Του Γιάννη Χατζηχρήστου*
Η πρόσφατη ετήσια αναφορά του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (10-6-2016) για τις αναμενόμενη παραγωγή, ζήτηση (άρα και τιμές) των βασικών αγροτικών προϊόντων παγκοσμίως (σιτάρι, καλαμπόκι, ρύζι, σόγια, ζάχαρη, μπαμπάκι και προϊόντα κτηνοτροφίας) συνήθως αποκρύπτεται από τα ελληνικά ΜΜΕ. Οι επίσημες αυτές αναφορές, που βασίζονται τόσο στην στατιστική επεξεργασία των δεδομένων παραγωγής, της παγκόσμιας ζήτησης και των μετεωρολογικών συνθηκών όσο και στην επιβεβαίωσή τους από δορυφορικές λήψεις απ’ όλο τον κόσμο, αποτελούν πάντα το εφτασφράγιστο μυστικό των εμπόρων, ιδιαίτερα την εποχή που κλείνουν τα συμβόλαια αγοροπωλησίας με τους τοπικούς παραγωγούς, που έχουν πάντα κάθε λόγο να κερδοσκοπήσουν διαρρέοντας οι ίδιοι ή μέσω των γνωστών «παπαγάλων» «εκτιμήσεις» όπως τους βολεύουν.
Τι προβλέπουν λοιπόν για φέτος αυτές οι αναφορές:
Για το σιτάρι αναμένεται μεν αύξηση της συνολικής αναμενόμενης παγκόσμιας παραγωγής κατά 3,9εκ τόνους, που θα καλύψει μερικά την αυξανόμενη ζήτηση στην Ινδία, την ΕΕ και την Ινδονησία. Οι καθυστερημένες βροχές στην Γαλλία και άλλες περιοχές της Ευρώπης και η πτώση της παραγωγής στην Βραζιλία και το Μεξικό, αναμένεται να οδηγήσουν στην πτώση της ποιότητας του προϊόντος από αυτές τις περιοχές και στην αύξηση του αντίστοιχου κόστους παραγωγής τους. Τα συνολικά αναμενόμενα παγκόσμια αποθέματα στο τέλος της περιόδου 16/17 δεν αναμένεται να αυξηθούν δραματικά.
- Ως προς την διεθνή τιμή του, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή διαμορφώνεται πάντα με ισχυρή συσχέτιση και από την αντίστοιχη τιμή του πετρελαίου (!). Οι διακυμάνσεις των τιμών σίτου συνήθως ακολουθούν τις τιμές του πετρελαίου με δίμηνη ή τρίμηνη καθυστέρηση.
- Ως εκ τούτου, δεν αναμένεται πτώση των τιμών σίτου για την τρέχουσα περίοδο σε σχέση με την προηγούμενη.
Για τα δευτερεύοντα σιτηρά (καλαμπόκι, κριθάρι κλπ) αναμένεται μείωση της παραγωγής των ΗΠΑ , στην Αργεντινή και την Βραζιλία (η παραγωγή και η ζήτηση στις υπόλοιπες χώρες παραμένει σχεδόν αμετάβλητη). Αυτό αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση της διεθνούς τιμής αυτών των προϊόντων κατά 7-8% περίπου.
Τα παγκόσμια αποθέματα ρυζιού αναμένονται να αυξηθούν οριακά, στοιχείο που δείχνει διαμόρφωση συνθηκών σταθερότητας της αναμενόμενης τιμής.
Η αναμενόμενη πτώση παραγωγής των σπόρων σόγιας στην Βραζιλία, Ουρουγουάη και την Κίνα, σε συνδυασμό και με τις κακές φωτεινές επιδόσεις της παραγωγής των ΗΠΑ, δείχνουν ότι θα οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση τόσο των ζωοτροφών όσο και των υπο-προϊόντων σόγιας.
Φαίνεται ότι θα συνεχιστεί και φέτος η παγκόσμια ζήτηση ζάχαρης (κυρίως στην αγορά των ΗΠΑ). Η μειωμένη φετινή παγκόσμια παραγωγή προβλέπεται να οδηγήσει σε ανάλωση αποθεμάτων που υπολογίζονται στον δείκτη αναπλήρωσης αποθεμάτων με αρνητικό ποσοστό 15,85%.
Για τα βασικά κτηνοτρφικά προϊόντα (κόκκινο κρέας και γάλα) αναμένεται μειωμένη παγκόσμια παραγωγή λόγω και της αύξησης του κόστους των ζωοτροφών αλλά και σημαντικά αυξημένη ζήτηση προϊόντων γάλακτος.
Τέλος για το βαμβάκι η συνεχιζόμενη μείωση της ζήτησης από την Κίνα, κυρίως λόγω της πτώσης του ρυθμού της βιομηχανικής της παραγωγής και δευτερευόντως της Ινδίας δείχνει ότι θα οδηγήσει σε πτώση των διεθνών τιμών, σε συνδυασμό και με την αυξημένη παραγωγή στην Τουρκία.
Για περισσότερες πληροφορίες και για λόγους διαφάνειας, όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να παρακολουθεί παρόμοιες αναφορές και τις διακυμάνσεις των τιμών σε αξιόπιστα διεθνή παρατηρητήρια, όπως πχ στο http://www.usda.gov/oce/commodity/wasde για την παραγωγή και τις τιμές στις ΗΠΑ και στο www.pecad.fas.usda.gov/ για τα αντίστοιχα διεθνή.
Ενδεχομένως να είναι αν καταφέρει να αποβάλει κάποια στιγμή την πολύ κακιά συνήθεια να διαπραγματεύεται μόνος του τις τιμές των προϊόντων του (ή να σχεδιάζει και την παραγωγή της επόμενης χρονιάς) στηριγμένος στην κατευθυνόμενη παραπληροφόρηση εμπορικών κύκλων και χωρίς υπεύθυνη επιστημονική υποστήριξη. Αυτά οδηγούν πάντα στην πολύ ασθενή διαπραγματευτική ικανότητα με «τον γνωστό» ή τον κουμπάρο του κουμπάρου (που εκπροσωπεί στις περισσότερες των περιπτώσεων) τα γνωστά μεγαλοσυμφέροντα. Οι συνήθειες αυτές πάντα οδηγούν και στην αύξηση του κόστους των εισροών και στο να πουλιέται σχεδόν πάντα το προϊόν σε πολύ κακές τιμές (από την οπτική του παραγωγού).
Αυτό που δεν λένε αυτά τα γραφήματα είναι ότι φέτος από το 4% το φορολογικό κόστος θα ανέλθει στο 4,1%. Όπως και το ότι οι τιμές ζωοτροφών αυξήθηκαν κατά 34% την τελευταία πενταετία, το κόστος λιπασμάτων κατά 19% και το αντίστοιχο των φυτοφαρμάκων κατά 9,6%...
Με αυτά στον νου, νομίζω ότι είναι πλέον καιρός «να το πάρουμε κάπως αλλιώς»
Γιάννης Χατζηχρήστος
Μαθηματικός-βιοπαραγωγός
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις