Μάχη με τον χρόνο δίνει η Ευρώπη για να διασώσει την ανάκαμψη που πέτυχε στο τρίτο τρίμηνο, καθώς το δεύτερο κύμα της πανδημίας που άρχισε να γίνεται απειλητικό στο πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου αφήνει και πάλι βαριά τα σημάδια του πάνω στην οικονομία
Μάχη με τον χρόνο δίνει η Ευρώπη για να διασώσει την ανάκαμψη που πέτυχε στο τρίτο τρίμηνο, καθώς το δεύτερο κύμα της πανδημίας που άρχισε να γίνεται απειλητικό στο πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου αφήνει και πάλι βαριά τα σημάδια του πάνω στην οικονομία, αφού τα νέα lockdowns έχουν παραλύσει μεγάλο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας.
Παρότι οι νέοι περιορισμοί σε κάποιες χώρες δεν είναι τόσο αυστηροί όσο στο πρώτο κύμα της Ανοιξης με πολλά σχολεία και βιομηχανίες να παραμένουν σε λειτουργία, τα μέτρα αναμένεται να οδηγήσουν την οικονομία σε νέα επιβράδυνση, καθώς παρά το ισχυρό ρεμπάουντ του δεύτερου τριμήνου, η οικονομική δραστηριότητα παραμένει πολύ χαμηλότερα από τα προ της πανδημίας επίπεδα.
Η Ευρωζώνη βρισκόταν στο χείλος της ύφεσης πριν ακόμη χτυπήσει την πόρτα της η πανδημία, υπό το βάρος των εμπορικών εντάσεων, των ανησυχιών για το Brexit και τα σκάνδαλα των αυτοκινητοβιομηχανιών με τις παραβιάσεις των ορίων εκπομπών ρύπων. Αφού χτυπήθηκε σκληρότερα από τις υπόλοιπες ανεπτυγμένες οικονομίες του πλανήτη από το πρώτο κύμα του κορωνοϊού, βυθίζοντάς την στην χειρότερη ύφεση όλων των εποχών στο πρώτο εξάμηνο του έτους, ανέκαμψε εν μέρει στο τρίτο τρίμηνο. Ομως, και πάλι αναμένεται να γυρίσει σε ύφεση ή στην καλύτερη περίπτωση σε στασιμότητα στο τέταρτο τρίμηνο, επαληθεύοντας το δυσοίωνο σενάριο της διπλής ύφεσης. Μία νέα πτώση θα είχε τεράστιες επιπτώσεις, ειδικά για τις επιχειρήσεις του κλάδου υπηρεσιών, όπως εστιατόρια, ξενοδοχεία και αερομεταφορείς, που έχουν παραλύσει από την κρίση.
Ηδη, το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, Ιζαμπέλ Σνάμπελ, έκρουσε πρόσφατα τον κώδωνα του κινδύνου εξηγώντας ότι η σημερινή ύφεση δεν μοιάζει με καμία άλλη του παρελθόντος επειδή είναι κρίση του κλάδου υπηρεσιών και αυτό μεγαλώνει ακόμη περισσότερο τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι διαμορφωτές πολιτικής.
Ενα «φωτεινό» σημείο μέσα σε όλη αυτή την αβεβαιότητα και δυσπραγία είναι η είδηση για τα εμβόλια των Pfizer και Moderna, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αναχαίτιση του κορωνοϊού. Είναι τουλάχιστον ένα φως στην άκρη του τούνελ αλλά «δεν αλλάζουν τους όρους του παιχνιδιού», όπως αναφέρουν αναλυτές. Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ και όχι μόνο, εμφανίστηκε επιφυλακτική, λέγοντας ότι ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς και ότι απαιτείται σταθερή στήριξη και από τη δημοσιονομική πολιτική. Το εμβόλιο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «γέφυρα» για την ανάπτυξη, όχι όμως ως πανάκεια, καθότι το πρόβλημα δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί εν μία νυκτί.
Ακόμη και εάν ένα αποτελεσματικό εμβόλιο εγκριθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες, θα χρειαστούν πολλοί μηνες για να παραχθεί, διανεμηθεί και χρησιμοποιηθεί σε έναν επαρκή αριθμό ατόμων για να μπορέσει να επιστρέψει η οικονομική δραστηριότητα στην κανονικότητα. Οικονομολόγοι ανησυχούν ότι πριν συμβεί αυτό πολύ περισσότερες επιχειρήσεις θα πτωχεύσουν, ωθώντας σε άνοδο την ανεργία, ενώ ακόμη και όταν τελειώσει η πανδημία θα υπάρχουν μεγάλα τμήματα της οικονομίας που θα συνεχίσουν να υφίστανται ζημίες διαρκείας, όπως αερομεταφορείς και λιανεμπόριο. Ηδη, πολλές από τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν δεν θα δημιουργηθούν ποτέ ξανά. Μέσα σε όλα αυτά και η προειδοποίηση της ΕΚΤ ότι η πανδημία θα συσσωρεύσει επισφαλή δάνεια ύψους 1,4 τρισ.ευρώ σε ένα ακραίο σενάριο, που δεν είναι πλέον δύσκολο να επαληθευτεί και το οποίο είναι πολύ χειρότερο συγκριτικά με την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
«Το εμβόλιο θα αλλάξει τα πράγματα, όχι όμως αύριο. Η κρίση θα προκαλέσει κάποιες πληγές, σε ορισμένους κλάδους και περιοχές», αναφέρει χαρακτηριστικά η Λουκρέτζια Ρέιχλιν, καθηγήτρια οικονομικών στο London Business School και πρώην επικεφαλής του τμήματος ερευνών της ΕΚΤ. Η ίδια συστήνει ότι για να αποφευχθεί μία πληθώρα χρεοκωπιών μεταξύ των μικρών, οικογενειακού τύπου, επιχειρήσεων, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις «πρέπει να γίνουν πολύ πιο πρωτοποριακές», προσφέροντας επιδοτήσεις ή κάνοντας ενέσεις κεφαλαίου.
Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Αυστρία έχουν ήδη δεσμευθεί να παράσχουν επιπλέον βοήθεια πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ για να αντισταθμίσουν τις απώλειες εσόδων στις επιχειρήσεις που επλήγησαν από τα τελευταία lockdowns. Ο Βίτορ Κονστάνσιο, πρώην Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, ανέφερε ότι και άλλες χώρες θα ακολουθήσουν σύντομα και μάλιστα αυξάνοντας πολύ περισσότερο την οικονομική βοήθεια στους πληγέντες τομείς. Το εμβόλιο, είπε χαρακτηριστικά, θα έρθει πιθανότατα μέχρι την επόμενη Ανοιξη, όμως έως τότε θα πρέπει να παραμείνουν βιώσιμες οι επιχειρήσεις.
Η Μόνικα Σνάιτζερ, καθηγήτρια Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και σύμβουλος της γερμανικής κυβέρνησης, προχωρά ένα βήμα παραπέρα και αναφέρει ότι επιχειρήσεις, όπως καταστήματα, ξενοδοχεία και καφέ που στηρίζονται τα μέγιστα στην πελατεία, βρίσκονταν «σε μία φάση δομικής αναδιάρθρωσης ακόμη και προτού ξεσπάσει η κρίση αλλά αυτό επιταχύνθηκε από την κρίση….αυτοί οι τομείς θα πρέπει να αλλάξουν». Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι τα περιοριστικά μέτρα στην Ευρώπη δεν έγιναν τόσο αισθητά σε κανένα άλλο μέρος όσο στις Βαλεαρίδες Νήσους της Ισπανίας, όπου η τοπική οικονομία εξαρτάται αποκλειστικά από την προσέλκυση τουριστών, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει 21% το δωδεκάμηνο που έληξε στα τέλη Σεπτεμβρίου. Για ολόκληρο το έτος δε, αναμένεται πτώση 30%, πολύ χειρότερη συγκριτικά με αυτή που υπέστη από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Ακόμη ένα «μαξιλάρι» για την ευρωπαϊκή οικονομία είναι το ταμείο ανάκαμψης ύψους 750 δισ.ευρώ, στο οποίο συμφώνησαν οι ηγέτες της Ε.Ε. τον Ιούλιο για να υποστηρίξει τις έξτρα δαπάνες. Ομως και εδώ υπάρχουν θέματα. Για να μπορέσει να τεθεί σε ισχύ, οι χώρες μέλη θα πρέπει να ξεπεράσουν πρώτα την αντίθεση της Ουγγαρίας και της Πολωνίας στη ρήτρα που εξαρτά την εκταμίευση των ευρωπαϊκών πόρων με το σεβασμό του κράτους δικαίου από τα κράτη μέλη της Ε.Ε..Ακόμη και στην περίπτωση που υποθέσουμε ότι ανοίγει ο δρόμος, θα χρειαστεί χρόνος για να αρχίσει να διοχετεύονται κεφάλαια προς τις χώρες μέλη.
Πόσος χρόνος λοιπόν θα χρειαστεί για να έρθει η ανάκαμψη; Και ποιές οι επιπτώσεις στην απασχόληση; Ερωτήματα που δεν μπορούν να απαντηθούν από κανέναν, αφού δεν είναι γνωστό πόσο ακόμη θα διαρκέσει η πανδημία και τί μορφή θα πάρει. Ηδη, αξιωματούχοι της ΕΚΤ αναθεώρησαν πτωτικά τις προβλέψεις τους αναμένοντας τώρα ότι η οικονομία της Ευρωζώνης δεν θα επανέλθει στα προ του κορωνοϊού επίπεδα πριν από τα τέλη του 2022. Επιπλέον, η Κομισιόν καλεί τις κυβερνήσεις να συνεχίσουν με δημοσιονομικά μέτρα στήριξης, γεγονός που σημαίνει ότι η χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων θα παραταθεί πολύ περισσότερο απ΄ό,τι αναμενόταν αρχικά.