«Λαμβάνοντας υπ’ όψη τις δυσάρεστες εξελίξεις με τη νόσο της πανώλης των χοίρων στη Βουλγαρία, σε ποιες άμεσες ενέργειες θα προβείτε προκειμένου να αποτρέψετε την είσοδο της νόσου στην Ελλάδα». Τα παραπάνω ζητά να πληροφορηθεί ο πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, με ερώτηση που απευθύνει στους υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ. Μάκη Βορίδη και Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κωστή Χατζηδάκη.
Ο Θεσσαλός πολιτικός στην ερώτησή του επισημαίνει ότι «η πανώλη των χοίρων, μια ζωονόσος που μπορεί να επιφέρει καταστρεπτικά αποτελέσματα σε όλη την αλυσίδα παραγωγής και εμπορίας του χοίρειου κρέατος εξαιτίας της απουσίας θεραπείας, της υψηλότατης μεταδοτικότητάς της και των επειγόντων μέτρων που λαμβάνονται σε περίπτωση κρούσματος, την καθιστούν σήμερα ως τη σημαντικότερη απειλή για την ελληνική χοιροτροφία λόγω της εξάπλωσης της μετά τη Ρουμανία και στη Βουλγαρία.
Σύμφωνα με δηλώσεις του υφυπουργού Γεωργίας της Βουλγαρίας (Real News, 07.08.2019), οι αρχές της γειτονικής χώρας έχουν αποτύχει να ελέγξουν την εξάπλωση της νόσου με αποτέλεσμα να έχει ήδη σφαγιασθεί το 25% του χοίρειου ζωικού κεφαλαίου, ενώ οι προβλέψεις δεν είναι ευνοϊκές, παρά τα δραστικά μέτρα που έχουν ληφθεί.
Η εκτεταμένη συνοριακή γραμμή της χώρας μας με τη Βουλγαρία θα πρέπει να σημάνει συναγερμό για τις αρμόδιες υπηρεσίες ώστε να ληφθούν τάχιστα τα απαραίτητα μέτρα αποτροπής εισόδου της απειλητικής αυτής νόσου στην Ελλάδα.
Το ζήτημα το είχαμε θέσει κατ’ επανάληψη δια του κοινοβουλευτικού ελέγχου και στις προηγούμενες ηγεσίες των αρμόδιων υπουργείων -με παραπομπή στις προτάσεις της Περιφέρειας Θεσσαλίας- για τα αυξημένα μέτρα που πρέπει να παρθούν στις πύλες εισόδου της χώρας, λόγω της μεταδοτικότητας της νόσου και τους φόβους για εξάπλωση στη γειτονική μας χώρα. Ωστόσο, παρά τις απαντήσεις για τις δράσεις που έχουν αναληφθεί και το ρυθμιστικό νομοθετικό πλαίσιο, εύλογα ανακύπτουν ερωτήματα για την πρακτική εφαρμογή των μέτρων, εφόσον δεν υπάρχει και το κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό να τα εφαρμόσει».