Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή κατέληξαν σε πολιτική συμφωνία, ώστε να αυξηθούν σημαντικά η ποιότητα και η ανεξαρτησία της έγκρισης τύπου και των δοκιμών, να αυξηθούν οι έλεγχοι των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν ήδη στην αγορά της ΕΕ και να ενισχυθεί το συνολικό σύστημα με ευρωπαϊκή εποπτεία.
Οι συννομοθέτες της ΕΕ κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή τον Ιανουάριο του 2016 για την πλήρη αναμόρφωση του πλαισίου «έγκρισης τύπου» οχήματος της ΕΕ: των κανόνων για την πιστοποίηση ότι ένα όχημα πληροί όλες τις απαιτήσεις για να διατεθεί στην αγορά και των κανόνων για αυστηρό έλεγχο της συμμόρφωσης των κατασκευαστών με τη νομοθεσία της ΕΕ.
Ο κ. Γίρκι Κάταϊνεν, Αντιπρόεδρος αρμόδιος για την απασχόληση, την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, δήλωσε: «Με αυστηρότερους κανόνες, η τήρηση των οποίων θα ελέγχεται αυστηρότερα, η αυτοκινητοβιομηχανία έχει τη δυνατότητα να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Μόλις λίγες εβδομάδες μετά τις προτάσεις της Επιτροπής για την καθαρή κινητικότητα, η σημερινή συμφωνία αποτελεί ένα ακόμη ορόσημο στις ευρύτερες προσπάθειες της ΕΕ να ενισχύσει την παγκόσμια πρωτοπορία της αυτοκινητοβιομηχανίας μας όσον αφορά τα καθαρά και ασφαλή οχήματα.»
Η κ. Ελζμπιέτα Μπιενκόβσκα, Επίτροπος αρμόδια για την εσωτερική αγορά, τη βιομηχανία, την επιχειρηματικότητα και τις ΜΜΕ, δήλωσε: «Το Dieselgate αποκάλυψε τις αδυναμίες του ρυθμιστικού μας συστήματος και του συστήματος εποπτείας της αγοράς. Γνωρίζουμε ότι ορισμένοι κατασκευαστές αυτοκινήτων προέβαιναν σε απάτη και ότι κάποιοι άλλοι εκμεταλλεύονταν υφιστάμενα κενά. Για να τεθεί ένα τέλος, προχωρούμε στην αναμόρφωση του συστήματος στο σύνολό του. Ύστερα από δύο σχεδόν έτη διαπραγματεύσεων, χαιρετίζω το γεγονός ότι τα κύρια στοιχεία της πρότασής μας έγιναν δεκτά, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης για πραγματικές εξουσίες εποπτείας και επιβολής σε επίπεδο ΕΕ. Στο μέλλον, η Επιτροπή θα μπορεί να διενεργεί ελέγχους επί των αυτοκινήτων, να δρομολογεί διαδικασίες ανάκλησης σε επίπεδο ΕΕ και να επιβάλει πρόστιμα ύψους έως και 30 000 ευρώ ανά αυτοκίνητο, σε περίπτωση παραβίασης της νομοθεσίας.»
Τα βασικά στοιχεία των νέων κανόνων είναι τα εξής:
1.Ενίσχυση της ποιότητας και της ανεξαρτησίας της έγκρισης τύπου και των δοκιμών πριν από τη διάθεση ενός αυτοκινήτου στην αγορά:
Οι τεχνικές υπηρεσίες θα πρέπει να υποβάλλονται σε τακτικούς και ανεξάρτητους έλεγχους, βάσει αυστηρών κριτηρίων επίδοσης, προκειμένου να λαμβάνουν και να διατηρούν τον ορισμό τους από ένα κράτος μέλος για τον έλεγχο και την επιθεώρηση νέων μοντέλων αυτοκινήτων. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα είναι σε θέση να αμφισβητήσουν έναν ορισμό σε περίπτωση παρατυπίας.
Οι εθνικές αρχές έγκρισης τύπου θα υπόκεινται σε ελέγχους από την Επιτροπή, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι σχετικοί κανόνες τηρούνται και επιβάλλονται με αυστηρότητα σε ολόκληρη την ΕΕ.
Η πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση του συστήματος αμοιβής, ώστε να αποφεύγεται η άμεση καταβολή αμοιβής στις τεχνικές υπηρεσίες από τον κατασκευαστή, δεν διατηρήθηκε.
2.Αύξηση των ελέγχων των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν ήδη στην αγορά της ΕΕ:
Ενώ οι ισχύοντες κανόνες για την έγκριση τύπου προβλέπουν κυρίως εκ των προτέρων ελέγχους πρωτοτύπων από τη γραμμή παραγωγής, στο μέλλον, τα κράτη μέλη θα διεξάγουν τακτικούς δειγματοληπτικούς ελέγχους σε οχήματα που διατίθενται ήδη στην αγορά τους και τα σχετικά αποτελέσματα θα δημοσιοποιούνται.
Όλα τα κράτη μέλη θα μπορούν πλέον να λάβουν άμεσα μέτρα διασφάλισης κατά μη συμμορφούμενων οχημάτων στην επικράτειά τους, χωρίς να πρέπει να περιμένουν να αναλάβει δράση η αρχή που έχει χορηγήσει την έγκριση τύπου, όπως ισχύει σήμερα.
3.Ευρωπαϊκή εποπτεία:
Στο μέλλον, η Επιτροπή θα διενεργεί ελέγχους στην αγορά ανεξάρτητα από τα κράτη μέλη και θα έχει τη δυνατότητα να δρομολογεί ανακλήσεις σε επίπεδο ΕΕ. Θα έχει την εξουσία να αμφισβητήσει τον ορισμό τεχνικών υπηρεσιών και να επιβάλει διοικητικές ποινές σε κατασκευαστές ή τεχνικές υπηρεσίες ύψους έως και 30 000 ευρώ ανά μη συμμορφούμενο όχημα.
Η Επιτροπή θα ηγηθεί ενός νέου φόρουμ για την επιβολή των κανόνων ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη ερμηνεία της σχετικής νομοθεσίας της ΕΕ, η πλήρης διαφάνεια σχετικά με τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης και η καλύτερη και πιο συντονισμένη εποπτεία της αγοράς από τα κράτη μέλη.
Ο νέος κανονισμός διατηρεί την ισχύουσα απαγόρευση συστημάτων αναστολής, για την οποία οι εθνικές αρχές έχουν τη μόνιμη αρμοδιότητα αστυνόμευσης και επιβολής, όμως προχωρά και παραπέρα. Στο μέλλον οι κατασκευαστές αυτοκινήτων θα πρέπει να παρέχουν πρόσβαση στα πρωτόκολλα λογισμικού των αυτοκινήτων. Το μέτρο αυτό συμπληρώνει τη δέσμη μέτρων για τις εκπομπές υπό πραγματικές συνθήκες οδήγησης, η οποία καθιστά πολύ δύσκολη την καταστρατήγηση των απαιτήσεων σχετικά με τις εκπομπές, ενώ περιλαμβάνει και υποχρέωση των κατασκευαστών να γνωστοποιούν τις στρατηγικές τους για τη μείωση των εκπομπών, όπως ισχύει στις ΗΠΑ.
Ο κανονισμός για την έγκριση τύπου συμπληρώνει ορισμένες άλλες σημαντικές πρωτοβουλίες της Επιτροπής για την καθαρή κινητικότητα, συμπεριλαμβανομένων των νέων και βελτιωμένων δοκιμών εκπομπών οχημάτων, οι οποίες κατέστησαν υποχρεωτικές στις 1 Σεπτεμβρίου 2017 και των προτάσεων για νέους στόχους εκπομπών CO2, ώστε να επιταχυνθεί η μετάβαση προς οχήματα χαμηλών ή μηδενικών εκπομπών.
Επόμενα βήματα
Η προκαταρκτική πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή στις λεγόμενες τριμερείς διαπραγματεύσεις πρέπει πλέον να εγκριθεί επίσημα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Στη συνέχεια, ο κανονισμός θα είναι άμεσα εφαρμοστέος σε όλα τα κράτη μέλη και η εφαρμογή του θα καταστεί υποχρεωτική από την 1η Σεπτεμβρίου 2020.
Ιστορικό
Στο πλαίσιο αυτό των κανόνων που ισχύουν σήμερα, η ΕΕ καθορίζει το νομικό πλαίσιο, αλλά ο έλεγχος της συμμόρφωσης των κατασκευαστών αυτοκινήτων αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των εθνικών αρχών. Μόλις ένα αυτοκίνητο πιστοποιηθεί σε ένα κράτος μέλος, μπορεί να κυκλοφορήσει ελεύθερα σε ολόκληρη την ΕΕ. Μόνο, η εθνική αρχή που έχει χορηγήσει την έγκριση τύπου μπορεί να λάβει επανορθωτικά μέτρα, όπως η εντολή ανάκλησης και η επιβολή διοικητικών κυρώσεων, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.
Η Επιτροπή είχε ήδη ξεκινήσει την επανεξέταση του πλαισίου έγκρισης τύπου ΕΕ για τα μηχανοκίνητα οχήματα, όταν αποκαλύφθηκε η υπόθεση της Volkswagen τον Σεπτέμβριο του 2015. Μετά την υπόθεση αυτή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι απαιτούνται ακόμη πιο εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις για να αποτραπεί η επανάληψη περιπτώσεων μη συμμόρφωσης και υπέβαλε σχετικές προτάσεις στις 27 Ιανουαρίου 2016.
Παράλληλα, η Επιτροπή εξακολουθεί να παρακολουθεί κατά πόσον οι ισχύοντες κανόνες εφαρμόζονται σωστά από τα κράτη μέλη και παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις προσπάθειες των εθνικών αρχών όσον αφορά ρυπογόνα αυτοκίνητα που βρίσκονται ήδη σε κυκλοφορία.
Η Επιτροπή υποστήριξε τις εργασίες των κρατών μελών με την ανάπτυξη κοινής μεθοδολογίας δοκιμών προκειμένου να ελέγχεται η ύπαρξη συστημάτων αναστολής που αλλοιώνουν τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών και να εξασφαλίζεται η συνοχή των αποτελεσμάτων των εθνικών ερευνών. Εξέδωσε οδηγίες για να βοηθήσει τις αρχές των κρατών μελών να αξιολογούν κατά πόσον ένας κατασκευαστής αυτοκινήτων χρησιμοποιεί συστήματα αναστολής ή άλλες στρατηγικές που οδηγούν σε υψηλότερες εκπομπές του οχήματος εκτός του κύκλου δοκιμών και για να αναλύουν αν αυτές οι εκπομπές δικαιολογούνται.
Η Επιτροπή, πέραν του να διασφαλίζει τη δίκαιη μεταχείριση των πελατών, εξασφαλίζει, επίσης, ότι τηρούνται οι κανόνες ανταγωνισμού και θα εξακολουθήσει να το κάνει.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις