Η ηλεκτροκίνηση είναι ένα αναδυόμενο αναπτυξιακό μοντέλο πιο φιλικό προς το περιβάλλον που έχει τη δυναμική να τονώσει την απασχόληση και τις επενδύσεις. Γι’ αυτό, στόχος της κυβέρνησης είναι να προαχθεί με πολιτικές που θα ενώνουν τις εθνικές δυνάμεις και δημιουργούν συνέργειες ανάμεσα στην Πολιτεία, τον ιδιωτικό τομέα και την ακαδημαϊκή κοινότητα ώστε να αξιοποιηθούν τα τεχνολογικά, καινοτομικά, περιβαλλοντικά, ενεργειακά, επιχειρηματικά και αναπτυξιακά της πλεονεκτήματα.
Αυτό τόνισε μεταξύ άλλων η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πόρων του Υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος, κ. Αλεξάνδρα Σδούκου κατά την ομιλία της σε ημερίδα που διοργάνωσε το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ).
Όπως σημείωσε, «Η μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση αποτελεί βασικό πυλώνα της πολιτικής της σημερινής κυβέρνησης και του Υπουργείου μας. Πρόκειται για πολιτική με μεγάλα περιβαλλοντικά και οικονομικά πλεονεκτήματα που προβάλλει ως σημαντικό βήμα για τη βιώσιμη κινητικότητα στις πόλεις»
Η κ. Σδούκου παρέθεσε στοιχεία για τις αρνητικές συνέπειες από τις εκπομπές ρύπων, τονίζοντας ότι το ένα τέταρτο των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου στην Ευρώπη προέρχονται από τον τομέα των Μεταφορών και το 70% του ποσοστού αυτού αφορά τα οχήματα.
«Η Κομισιόν έχει θέσει ως στόχο τη μείωση των μέσων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στα νέα επιβατικά αυτοκίνητα και ελαφρά φορτηγά κατά 30% έως το 2030 σε σχέση με τα επίπεδα του 2021. Οι χώρες που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες σε θέματα περιβάλλοντος έχουν ήδη αποφασίσει πως η ηλεκτροκίνηση αποτελεί βασικό συστατικό της λύσης για την επίτευξη των δεσμεύσεων τους απέναντι στους Ευρωπαϊκούς στόχους. Η ευρωπαϊκή εμπειρία έχει δείξει ότι η υιοθέτηση ενός ολοκληρωμένου πακέτου μέτρων και κινήτρων που θα υποστηρίζει την ηλεκτροκίνηση τόσο σε εθνικό, όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, είναι ο οδηγός για την ανάπτυξη του κλάδου», είπε.
Για παράδειγμα, η Νορβηγία, που παρουσιάζει το μεγαλύτερο μερίδιο νέων πωλήσεων ηλεκτρικών αυτοκινήτων, έχει υιοθετήσει πολιτικές που περιλαμβάνουν την εξαίρεση του ΦΠΑ, την εξαίρεση από την καταβολή διοδίων στους δρόμους, την ελεύθερη διέλευση σε λεωφορειολωρίδες, δωρεάν δημοτική στάθμευση και δωρεάν μεταφορά σε πλοία. Επίσης, με την εισαγωγή ειδικών πινακίδων κυκλοφορίας για τα ηλεκτρικά οχήματα, δίνει τη δυνατότητα για ευκολότερη υιοθέτηση κινήτρων στους δήμους
«Σίγουρα, απέχουμε πολύ από το να γίνουμε Νορβηγία», σημείωσε η κ. Σδούκου, με δεδομένο ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ πρώιμο στάδιο όσον αφορά στην ηλεκτροκίνηση. «Δεν είναι όμως αυτό το ζητούμενο, να σχεδιάζουμε μεγαλεπίβολα έργα. Μπορούμε για αρχή να θέσουμε έναν ρεαλιστικό εθνικό στόχο: Η Ελλάδα στοχεύει να πετύχει διείσδυση ηλεκτρικών αυτοκινήτων 1% της αγοράς επιβατικών αυτοκινήτων μέχρι το 2021 και περίπου 10% το 2030. Και ξεκινά από πολύ χαμηλή βάση, καθώς λιγότερα από 300 ηλεκτρικά αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν νόμιμα στη χώρα στα τέλη του 2018, ενώ οι σταθμοί φόρτισης, σχεδόν όλοι τοποθετημένοι από ιδιωτική πρωτοβουλία, περιορίζονταν σε 70-80 σε όλη την επικράτεια. Επομένως, πρέπει να θέσουμε ποσοτικούς στόχους σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Δεύτερον, θα πρέπει το παραπάνω να συνδυαστεί με τη θέσπιση κατάλληλων κινήτρων, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία, ώστε να επιτευχθούν οι εθνικοί στόχοι. Κίνητρα που θα αφορούν στους ιδιώτες, τις επιχειρήσεις, τους επαγγελματίες και θα αφορούν στην αγορά ηλεκτροκίνητων οχημάτων, αλλά και στην ανάπτυξη δικτύου υποδομών.
Τέλος, θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως τα αξιοποιούν οι άλλες χώρες.
«Στόχος της κυβέρνησης είναι η προώθηση των καθαρών μεταφορών και ο περιορισμός των εκπομπών καυσαερίων, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας στους τομείς της οικονομίας που σχετίζονται με την ηλεκτροκίνηση και η περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ και των συστημάτων αποθήκευσης που σχετίζονται με υποδομές ηλεκτροκίνησης», κατέληξε ηκ. Σδούκου.