Οι τακτικοί καταναλωτές (οι οποίοι καταναλώνουν κρασί 1 φορά την εβδομάδα τουλάχιστον), και ιδιαίτερα οι Φλαμανδοί αρέσκονται να απολαμβάνουν το κρασί, αναζητώντας αυτήν την αίσθηση απόλαυσης σε εξαιρετικής ποιότητας και μη συνηθισμένα κρασιά. Το γεγονός αυτό καθιστά την αγορά ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστική.
Ο μέσος βόρειος και νότιος Βέλγος προτιμούν και οι δυο το κόκκινο κρασί, ενώ ο Γαλλόφωνος προτιμά δύο φορές περισσότερο από ότι ο Φλαμανδός το ροζέ.
Ο μέσος Φλαμανδός έχει παρόμοια γούστα με τον Αγγλοσάξονα ή τον Γερμανό, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην επιθυμία του για συνδυασμό καινοτομίας, ποιότητας και τιμής, ώστε να βελτιστοποιείται η σχέση ποιότητας και τιμής. Με απλά λόγια, τον ενδιαφέρει να απολαμβάνει νέα και ποιοτικά κρασιά, τα οποία να αγοράζει κατά το δυνατόν φθηνότερα.
Ο Γαλλόφωνος αποδίδει μεγάλη σημασία στην παράδοση καθώς και στις τακτικές του αγοραστικές συνήθειες, προτιμά δηλαδή γνωστά και καθιερωμένα κρασιά, προκειμένου να περιορίσει μια πιθανή απογοήτευση. Ο Γαλλόφωνος καταναλώνει κατά 30% σε όγκο περισσότερο από τον Φλαμανδό. Ωστόσο, η κατανάλωση στην Φλάνδρα αυξάνεται γρήγορα, ενώ παράλληλα ο μέσος Φλαμανδός έχει μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη και αγοράζει κατά κανόνα ακριβότερα κρασιά.
Κατανάλωση κρασιού στο Βέλγιο
- Η ποσότητα κρασιού που είναι διαθέσιμη ετησίως στη βελγική αγορά προσεγγίζει τα 5 εκατ. hl (εκατόλιτρα), στα οποία πρέπει να προστεθούν και τα « vins de fruits » (κρασιά φρούτων). Η αγορά τροφοδοτείται κυρίως από εισαγωγές.
- Η αξία των εισαγωγών αφρωδών και κανονικών οίνων στο Βέλγιο το 2012 ανήλθε σε 962,57 εκατ. €. Οι εισαγωγές αυτές αντιστοιχούν σε περίπου 300 εκατ. φιάλες. Το εν λόγω επίπεδο κατανάλωσης παραμένει σταθερό αλλά παρουσιάζει σημαντικές τοπικές διαφοροποιήσεις. Στην περιοχή της Φλάνδρας κυριαρχεί ανοδική τάση (η κατανάλωση διπλασιάστηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια), ενώ η Βαλλονία είναι παραδοσιακός καταναλωτής οίνου, και κυρίως γαλλικού οίνου.
- Οι τέσσερεις σημαντικότερες χώρες-εξαγωγείς καταλαμβάνουν 82% της αγοράς σε όρους αξίας εισαγωγών του 2012: Γαλλία (61,1%), Ισπανία (8,8%), Ιταλία (7,6%) και Πορτογαλία (4,5%) Ακολουθούν οι Γερμανία (3,4%), Χιλή (2,6%), Ην. Βασίλειο (2,4%), Ολλανδία (2,2%), Ν. Αφρική (1,9%), Αυστραλία (1,1%), Αργεντινή (0,8%) και ΗΠΑ (0,6%). Το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών κρασιών στις συνολικές βελγικές εισαγωγές το 2012 ανήλθε σε μόλις 0,24%. Στο τέλος της παρούσας μελέτης υπάρχουν αναλυτικοί πίνακες που παρουσιάζουν τις βελγικές εισαγωγές κρασιών κατά την εξαετία 2007-2012, καθώς και την κατάσταση του ανταγωνισμού στις εισαγωγές το έτος 2012.
- Τα γαλλικά κρασιά κυριαρχούν στην αγορά του Βελγίου, κυρίως στον τομέα των κόκκινων κρασιών και των ποιοτικών κρασιών. Η Γαλλία παραμένει σημείο αναφοράς για τον Βέλγο καταναλωτή (ο οποίος θεωρεί ξένα όσα κρασιά δεν προέρχονται από την Γαλλία).
- Διαχρονικά, σημειώνεται τάση μείωσης εισαγωγών από την Γαλλία προς όφελος ευρωπαϊκών κρασιών (Ισπανία, Ιταλία) καθώς και κρασιών από τον «Νέο Κόσμο» (των οποίων η κατανάλωση αυξήθηκε σημαντικά με την ανάπτυξη της κατανάλωσης στην Φλάνδρα). Οι αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά, η δυναμική είσοδος του Φλαμανδού καταναλωτή στην αγορά και η υψηλή ελαστικότητα της ζήτησης εξηγούν το ενδιαφέρον του Βέλγου καταναλωτή για τα «νέα» κρασιά.
- Το 2012, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια η τάση μεταβλήθηκε ελαφρώς, με αποτέλεσμα να μειωθούν ελαφρώς οι πωλήσεις των κρασιών του «Νέου Κόσμου» και ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών, ενώ τα γαλλικά κρασιά έμειναν περίπου σταθερά και εξακολουθούν να κυριαρχούν στην βελγική αγορά.
- Η κατανάλωση κρασιών είναι αρκετά σταθερή, περί τις 300 εκατ. φιάλες των 75cl τον χρόνο.
- Το κρασί καταναλώνεται κυρίως κατά την διάρκεια του γεύματος, στο σπίτι ή σε εστιατόριο. Στην Φλάνδρα τείνει να καθιερωθεί η κατανάλωση κρασιού και εκτός γεύματος (ο Φλαμανδός καταναλώνει περισσότερο λευκό κρασί από ότι ο Βαλλόνος, καθώς και κρασί από τον «Νέο Κόσμο»)
Τι επηρεάζει τη τιμή του κρασιού στο Βέλγιο
Εκτός τους διάφορους άλλους φόρους που επιβάλλονται (Ecotaxe, FostPlus, Val-I-Pac, κτλ.), ο Φ.Π.Α., το περιθώριο κέρδους του διανομέα και τα μεταφορικά κόστη επηρεάζουν κυρίως την τιμή διάθεσης του κρασιού στη βελγική αγορά.
Η τιμή επηρεάζεται επίσης από τον όγκο, δηλαδή όσο πιο μεγάλες ποσότητες κρασιού αγοράζονται, μεταφέρονται και διατίθενται στην αγορά μονομιάς, τόσο χαμηλότερο θα είναι το κόστος, με την έννοια ότι επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας που ρίχνουν την τελική τιμή διάθεσης.
Συνεπώς, για να καταστεί περισσότερο προσιτό και ελκυστικό στον μέσο Βέλγο καταναλωτή το ελληνικό κρασί, θα πρέπει να αυξηθεί ο όγκος πωλήσεών του στην αγορά. Για να αυξηθεί ο όγκος, θα πρέπει το κρασί να τοποθετηθεί σωστά στην αγορά.
Τα κρασιά με τιμή διάθεσης μεταξύ 3€ και 7€ (τιμή καταναλωτή) πωλούνται ευκολότερα και επιτυγχάνουν σημαντικούς όγκους πωλήσεων. Οι τιμές διάθεσης των περισσοτέρων τυπικών ετικετών και των Bio κρασιών φθάνουν μέχρι τα 12€.
Τα κρασιά με τιμή διάθεσης άνω των 20€ κατατάσσονται στην κατηγορία των γνωστής επωνυμίας, εξαιρετικής ποιότητας, ακριβών κρασιών, τα οποία φυσικά έχουν και αυτά την πελατεία τους.
Τα κρασιά με τιμή διάθεσης μεταξύ 10€ με 20€ είναι τα πιο δύσκολα να προωθηθούν στην βελγική αγορά και δεν επιτυγχάνουν εύκολα όγκο πωλήσεων. Για να πωλείται σε αυτήν την κατηγορία, ένα κρασί χρειάζεται φήμη, όνομα και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που να το διαφοροποιούν.
Συνήθως, δυστυχώς, τα ελληνικά κρασιά βρίσκονται σε αυτήν την κατηγορία και ο Βέλγος καταναλωτής στρέφεται πιο εύκολα προς ισπανικά κρασιά των 10€ ή προς γαλλικά των 18 €, παρά σε ελληνικά κρασιά με τιμή διάθεσης στα 15€. Στην περίπτωση της προτίμησης προς τα ισπανικά κρασιά, είναι η τιμή η οποία παίζει ρόλο, ενώ στην περίπτωση της προτίμησης προς τα γαλλικά, η φήμη.
Γενικά παρατηρούμε ότι τα ελληνικά κρασιά είναι κατά 30% ακριβότερα από παρόμοια, αντίστοιχων χαρακτηριστικών κρασιά που διατίθενται στην βελγική αγορά.
Διαπιστώσεις
- Συνεχής αύξηση των εξαγωγών ελληνικών κρασιών προς το Βέλγιο, ωστόσο οι ποσότητες και οι αξίες τους παραμένουν μικρές
- Συνεχής βελτίωση ποιότητας των εισαγόμενων εδώ ελληνικών κρασιών
- Ανεπαρκής εικόνα για τα ελληνικά κρασιά στους Βέλγους καταναλωτές
- Η παρουσία των ελληνικών κρασιών περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε ελληνικά εστιατόρια
- Υφιστάμενο μερίδιο αγοράς μικρότερο του 1%
- Η εσφαλμένη εικόνα για τα Ελληνικά κρασιά που υπήρχε παλαιότερα ατονεί.
Εισαγωγικό καθεστώς για τα κρασιά στο Βέλγιο
Κατά την εισαγωγή στο Βέλγιο οι ειδικές επιβαρύνσεις (αφού, ως γνωστό, δεν επιβάλλονται δασμοί σε κοινοτικά προϊόντα) υπολογίζονται ανά λίτρο (τόσο για τα λευκά όσο και τα ερυθρά), και είναι οι εξής:
- ειδικός φόρος κατανάλωσης (accises) + ecotaxe (οικολογικός φόρος).
- Fost plus (ειδικός φόρος ανακύκλωσης), καταβάλλεται σε τριμηνιαία βάση
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις ανωτέρω επιβαρύνσεις υποβάλλεται και το μοσχάτο, υπό την προϋπόθεση ότι για την παραγωγή του έχουν χρησιμοποιηθεί μέθοδοι φυσικής οινοποίησης και δεν υπερβαίνει τους 15 αλκοόλ. βαθμούς, υπαγόμενο στην κατηγορία των κρασιών.
Συμπεράσματα
- Οι δράσεις προβολής έχουν ατονήσει με αποτέλεσμα να μην αυξάνουμε επαρκώς το μερίδιο μας.
- Το Βέλγιο είναι μια δυναμική αγορά για τα κρασιά και πρέπει να αποτελεί αγορά-στόχο επειδή στερείται ουσιαστικής εθνικής παραγωγής οίνου με αποτέλεσμα η ζήτηση να καλύπτεται κυρίως από εισαγωγές.
- Ο μέσος Βέλγος καταναλωτής καταναλώνει σημαντικές ποσότητες κρασιού κατ' έτος.
- Το ελληνικό κρασί κατέχει ένα μικρό μερίδιο της βελγικής αγοράς (πολύ λιγότερο από 1%). Με τις κατάλληλες δράσεις το μερίδιο αυτό θα μπορούσε τουλάχιστον να διπλασιαστεί.
- Η πλειοψηφία των εισαγωγέων ελληνικού κρασιού είναι Έλληνες δεύτερης γενιάς, ενώ κυρίως στόχος τους είναι ο τομέας της εστίασης (το Βέλγιο αριθμεί περί τα 4.000 ελληνικά εστιατόρια). Σε μη ελληνικά εστιατόρια, η παρουσία ελληνικών κρασιών είναι εξαιρετικά χαμηλή.
- Η παρουσία ελληνικών κρασιών είναι χαμηλή και στις μεγάλες εταιρείες διανομής. Εξαίρεση αποτελεί η εταιρία διανομής Delhaize λόγω της ειδικής σχέσης με την ελληνική εταιρία διανομής «ΑΒ Βασιλόπουλος».
- Το μερίδιο της αγοράς το οποίο απολαμβάνει το ελληνικό κρασί οφείλεται κυρίως στην ελληνική ομογένεια, ενώ απουσιάζουν οι προοπτικές αύξησης του. Η εμπορία του ελληνικού οίνου λειτουργεί χωρίς καμία στήριξη.
- Η εικόνα του ελληνικού κρασιού δεν ανταποκρίνεται στις προόδους των Ελλήνων οινοπαραγωγών.
- Ο Φλαμανδός καταναλωτής, παραδοσιακός καταναλωτής μπύρας, έχοντας πρόσφατα αλλάξει τις καταναλωτικές του προτιμήσεις υπέρ του κρασιού, αποτελεί σημαντικό στόχο για την αύξηση του μεριδίου ελληνικών κρασιών στο Βέλγιο.
- Η παρούσα δομή της αγοράς καταλήγει σε ελληνο-ελληνικούς ανταγωνισμούς εντός του υφιστάμενου μεριδίου αγοράς που κατέχουμε.
- Λόγω του υψηλού επιπέδου ανταγωνισμού και της απαιτητικότητας της Βελγικής αγοράς, οι Έλληνες παραγωγοί προτιμούν άλλες ευκολότερες αγορές και αυτό παρά τις σημαντικές και κερδοφόρες δυνατότητες αύξησης του εδώ μεριδίου μας.
- Το Βέλγιο δεν τοποθετείται από πλευράς ελληνικών εξαγωγικών φορέων στις αγορές-στόχους για την προώθηση του ελληνικού οίνου.
Πηγή: Γραφείο Ο.Ε.Υ. Βρυξελλών