Καθημερινά, το τελευταίο χρονικό διάστημα, δημοσιεύματα και αναρτήσεις στο διαδίκτυο επιχειρούν να δημιουργήσουν την εντύπωση πως για ένα ενδεχόμενο ναυάγιο στην υπόθεση της ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ την ευθύνη θα έχει το ΥΠΕΝ. Πρόκειται για αναφορές που απέχουν από την πραγματικότητα και αντικειμενικά υπηρετούν συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες.
Θυμίζουμε πως η αλλαγή στους όρους του διαγωνισμού που περιορίζει το ποσοστό της Αζέρικης SOCAR στο 49% έγινε από τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ.
Η κυβέρνηση σε καμία φάση δεν παρενέβη στους όρους του διαγωνισμού.
Αντιθέτως, η πλευρά των Αζέρων φαίνεται πως επιζητά αλλαγή των όρων επιδιώκοντας να της δοθεί το σύνολο των διαθεσίμων της εταιρείας με το Δημόσιο να παραιτείται, ταυτόχρονα, από το δικό του μερίδιο. Αλήθεια, πώς αξιολογείται μια τέτοια συμπεριφορά ενός υποψηφίου επενδυτή; Πώς συνάδει με ένα νέο επενδυτικό πλάνο που θα αναπτύξει την εταιρεία;
Ισχυρίζονται διάφοροι κύκλοι ότι η τελευταία τροπολογία της κυβέρνησης δυναμιτίζει το επενδυτικό κλίμα μιας και θέτει σε κίνδυνο την υποψηφιότητα της SOCAR. Οφείλουν όλοι αυτοί να μας πουν αν υπηρετείται το επενδυτικό κλίμα με την αύξηση της τάξης του 68% στα τέλη χρήσης του δικτύου που μεταφράζεται σε επιβάρυνση του ενεργειακού κόστους για την εγχώρια παραγωγή και τα νοικοκυριά.
Είναι φανερό πως τα κατευθυνόμενα δημοσιεύματα των τελευταίων εβδομάδων από την μια θέλουν να υπονομεύσουν την ενεργειακή - αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης και από την άλλη επιχειρούν να μετακυλύουν σε αυτήν ευθύνες για μια ενδεχόμενη αποχώρηση της SOCAR που θα οφείλεται τελικώς, εάν συμβεί, σε άλλες αιτίες.
Η κυβέρνηση πορεύεται αταλάντευτα με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και με σεβασμό στους διεθνείς και ευρωπαϊκούς κανόνες.