Το πρόβλημα για την Ελλάδα δεν είναι γενικό και θεωρητικό, αλλά πολύ συγκεκριμένο και πρακτικό.
Λένε ότι, αν ακολουθήσουμε όσα επιτάσσει το μνημόνιο, η χώρα θα περάσει σε ανάπτυξη και θα έλθουν επενδύσεις από το εξωτερικό.
Το λένε τη στιγμή που και οι υπάρχουσες επενδύσεις στη χώρα λιγοστεύουν, είτε επειδή οι επιχειρήσεις κλείνουν είτε επειδή μεταναστεύουν. Και αυτό, φυσικά, έχει σαν αποτέλεσμα και την αύξηση της ανεργίας, και τα κυβερνητικά στελέχη να μας λένε κατά καιρούς ότι οι στατιστικές δείχνουν ελαφρά μείωση της ανεργίας, όταν ξέρουμε ότι, εκτός από το κλείσιμο ή τη μετανάστευση των επιχειρήσεων, αυτές οι στατιστικές δεν λαμβάνουν υπόψη και τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό των νέων Ελλήνων που μεταναστεύουν, άρα διαγράφονται από τον αριθμό των εν Ελλάδι ανέργων!
Εκτός από την εσπευσμένη, αλλά οπωσδήποτε καθυστερημένη εκταμίευση των ευρωπαϊκών κονδυλίων που για χρόνια παρέμεναν αναξιοποίητα στα ράφια, δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο ελάχιστο πρόγραμμα ούτε καν προτάσεις για την αναθέρμανση της οικονομίας
Αναπτυξιακές προοπτικές
Μην ξεχνάμε ότι, μόλις 50 χρόνια πριν (1961), στην Ελλάδα οι αγρότες αντιπροσώπευαν το 53% του πληθυσμού!
Η χώρα θα έπρεπε εδώ και δεκαετίες να επενδύσει όχι μόνο στη διατροφική της αυτάρκεια, κάτι που ήδη υφίσταται παρόλη την γεωργοκτόνα πολιτική των τελευταίων ετών, αλλά και στην εξάρτηση σε τρόφιμα άλλων χωρών από εμάς, ώστε σε μια πιθανή κρίση να έχουμε συμμάχους τους εμπορικούς μας εταίρους.
Το άλλο ζήτημα είναι ότι στις σημερινές συνθήκες της παγκόσμιας οικονομίας, μακροχρόνιες επενδύσεις δεν υπάρχουν σε καμιά χώρα του κόσμου. Κατά κανόνα, ο όγκος των επενδύσεων μειώνεται συνεχώς και οι μακροχρόνιες εξ αυτών έχουν ήδη σχεδόν εκλείψει.
Η Κίνα που μέχρι πρόσφατα προσέλκυε το μεγαλύτερο όγκο επενδύσεων στον κόσμο, σήμερα αποσταθεροποιείται και απειλείται από την επιταχυνόμενη εκροή επενδύσεων και κεφαλαίων, την οποία επιχειρεί να αντισταθμίσει δαπανώντας τα τεράστια αποθεματικά της.
Η Βραζιλία, η Ρωσία, οι αναπτυσσόμενες χώρες και η παγκόσμια οικονομία αποσταθεροποιούνται σήμερα λόγω της εκροής κεφαλαίων και επενδύσεων. Ακόμη και η Γερμανία πάσχει από σοβαρό έλλειμμα μακροχρόνιων επενδύσεων, όπως επισημαίνει ο ΟΟΣΑ
Καθώς οι παγκόσμιες κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να επιτύχουν το δύσκολο στόχο του πληθωρισμού του 2%, η άνοδος τιμών καταναλωτή και η πτώση τιμών βασικών εμπορευμάτων δείχνουν ότι οι παγκόσμιες προοπτικές σταθερού πληθωρισμού το 2016 είναι περιορισμένες.
Το ΔΝΤ προβλέπει αύξηση κατά 1,2% στις προηγμένες τιμές καταναλωτή το 2016 και περαιτέρω πτώση κατά 2,4% της τιμής πετρελαίου, η οποία υποχώρησε σχεδόν κατά $20 ανά βαρέλι έως τον Δεκέμβριο του 2015.
Μονό το ένα πέμπτο (20%) των επιχειρήσεων σχεδιάζει να αυξήσει τις τιμές πώλησης τους ερχόμενους 12 μήνες. Το γεγονός ότι το 74% των επιχειρήσεων παγκοσμίως σχεδιάζουν αυξήσεις μισθών κατά τη διάρκεια των ερχόμενων 12 μηνών και ότι το 18% των επιχειρήσεων αναμένουν ότι οι αυξήσεις θα είναι άνω του πληθωρισμού, φαίνεται να είναι είναι καλό νέο για τις καταναλωτικές δαπάνες.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει εκφράσει την πεποίθησή της ότι η χώρα έχει ξεπεράσει τις αποπληθωριστικές πιέσεις που δημιούργησαν προβλήματα και σύγχυση στην αρχή του 2015, με την πρώτη αύξηση επιτοκίων σε σχεδόν 10 χρόνια.
Η αύξηση επιτοκίων πραγματοποιείται τη στιγμή που το 28% των επιχειρήσεων στην Αμερική σχεδιάζει να αυξήσει τις τιμές πώλησης το 2016 και το 27% των επιχειρήσεων σχεδιάζει αυξήσεις μισθών άνω του πληθωρισμού, σημειώνοντας αύξηση κατά 17 μονάδες.
Αυτή η αύξηση της αγοραστικής δύναμης καταναλωτών θα πρέπει να συμβάλει στη διασφάλιση επιθυμητού ρυθμού αυξήσεων τιμών. Στην ΕΕ, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν κατάφερε, ακόμα, να σταματήσει τον αποπληθωρισμό. Τον Δεκέμβριο, ο πληθωρισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανήλθε σε 0,2%, από -0,1% τρεις μήνες νωρίτερα. Το 17% των επιχειρήσεων της ΕΕ σχεδιάζει να αυξήσει τις τιμές πώλησης τους ερχόμενους 12 μήνες, σε σύγκριση με 13% πέρυσι.
Φαίνεται ότι μια ακόμα από τις μεγαλύτερες οικονομίες πλησιάζει τον στόχο του πληθωρισμού του 2%. Η Ιαπωνία, η οποία έχει καταπολεμήσει τον αποπληθωρισμό το 2012 και το 2013,κατέγραψε σταθερό επίπεδο πληθωρισμού πέρυσι. 5% των επιχειρήσεων της χώρας σχεδιάζει να αυξήσει τις τιμές πώλησης το 2016, έναντι -4% των επιχειρήσεων που καταγράφηκε το τελευταίο τρίμηνο του 2014.
Αντίθετα, οι μεγάλες οικονομίες στη Λατινική Αμερική συνεχίζουν τη διαμάχη με τον γρήγορα αυξανόμενο πληθωρισμό.
Το ΔΝΤ προβλέπει ότιοι τιμές καταναλωτή στη Βραζιλία και στην Αργεντινή θα αυξηθούν κατά 6,3% και 25,6% αντίστοιχα το 2016, ενώ τα εθνικά τους νομίσματα θα αποδυναμωθούν περαιτέρω. Σχετική σταθερότητα καταγράφηκε στο Μεξικό, με προβλεπόμενη αύξηση κατά 3%. Στη Βραζιλία,43% των επιχειρήσεων σχεδιάζει να αυξήσει τις τιμές πώλησης το 2016, ενώ στο Μεξικό (-8%) καιστην Αργεντινή (-16%) έχουν παρουσιαστείμεγάλες αρνητικές διακυμάνσεις κατά 96 και 56 μονάδες αντίστοιχα, σε σχέση με τις προσδοκίες για το 2015
Με δεδομένη την παγκόσμια αύξηση του πληθυσμού, τα τρόφιμα είναι ένας τομέας ζωτικής σημασίας, που μελλοντικά θα αποτελέσει παγκοσμίως τη μέγιστη προτεραιότητα για κάθε κράτος, αλλά και το υπ’ αριθμόν ένα μέσο άσκησης εξωτερικής πολιτικής