Αναγκαία και επιβεβλημένη θεωρεί η ΕΛΕΤΑΕΝ την αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ που αποφάσισε η ΡΑΕ, ωστόσο θεωρεί ως απαράδεκτη τη χρέωση αυτής της εξέλιξης στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την ανάπτυξή τους στην Ελλάδα.
Όπως ανακοινώνει η ΕΛΕΤΑΕΝ “η νέα αναπροσαρμογή του ΕΤΜΕΑΡ που ανακοινώθηκε, κατέστη, δυστυχώς, απολύτως αναγκαία και αναπόφευκτη εξαιτίας των απίθανων καθυστερήσεων τα τελευταία τέσσερα χρόνια στην επίλυση των βασικών προβλημάτων και στην προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών, τόσο στην αγορά ηλεκτρισμού συνολικά, όσο και στον μηχανισμό χρηματοδότησης των Α.Π.Ε. και της ΣΗΘΥΑ.
Δυστυχώς, πολλές από τις προτάσεις που είχε καταθέσει εδώ και πάρα πολύ καιρό η Ρ.Α.Ε. – αλλά και οι φορείς της αγοράς, όπως η ΕΛΕΤΑΕΝ – που στόχευαν στην άρση αυτών των στρεβλώσεων, δεν έγιναν αποδεκτές και δεν εφαρμόστηκαν όταν έπρεπε από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες.
Αυτό οδήγησε τη Ρ.Α.Ε. να λάβει αυτή την απόφαση, λειτουργώντας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, προκειμένου να διασφαλιστούν οι ελάχιστες προϋποθέσεις για να συνεχιστεί η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, αφού πλέον η αναπροσαρμογή του ΕΤΜΕΑΡ αποτελεί την έσχατη λύση για την ενίσχυση του ΛΑΓΗΕ (Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας), προκειμένου ο τελευταίος να μπορεί να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του.
Κυρίως όμως, η απόφαση της Ρ.Α.Ε. ουσιαστικά «αγοράζει» και πάλι χρόνο στο ΥΠΕΚΑ και του δίνει την ευκαιρία, ώστε αυτό να επιλύσει τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα που μαστίζουν την αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και των Α.Π.Ε., αποβαίνουν σε βάρος των καταναλωτών και της εθνικής οικονομίας, υπονομεύουν τη βιωσιμότητα του μηχανισμού στήριξης των Α.Π.Ε. και συνεπώς και της ανάπτυξης των Α.Π.Ε., που αποτελούν μια από τις ελάχιστες ελπίδες της εθνικής οικονομίας για έξοδο από την κρίση.
Τα προβλήματα αυτά απαιτείται να επιλυθούν άμεσα.
Το γεγονός ότι το έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ και άρα και η νέα αναπροσαρμογή του ΕΤΜΕΑΡ, δεν έχει σχέση με την Αιολική Ενέργεια και το ύψος της αποζημίωσης που αυτή λαμβάνει, έχει τεκμηριωθεί επαρκώς εδώ και πάρα πολύ καιρό με πλήθος μελετών. Υπενθυμίζουμε ότι ο στρεβλός και απαρχαιωμένος τρόπος υπολογισμού του ΕΤΜΕΑΡ, που ισχύει από το 1999, οδηγεί σε ανάγκη τεχνητής υπερτίμησής του, κατά ένα ποσοστό της τάξης του 60% (ποσό που καρπώνονται οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας), όπως έχει υπολογίσει η σχετική μελέτη του ΙΟΒΕ.
Συγκεκριμένα, κατά την περίοδο Ιανουάριος 2009 – Απρίλιος 2013, ο Έλληνας καταναλωτής πλήρωσε συνολικά 705 εκατ. ευρώ υπό τον ψευδεπίγραφο τίτλο Τέλος ΑΠΕ ή Τέλος Μείωσης Εκπομπών. Από το ποσό αυτό, μόνο το 40% ή 282 εκατ. ευρώ αξιοποιήθηκε πράγματι υπέρ των ΑΠΕ ενώ τα υπόλοιπα 423 εκατ. Ευρώ επιδότησαν την προμήθεια του ρεύματος. Αν τα 423 εκατ. ευρώ είχαν πράγματι διοχετευθεί υπέρ των Α.Π.Ε., το έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ δεν θα αποτελούσε πρόβλημα!
Δηλαδή, αν είχε αλλάξει έγκαιρα το στρεβλό θεσμικό πλαίσιο του 1999, σήμερα δεν θα χρειαζόταν αυτή η αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ.
Παρ’ όλα αυτά κρίνεται ως θετικό ότι η Κυβέρνηση, έστω και καθυστερημένα, έκανε μια προσπάθεια μερικής θεραπείας της στρέβλωσης διορθώνοντας πριν μερικούς μήνες τη βάση υπολογισμού του ΕΤΜΕΑΡ, αντικαθιστώντας την στρεβλή Οριακή Τιμή Συστήματος με το Μέσο Μεταβλητό Κόστος. Δυστυχώς, παρ’ όλο που η αλλαγή αυτή είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, η νέα μέθοδος και πάλι αποτυγχάνει να ενσωματώσει στο τιμολόγιο το σύνολο της αξίας που προσφέρουν οι ΑΠΕ στο Σύστημα. Από την άλλη, αν το βήμα αυτό δεν είχε γίνει, τώρα θα απαιτείτο μεγαλύτερη αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ.
Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αποτελούν την ελπίδα της χώρας και της ανθρωπότητας για βιώσιμη ανάπτυξη και αντιμετώπιση των συνεπειών των κλιματικών αλλαγών. Αυτή η λύση, πέρα από την κοινωνική και περιβαλλοντική θετική διάσταση της, συνοδεύεται και από οικονομικό όφελος. Θυμίζουμε την πρόσφατη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος η οποία κατέδειξε ότι το Σενάριο μετριασμού των επιπτώσεων των κλιματικών αλλαγών θα εξοικονομήσει 265 δισ. Ευρώ για τη χώρα μας σε σχέση με το Σενάριο μη δράσης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι ο βασικότερος πυλώνας επίτευξης αυτού του στόχου.
Οι ΑΠΕ είναι η καλύτερη μας επένδυση για ένα βιώσιμο μέλλον”.