Aν θέλουμε η χώρα να σταθεί στα δικά της πόδια και να βγει από την κρίση ένας από τους τομείς που πρέπει να στηρίξουμε είναι η αγροτική παραγωγή.
Ο αγρό-διατροφικός τομέας καλύπτει τρείς διακριτούς αλλά και αλληλένδετους τομείς οικονομικής δραστηριότητας:
- Την αγροτική παραγωγή όπου παράγεται το σύνολο των τροφίμων, είτε ως τελικά προϊόντα είτε ως πρώτη υλη για τα μεταποιημένα τρόφιμα (πρωτογενής τομέας).
- Την μεταποίηση τροφίμων όπου επεξεργάζεται, μεταποιεί, τυποποιεί, και διακινεί τα τρόφιμα είτε στην τελική τους μορφή είτε σε προπαρασκευασμένη μορφή για περαιτέρω επεξεργασία από άλλες μεταποιητικές βιομηχανίες τροφίμων (δευτερογενής τομέας).
- Την εμπορία & διάθεση τροφίμων όπου τα τρόφιμα διανέμονται μέσω χονδρεμπορίου και λιανεμπορίου προς κατανάλωση στο σπίτι, στο εστιατόριο, ξενοδοχεία κλπ (τριτογενής τομέας).
Η σημασία του αγρό-διατροφικού τομέα στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας είναι εμφανής και μόνο από το γεγονός πως πάνω από 1 εκατομμύριο επιχειρήσεις -εκμεταλλεύσεις και πάνω από 2 εκατομμύρια άτομα εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα σε αυτόν δημιουργώντας προστιθέμενη αξία ύψους 17,3 δις Ευρώ.
Στη μεταποίηση, παρότι δραστηριοποιείται μόλις το 1,6% των εμπλεκομένων επιχειρήσεων, δημιουργείται το 25,5% της προστιθέμενης αξίας.
Οι απόψεις ότι οι αγρότες είναι ευνοημένοι σε σχέση με άλλες κατηγορίες εργαζομένων ακόμα και επιχειρηματιών στην περίοδο της κρίσης δεν είναι παρά μόνο παραπλανητικές.
Αν πραγματικά όλοι οι αγρότες είχαν σταθερά και ανάλογα εισοδήματα με τους άλλους εργαζομένους ,επιχειρηματίες, δεν θα είχαν θεσπισθεί οι αγροτικές επιδοτήσεις σε όλες τις χώρες του κόσμου και εάν δεν είχαμε κρίση κάνεις δεν θα ασχολούνταν με τους αγρότες.
Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται τραγική υποχώρηση της ντόπιας παραγωγής αγελαδινού κρέατος και γάλακτος η όποια οφείλεται στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας της γαλακτοπαραγωγής αγελαδινού. Τα αίτια της οποίας πρέπει να αναζητηθούν στην πολιτική εγκατάλειψης του κλάδου αυτού της κτηνοτροφίας και στην αδυναμία να εκσυγχρονιστεί ο κλάδος μετά το 1981 .
Η ελληνική αγροτική παραγωγή καθηλώθηκε στα επίπεδα του 1980 και δεν ακολούθησε την αύξηση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων από τον ελληνικό πληθυσμό, όπως ήταν αναμενόμενο καθώς βελτιώνονταν το βιοτικό του επίπεδο. Ο ελληνικός αγροτικός τομέας δεν μπόρεσε να αντέξει τον ανταγωνισμό των εισαγομένων χωρίς δασμούς αγροτικών προϊόντων.
Για να καταφέρει ο σύγχρονος αγρότης παγκοσμίως να παράγει, πρέπει να κάνει χρήση πολλών υπηρεσιών και εφοδίων τα οποία στο παρελθόν φάνταζαν μη απαραίτητα και τα οποία αναδιαμορφώνουν το τελικό κόστος των προϊόντων.
Οι παλιοί αγρότες δυστυχώς παραμένουν δύσπιστοι στα καινούργια προϊόντα, στις νέες μεθόδους παραγωγής, στις νέες τεχνολογίες. Οι νεότεροι και πιο μορφωμένοι και περισσότερο ανοιχτοί να δοκιμάσουν και να πειραματιστούν με νέες τεχνολογίες που μπορούν να προάγουν την καλλιέργεια τους. Όμως το κράτος απουσιάζει από δίπλα τους, αδιαφορεί για τις ανάγκες και τις αγωνίες τους.
Οι διαθέσιμοι πόροι κατευθύνονται είτε για αντιπαραγωγικές και πελατειακές επιδοτήσεις είτε για απολύτως άχρηστο μηχανολογικό εξοπλισμό.
Τα πιο πετυχημένα παραδείγματα είναι εκείνα που προέκυψαν από τις προσπάθειες μεμονωμένων παραγωγών τους οποίους το κράτος όχι μόνον δεν βοήθησε, αλλά αντίθετα τους έβαλε και τους βάζει του κόσμου τα εμπόδια. Μια πετυχημένη πολιτική στον αγροτικό τομέα δεν χρειάζεται παρά να σχεδιαστεί με βάση αυτά τα παραδείγματα και να κατευθύνει όλους τους διαθέσιμους πόρους για την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων.
Πόσοι γνωρίζουν για παράδειγμα την τιμή ενός φακέλου 1000 σπόρων τομάτας οι οποίες προορίζονται για την παραγωγή μισού στρέμματος θερμοκηπίου κατά τη διάρκεια μιας καλλιεργητικής περιόδου;
Η ευρωπαϊκή πολιτική αγροτικής ανάπτυξης βοηθά τις αγροτικές περιοχές να αντιμετωπίσουν τις ποικίλες οικονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές προκλήσεις του 21ου αιώνα. Συχνά αποκαλούμενη «δεύτερος πυλώνας» της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), η πολιτική αγροτικής ανάπτυξης συμπληρώνει το σύστημα των άμεσων ενισχύσεων σε γεωργούς και τα μέτρα διαχείρισης των γεωργικών αγορών (ο λεγόμενος «πρώτος πυλώνας»). Η πολιτική αγροτικής ανάπτυξης έχει πολλούς κοινούς στόχους με τα άλλα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (ΕΔΕΤ).
Πλαίσιο της ΕΕ για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης
Τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες καταρτίζουν τα δικά τους προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης με βάση τις ανάγκες των εδαφών τους και τουλάχιστον τέσσερις από τις ακόλουθες έξι κοινές προτεραιότητες της ΕΕ:
- προώθηση της μεταφοράς γνώσεων και της καινοτομίας στη γεωργία, στη δασοκομία και στις αγροτικές περιοχές
- βελτίωση της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας όλων των τύπων γεωργίας και προώθηση των καινοτόμων γεωργικών τεχνολογιών και της βιώσιμης διαχείρισης των δασών
- προώθηση της οργάνωσης της αλυσίδας τροφίμων, της καλής μεταχείρισης των ζώων και της διαχείρισης των κινδύνων στον τομέα της γεωργίας
- αποκατάσταση, διατήρηση και ενίσχυση των οικοσυστημάτων που συνδέονται με τη γεωργία και τη δασοκομία
- αύξηση της αποδοτικότητας των πόρων και στήριξη της μετάβασης προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα που θα είναι ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή, όσον αφορά τους τομείς της γεωργίας, της παραγωγής τροφίμων και της δασοκομίας,
- προώθηση της κοινωνικής ένταξης, της μείωσης της φτώχειας και της οικονομικής ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές.
Το σχέδιο αυτό χρηματοδοτήθηκε με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η παρούσα δημοσίευση (ανακοίνωση) δεσμεύει μόνο τον συντάκτη της και η Επιτροπή δεν ευθύνεται για τυχόν χρήση των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτήν.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις