Ο κ Γ Πολυχρονάκης , ειδικός Σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών INCOFRUIT – HELLAS δήλωσε :
«Aναφερόμαστε στο μεγάλο πρόβλημα του βαθμού αξιοπιστίας των εξαγομένων ελληνικών οπωροκηπευτικών προϊόντων, τα οποία παρά την διεθνώς παραδεκτή υπεροχή των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών τους και την τεράστια πρόοδο των τελευταίων ετών στους τομείς της τυποποίησης και της διείσδυσης στις μεγάλες καταναλωτικές αγορές της Ευρώπης, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο δυσφήμησης και υποβάθμισης της παρουσίας τους στις αγορές αυτές ,λόγω του προβλήματος που επί σειρά ετών καταγγέλλει ο Σύνδεσμος μας, της αποστολής δηλαδή στο εξωτερικό φορτίων ατυποποίητων προϊόντων απ ευθείας από τους αγρούς ,από Έλληνες και Βαλκάνιους "εμπόρους", χωρίς κανένα σεβασμό των κανόνων υγιεινής και ανάγκης προστασίας της υγείας των καταναλωτών.
Παρά τις καταγγελίες μας, η πρακτική συνεχίζεται ,δυστυχώς και με την ανοχή τοπικών παραγόντων και αρμοδίων που θεωρούν ότι έτσι ικανοποιούνται περισσότερο τα συμφέροντα των παραγωγών λόγω κάποιας μεγαλύτερης τιμής που τους προσφέρουν οι πιο πάνω ευκαιριακοί "έμποροι", από την τιμή που προκύπτει από τον διεθνή ανταγωνισμό στο επίπεδο του υγιούς τυποποιημένου εμπορίου.
Επιβεβαίωση του ανωτέρω προβληματισμού μας αποτελεί η έκθεση του έμπειρου Εμπορικού Συμβούλου της Πρεσβείας μας στο Βουκουρέστι, σχετικά με την εξέλιξη της αγοράς οπωροκηπευτικών στη Ρουμανία, η οποία σημειωτέον αποτελεί κύριο προορισμό των προϊόντων μας με περίπου 186,000 τόνους ετησίως.
Στην έκθεση αυτή αναφέρεται ότι λόγω και της σημαντικής βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου του ρουμανικού λαού η αγορά έχει γίνει αρκετά ελκυστική και υφίσταται μία ολοένα αυξανόμενη "επίθεση" από ανταγωνιστές μας (Ισπανία, Ιταλία, Ισραήλ, Ν.Αφρική, Αίγυπτο, Τουρκία κλπ)΄ παρά το γεγονός ότι ο Ρουμάνος καταναλωτής αναγνωρίζει και εμπιστεύεται μέχρι σήμερα τουλάχιστον τα ελληνικά προϊόντα. Μελανό όμως σημείο και αδυναμία των ελληνικών προϊόντων επισημαίνεται ότι είναι η ανωτέρω περιγραφόμενη δραστηριότητα των ευκαιριακών "εμπόρων" οι οποίοι στο βωμό της απόκτησης κάποιων πρόσκαιρων κερδών ,δίνουν έδαφος και όπλα στους ανταγωνιστές μας για να μας εκτοπίσουν από την ρουμάνικη αγορά.
Επισημαίνουμε για μια ακόμη φορά ότι η δραστηριότητα αυτή θα πρέπει να παταχθεί και να σταματήσει εντελώς, διότι άλλως η ζημιά που θα επέλθει στην ομαλή απορρόφηση της παραγωγής των οπωροκηπευτικών προϊόντων μας θα είναι τεράστια και τότε θα πρέπει κάποιοι να εξηγήσουν στους παραγωγούς που θα χάσουν ένα μεγάλο αγοραστή των προϊόντων ,την ρουμάνικη δηλαδή αγορά αλλά και άλλες αγορές, ποιό θα είναι τελικά το πραγματικό συμφέρον τους»