καναδική εταιρεία λιπασμάτων Nutrien, η μεγαλύτερη στον κόσμο, εξετάζει να αυξήσει περαιτέρω την παραγωγή ποτάσας καθώς οι κυρώσεις συνεχίζουν περιορίζουν τις εξαγωγές από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, σύμφωνα με τον προσωρινό διευθύνοντα σύμβουλό της, Ken Seitz.
Οι τιμές των λιπασμάτων, όπως της ποτάσας, έχουν εκτοξευθεί στα ύψη καθώς οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας για την εισβολή της στην Ουκρανία έχουν διαταράξει την ήδη περιορισμένη προσφορά τους.
Οι αυξήσεις των τιμών ενίσχυσαν τις ανησυχίες σχετικά με τις ελλείψεις τροφίμων καθώς αρκετοί αγρότες χρησιμοποιούν λιγότερο τα λιπάσματα, ενώ διογκώνονται τα κέρδη των παραγωγών τους, όπως της Nutrien και της Mosaic.
Από Ρωσία και Λευκορωσία το 40% των παγκόσμιων εξαγωγών
Η Nutrien προσπαθεί να εκτιμήσει πόσο θα διαρκέσει ο πόλεμος στην Ουκρανία για να αποφασίσει αν υπάρχει ανάγκη να αυξηθεί η παραγωγή, δήλωσε ο Seitz.
Στη Ρωσία και τη Λευκορωσία αντιστοιχούσε πέρυσι πάνω από το 40% των παγκόσμιων εξαγωγών ποτάσας, η οποία είναι το ένα από τα τρία λιπάσματα που χρησιμοποιούνται για μεγαλύτερες αποδόσεις καλλιεργειών.
Τον Μάρτιο, η Nutrien είχε ανακοινώσει ότι σχεδίαζε να αυξήσει την παραγωγή της κατά σχεδόν 1 εκατ. τόνους σε περίπου 15 εκατ. τόνους φέτος ως αντίδραση στην αβεβαιότητα προσφοράς από την Ανατολική Ευρώπη.
Η εταιρεία θα μπορούσε να αυξήσει περαιτέρω σε 18 εκατ. τόνους την παραγωγή χωρίς κάποια μεγάλη επένδυση, αν και θα χρειάζονταν επιπλέον κεφαλαιακές δαπάνες για περαιτέρω αύξηση της παραγωγής από 18 έως 23 εκατ. τόνους, είπε ο Seitz. «Σχεδιάζουμε να αυξήσουμε τον όγκο της παραγωγής μας, χωρίς να σταματήσουμε στους 18 εκατ. τόνους», πρόσθεσε.
Αντίκτυπος στο εμπόριο λιπασμάτων και μετά το 2022
Ο ίδιος είπε στους αναλυτές ότι η Nutrien μπορεί να αυξήσει την παραγωγική δυναμικότητά της στα επόμενα χρόνια και ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία μπορεί να επηρεάσει το παγκόσμιο εμπόριο λιπασμάτων και μετά το 2022.
Η εκτίμηση της καναδικής εταιρείας είναι ότι η ρωσική παραγωγή θα μειωθεί κατά 2 έως 6 εκατ. τόνους φέτος σε σχέση με την παραγωγική δυναμικότητά της που ανέρχεται σε 15 εκατ. τόνους. Η παραγωγή της Λευκορωσίας εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 6 έως 8 εκατ. τόνους έναντι 13 εκατ. τόνων που είναι η λειτουργική δυναμικότητά της.
Με πληροφορίες από Reuters
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις