«Ας μην έχει την αυταπάτη ο υπουργός και η κυβέρνηση ότι θα το πετύχουν εύκολα. Το οργανωμένο αγροτικό κίνημα έχει, πλέον, την εμπειρία και οι αγωνιζόμενοι αγρότες, μαζί με τους συμμάχους μας, μπορούμε ν’ αντιμετωπίσουμε τις κυβερνητικές μπαγαποντιές και τρικλοποδιές» σημειώνει και υπογραμμίζει ο Βαγγέλης Μπούτας πρόεδρος της Ενωτικής Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων ν. Καρδίτσας, απαντώντας στις ανακοινώσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Βαγγέλη Αποστόλου, ανακοινώσεις που αφορούν στην έγκαιρη καταβολή των επιδοτήσεων/ενισχύσεων, στις αποζημιώσεις για τις καταστροφές στην παραγωγή και στο αγροτοκτηνοτροφικό κεφάλαιο με κονδύλια από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης, στην «Κάρτα του Αγρότη», καθώς και στις εκκλήσεις του κ. Αποστόλου προς τους αγρότες για «διάλογο» με την κυβέρνηση.
Η Δήλωση Β. Μπούτα Προέδρου ΕΟΑΣΚ
Στη δήλωσή του ο Β. Μπούτας αναφέρει: «Κάτ’ αρχάς να επισημάνω ότι οι εξαγγελίες της κυβέρνησης γίνονται τώρα που κλιμακώνονται οι αγροτικές κινητοποιήσεις. Κάποιες αφορούν σε χρήματα που δικαιούνται οι αγρότες και δεν τους τα χαρίζει η κυβέρνηση, (πχ καταβολή επιδοτήσεων/ενισχύσεων), άλλες είναι απλώς υποσχέσεις για ψίχουλα, (πχ, αποζημιώσεις από Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης) κι άλλες είναι προς όφελος των τραπεζιτών και των ποροβιομηχάνων και όχι των αγροτών, (πχ, «Κάρτα του Αγρότη»). Στόχο έχουν να περάσουν στην «κοινή γνώμη» – προπάντων στους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα των πόλεων κι όχι τόσο μέσα στους αγρότες που ξέρουν περί τίνος πρόκειται – την άποψη ότι οι αγροτικές κινητοποιήσεις δεν έχουν κανένα λόγο να γίνουν, αφού, τάχα, η κυβέρνηση ενδιαφέρεται για τον αγροτικό κόσμο και δίνει άμεσα λύσεις στα προβλήματά του.
Μ’ αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση επιχειρεί να στρέψει τα άλλα λαϊκά στρώματα ενάντια στις αγροτικές κινητοποιήσεις και να υποκινήσει τον λεγόμενο «κοινωνικό αυτοματισμό», δημιουργώντας ρήγμα στην συμμαχία που, ως μικρομεσαίοι αγρότες, θέλουμε να έχουμε με τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα του χωριού και της πόλης.
Ας μην έχει την αυταπάτη ο υπουργός και η κυβέρνηση ότι θα το πετύχουν εύκολα. Το οργανωμένο αγροτικό κίνημα έχει, πλέον, την εμπειρία και οι αγωνιζόμενοι αγρότες, μαζί με τους συμμάχους μας, μπορούμε ν’ αντιμετωπίσουμε τις κυβερνητικές μπαγαποντιές και τρικλοποδιές.
Οσον αφορά στις εκκλήσεις για «διάλογο», το οργανωμένο αγροτικό κίνημα είναι κίνημα διεκδίκησης και έχουμε ξεκαθαρίσει, πολλές φορές, ότι δεν πρόκειται να πάμε σ’ ένα «διάλογο» με την κυβέρνηση που δεν θα γίνει για την ικανοποίηση των συγκεκριμένων
διεκδικήσεων που περιλαμβάνονται στο πλαίσιο αιτημάτων που έχουμε καθορίσει και για τα οποία βγαίνουμε στους δρόμους.
Τα αιτήματα αυτά τα γνωρίζει ο υπουργός – είναι τα ίδια που είχαμε στα μπλόκα του περασμένου χειμώνα κι απορρίφθηκαν, σχεδόν στο σύνολό τους, τότε από την κυβέρνηση- αλλά αντί να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις επ’ αυτών, «περί άλλα τυρβάζει». Και μας καλεί σε «διάλογο», όχι για την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων μας, αλλά, στην ουσία, για το πόσα και ποια θα δεχτούμε να χάσουμε ακόμα.
Εμείς προχωράμε, σταθερά, για την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων με στήσιμο ισχυρών μπλόκων σ’ όλη τη χώρα στις 23 Γενάρη, όπως αποφασίσαμε, μετά από εκτενή συζήτηση, ομόφωνα, στη μαζική πανελλαδική σύσκεψη. Και, βεβαίως, τότε, όχι μόνο δεν θα αρνηθούμε συνάντηση με την κυβέρνηση, αλλά θα την επιδιώξουμε, προκειμένου, κάτω και από την πίεση του αγώνα, να ικανοποιηθούν τα συγκεκριμένα και ζωτικής σημασίας για τους μικρομεσαίους αγρότες αιτήματα.
Αλλωστε η κυβέρνηση έχει βρει «προθύμους» για τον «διάλογο» που προτείνει και, ήδη, έχουν γίνει συναντήσεις – φανερές και κρυφές -του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης με κάποιους απ’ αυτούς. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο υφυπουργός, Β. Κόκκαλης, ο οποίος οργανώνει «διαλόγους» για το πώς θα υλοποιηθεί, στο πλαίσιο του νόμου για το διαχωρισμό των αγροτών σε «κατά κύριο επάγγελμα, ή μη» που ψήφισε η κυβέρνηση, η πρόταση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου να θεωρείται «κάτ’ επάγγελμα αγρότης» αυτός που το 100% του εισοδήματός του προέρχεται από την αγροτική απασχόληση και όχι το 51% που ισχύει σήμερα. Αν περάσει κάτι τέτοιο θα έχει ως συνέπεια από τους 800.000, περίπου, που σήμερα θεωρούνται «κάτ’ επάγγελμα» αγρότες στη χώρα μας, να μείνουν το πολύ 150.000, με τους «κομμένους» να μην δικαιούνται επιδοτήσεις/ενισχύσεις, ούτε να συμμετέχουν στα διάφορα προγράμματα, να μην έχουν το αφορολόγητο κλπ.
«Πρόθυμοι» για τέτοιου είδους «διάλογο» είναι τα διάφορα σχήματα – τοπικά και πανελλαδικά – που κινούνται στον «ντορό» του ευρωμονοδρόμου κι εκπροσωπούν τα συμφέροντα μιας χούφτας μεγαλοαγροτών – αγροτοκαπιταλιστών, οι οποίοι θέλουν να επιταχυνθεί η συγκέντρωση της γης και της παραγωγής σε λίγα χέρια και να φύγουμε από τη μέση οι μικρομεσαίοι αγρότες. Τα σχήματα αυτά, όλο το προηγούμενο διάστημα είναι άφαντα και κάθε φορά που ξεκινούν οι αγροτικές κινητοποιήσεις εμφανίζονται σαν «διάττοντες αστέρες», με στόχο να υπονομεύσουν και να ξεστρατίσουν τον αγώνα από την πορεία διεκδίκησης των αιτημάτων επιβίωσης της μικρομεσαίας αγροτιάς.»