, τα γλυκά πορτοκάλια, τις κλημεντίνες, τα μανταρίνια, τα λεμόνια, τα ροδάκινα και τα νεκταρίνια, τα κεράσια και τους λωτούς.
Από την έναρξη της ρωσικής απαγόρευσης τον Αύγουστο του 2014, οι συνολικές ποσότητες οπωροκηπευτικών που έχουν επωφεληθεί από τα έκτακτα μέτρα υπερβαίνουν τα 1,13 εκατ. τόνους και καλύφθηκαν από ενίσχυση εκ μέρους της ΕΕ ύψους σχεδόν 280 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι, παρά την ρωσική απαγόρευση, οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων της ΕΕ προς τρίτες χώρες έχουν αυξηθεί κατά 4 % σε αξία, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Ωστόσο, οι επιπτώσεις κατανεμήθηκαν άνισα μεταξύ των διαφόρων τομέων και χωρών.
Ο Επίτροπος κ. Χόγκαν δήλωσε σήμερα: «Η παράταση της ισχύος των μέτρων που λειτουργούν ως 'δίκτυ ασφαλείας' για τον τομέα των οπωροκηπευτικών αποτελεί απτή απόδειξη της αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τους ευρωπαίους παραγωγούς οπωροκηπευτικών, που έχουν πληγεί ιδιαίτερα άσχημα από τη συνεχιζόμενη ρωσική απαγόρευση. Μετά την επιβολή της απαγόρευσης, η Επιτροπή εφάρμοσε σειρά μέτρων για να υποστηρίξει τους παραγωγούς σε ορισμένους τομείς, αναγνωρίζοντας τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρέθηκαν».