Το 38,5% των ερωτηθέντων δυσκολεύονται πάρα πολύ να επιβιώσουν, το 23,1% δήλωσε ότι η κατάστασή τους χειροτερεύει ενώ το 19,2% αντιμετωπίζουν τα προβλήματα με την όποια δυσκολία.
Η πανδημία covid-19 αλλά και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν προκαλέσει αναταραχή σε όλη την Ευρώπη, με τη χώρα μας να έχει επηρεαστεί σε βαθμό τέτοιο που οι κοινωνικές ανισότητες και η φτώχεια έχουν ενταθεί. Αυτό υποστηρίζει τουλάχιστον μία νέα έρευνα από την πρόσφατη έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ.
Στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας για την Εξάλειψη της Φτώχειας, το Ελληνικό Δίκτυο για την Καταπολέμηση της φτώχειας παρουσίασε μια έρευνα με στοιχεία από την πρόσφατη έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ καθώς και μέσω έρευνας που διεξήγαγε το ΕΔΚΦ σε συνεργασία με οργανώσεις – μέλη του δικτύου και άλλες κοινωνικές οργανώσεις.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την έρευνα, το μεγαλύτερο πρόβλημα της περιόδου δεν είναι άλλο από αυτό της ενεργειακής φτώχειας. Συγκεκριμένα, το 84,6% των ερωτηθέντων (ωφελούμενοι των οργανώσεων) δήλωσε πως αντιμετωπίζουν ενεργειακή φτώχεια.
Συνακόλουθα, το 20% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι οι σημαντικότερες ανάγκες που αντιμετωπίζει είναι οικονομικές/ έλλειψη επαρκών πόρων, το 18,3% εξεύρεση εργασίας/ πρόσβαση σε εργασία, το 15% θέματα στέγης, το 12,5 % μορφές ενεργειακής φτώχειας, και άλλο ένα 12,5% επισιτιστική ανασφάλεια.
Παράλληλα, το 38,5% των ερωτηθέντων δυσκολεύονται πάρα πολύ να επιβιώσουν, το 23,1% δήλωσε ότι η κατάστασή τους χειροτερεύει ενώ το 19,2% αντιμετωπίζουν τα προβλήματα με την όποια δυσκολία.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της έρευνας, ο Σπύρο Ψύχας, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ΕΔΚΦ και η υπεύθυνη επικοινωνίας του Δικτύου, Μαντώ Μπαμπούλα, έδωσαν περισσότερη έμφαση στην ενεργειακή φτώχεια, την υγεία και τη στέγη, τρεις θεματικές ενότητες που αναδείχθηκαν ως ζωτικές και με τα περισσότερα και εκτενέστερα ζητήματα.
Το ζήτημα της υγείας, τη διατροφική πλευρά της οποίας παρουσίασε η Πάνια Καρνάκη του Ινστιτούτου Prolepsis, απασχολεί με τις πολλές πτυχές την κοινωνία πολιτών και προκαλεί σταθερό άγχος για την πλειοψηφία των ωφελουμένων, ενώ η στέγη, όπως ανέφεραν ο πρόεδρος Ελληνικού Δικτύου για το Δικαίωμα στη Στέγη και την Κατοικία, Γρηγόρης Βαλλιανάτος και ο εκπρόσωπος στην FEANTSA (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία των Οργανώσεων που Εργάζονται με Αστέγους), Λάζαρος Πετρομελίδης, «απέχει πολύ από την λύση αν δεν ληφθούν οι απαραίτητες πολιτικές αποφάσεις».
Παράλληλα όπως τόνισε ο κ. Ψύχας υψηλό ποσοστό καταγράφει η παιδική φτώχεια καθώς σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ το 32% των παιδιών κινδύνεψε από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό.
«Η αξιοπρεπής διαβίωση είναι βασικό και αναφαίρετο δικαίωμα όλων των ανθρώπων, όχι μόνο των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά κι αυτών που φιλοξενούνται», επισήμανε από την πλευρά της η πρόεδρος του Ελληνικού δικτύου για την καταπολέμηση της φτώχειας, Παναγιώτα Αρβανίτη. Ακόμη, η κ. Αρβανίτη προσέθεσε ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας παρατηρήθηκε ότι η χρήση της τεχνολογίας έχει αυξήσει τις ανισότητες.
«Ο προνοιακός βραχίονας δουλεύει κατά των ανισοτήτων και απαιτεί πολύ υψηλές γενναιόδωρες παροχές και πολύ υψηλές δαπάνες. Δεν μπορείς να στοχεύεις στην φτώχεια. Πρέπει να στοχεύεις σε διευρυμένα στρώματα».
Όπως είπε, απαιτούνται γενναία μέτρα για τους ακραία φτωχούς, μεγαλύτερη επιδότηση ενοικίου, κάρτα αλληλεγγύης και νόμος για τη διασφάλιση της πρώτης κατοικίας, ενώ για τους αδύναμους και τα μεσαία στρώματα αναγκαία είναι η κατάργηση του εν ισχύ πτωχευτικού νόμου, ο έλεγχος των airbnb, και τράπεζα στέγης, ενώ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι με την πολιτική της «καταστρέφει το τρίπτυχο που χτυπάει τη φτώχεια», ανέφερε από την πλευρά της η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Θεανώ Φωτίου.
Στην ανάγκη να αναπτυχθούν ενταξιακές ή συμπεριληπτικές πολιτικές αναφέρθηκε από την πλευρά της η πρόεδρος του Κέντρου υποδοχής και αλληλεγγύης του δήμου Αθηναίων, Μελίνα Δασκαλάκη.
«Σε επίπεδο οριζόντιο να αντιμετωπιστούν οι ευαλωτότητες όχι με επιδόματα αλλά με διαφορετικές αλλαγές, με ενταξιακές ή συμπεριληπτικές πολιτικές» επισήμανε και προσέθεσε ότι χρειάζονται μέτρα διαρθρωτικά και όχι επιδοματικά.
Επιπλέον τόνισε ότι πρέπει να βρεθούν τρόποι για να αξιοποιηθεί το απόθεμα των κτιρίων που είναι διαθέσιμα. «Παίρνοντας τα κτίρια που είναι διαθέσιμα, αξιοποιώντας την εμπειρία της στέγασης από τα προγράμματα και αξιοποιώντας το ανθρώπινο δυναμικό που έχει μάθει να διαχειρίζεται ζητήματα στέγασης και με χρηματοδότηση που είτε θα προέλθει από εθνικούς πόρους , είτε από ευρωπαϊκούς, είτε από ανεξάρτητους, εμείς σχεδιάζουμε ως δήμος ένα πρόγραμμα στέγης, σημειακές παρεμβάσεις με τη λογική της ενίσχυσης σε ανθρώπους που έχουν ή μπορούν να έχουν εισόδημα, βοηθώντας ευρύτερα τη γειτονιά και την κοινότητα», σημείωσε.