Με ενδιαφέρον παρακολουθήσαμε την παρουσίαση της «Εθνικής στρατηγικής για το βαμβάκι» που έγινε στην Αλίαρτο με ομιλητές τον Υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ. Κόκκαλη, τον Πρόεδρο της Δ.Ο.Β. κ. Μάρκου και άλλους γεωπόνους, καθηγητές, τεχνοκράτες.
Πέραν των τριών κατευθύνσεων, τις στρατηγικές για την ενημέρωση και κατάρτιση των αγροτών, τη δημιουργία εθνικού φακέλου ποιότητας και την αντιστοιχία ποιότητας και τιμής παρουσιάστηκαν και άλλες χρήσιμες πληροφορίες για την αγορά, την ευφυή γεωργία, τις νέες τάσεις στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, της μόδας κ.α.
Δεν έγινε όμως καμία αναφορά στην προοπτική και βιωσιμότητα της φθίνουσας καλλιέργειας του εθνικού προϊόντος της χώρας και δεν αποδείχθηκε ότι από μόνη της η «στροφή προς την ποιότητα, που είναι απαραίτητη κατά τη γνώμη μου, διασφαλίζει και τη βιωσιμότητά της.
Με παρέμβασή μου επισήμανα τα εξής:
Είναι επιτακτική ανάγκη στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για τη ΝΕΑ ΚΑΠ το κονδύλι που αφορά στη συνδεδεμένη βάμβακος να μη μειωθεί όπως έγινε στην τελευταία διαπραγμάτευση που μειώθηκε κατά (16 εκατ. €).
Πρέπει να είμαστε σε επαγρύπνηση στις διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ ώστε να μην χαθούν κεκτημένα δικαιώματα για το προϊόν που επιτρέπουν να ενισχύεται.
Είναι αναγκαίο μέσα από την αναμόρφωση του κανονισμού του ΕΛΓΑ να προστατεύεται η καλλιέργεια πλήρως από όλους τους κινδύνους συμπεριλαμβανομένης και της κλιματικής αλλαγής.
Επίσης επιβάλλεται να δημιουργηθούν συνθήκες ειλικρινούς συνεργασίας ανάμεσα στους παραγωγούς, τους προμηθευτές εισροών και ιδιαίτερα με τους εκκοκκιστές οι οποίοι αποδεδειγμένα τα τελευταία χρόνια κερδοσκοπούν εις βάρος τους, διότι ενώ έχουν την ευχέρεια είτε να προπωλούν είτε να μεταπωλούν τις ποσότητες εκκοκκισμένου βάμβακος, αγοράζουν το σύσπορο με ανοιχτές τιμές και τις «κλείνουν» όποτε αυτοί το κρίνουν σκόπιμο, με αποτέλεσμα σχεδόν πάντα να απογοητεύονται οι προσδοκίες των πρώτων.
Προκλήθηκε μεγάλη εντύπωση γιατί κανείς από τους αρμοδίους δεν αναφέρθηκε στη θεσμοθετημένη και σε ισχύ σύμβαση αγοραπωλησίας βάμβακος η οποία πρέπει να υπογράφεται και από τα δύο μέρη, παραγωγό και εκκοκκιστή – έμπορα, με την τιμή που ισχύει τη συγκεκριμένη στιγμή της παράδοσης του προϊόντος, πρακτική που δεν εφαρμόζεται και θα μπορούσε τρόπο τινά να διαφυλάξει τον παραγωγό από κερδοσκοπικά παιχνίδια.
Κλείνοντας εστίασα στο τρίπτυχο που κατά την άποψή μου θα μπορούσε να δώσει προοπτική διατήρησης της καλλιέργειας:
α) Μείωση του κόστους παραγωγής (συγκεκριμένα μέτρα που αφορούν στην πολιτεία και άλλα που αφορούν στους παραγωγούς)
β) Προσπάθεια μέσα από την έρευνα και νέες καλλιεργητικές πρακτικές για αύξηση του μέσου όρου των στρεμματικών αποδόσεων
γ) Προσυμφωνημένη πώληση του προϊόντος με συγκεκριμένους προκαθορισμένους όρους, αποδεκτούς και από τα δύο μέρη «κλεισίματος» της τιμής του προϊόντος και επιπρόσθετα προκαθορισμένο πριμ ποιότητας ανάλογα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του προϊόντος.
Η διατήρηση της καλλιέργειας είναι αναγκαία για τη χώρα, όλοι μαζί και ο κάθε ένας ξεχωριστά πρέπει να πράξει τα απαραίτητα, αλλά μόνο με ειλικρινή συνεργασία ανάμεσα στους εμπλεκόμενους αυτό δύναται να επιτευχθεί.