Εκτός από τις δυσκολίες και την ανασφάλεια που προκαλεί στα νοικοκυριά ο πληθωρισμός σε βασικά είδη τροφίμων, επιβεβαιώνει τις ανησυχίες των πιο υποψιασμένων πως εφεξής θα αποτελέσει σχεδόν μόνιμη παράμετρο στις προκλήσεις της καθημερινότητας.
Επειδή μια διέξοδος στην κλιματική κρίση εκ των πραγμάτων δεν υφίσταται ούτε καν μεσοπρόθεσμα, η αγροτική παραγωγή θα είναι όμηρος συχνότερων ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως η καταιγίδα Ντάνιελ που συμπαρέσυρε σχεδόν όλες τις καλλιέργειες στον θεσσαλικό κάμπο, η πρωτοφανής ξηρασία που κατέστρεψε την παραγωγή ελιάς στην Ισπανία και οι πυρκαγιές που θέρισαν εκατομμύρια στρέμματα δάσους στον Καναδά.
Ακόμη και δίχως τους κινδύνους των αναπάντεχων καταστροφών, η γεωργία σε κάθε γωνία της γης έχει την αποστολή να προσαρμοστεί στις αλλαγές του περιβάλλοντος, δηλαδή τη ξηρασία, τις ακραίες θερμοκρασίες, τις ορμητικές βροχοπτώσεις, τη διάβρωση των εδαφών και κατ’ επέκταση τις ασθένειες και εχθρούς των καλλιεργειών.
Όλα τα παραπάνω είναι προκλήσεις που προβληματίζουν τους αγροτικούς παραγωγούς και αναμένεται να διατηρήσουν «τσιμπημένο» το κόστος των τροφίμων ανεξάρτητα από το ευρύτερο μακροοικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον. Παρεμπιπτόντως σήμερα το οικονομικό κλίμα είναι επιβαρυμένο από τα υψηλά επιτόκια και τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Λωρίδα της Γάζας.
Την ανησυχία πως οι τιμές των τροφίμων θα παγιωθούν σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με προηγούμενα χρόνια εξέφρασε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, στο πλαίσιο της πρόσφατης επίσκεψης της στην Αθήνα μαζί με τα υπόλοιπα μέλη του διοικητικού συμβουλίου.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως ο δείκτης των τιμών τροφίμων του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας(FAO) του ΟΗΕ κυμαίνονταν στο φάσμα 93 με 98,1 από το 2015 έως το 2020. Έκτοτε, όμως, κινείται πάνω από το 121.
Ενώ κορυφώθηκε στο 143,7 το 2022, κινήθηκε στο 121,5 αυτόν τον Σεπτέμβριο που υποδεικνύει μια αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων αλλά όχι αρκετή σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα.
Ένα παγκόσμιο φαινόμενο με κοντινές συνέπειες
Στην Ελλάδα, το ράλι στις τιμές του ελαιόλαδου προβληματίζει την κυβέρνηση καθώς προσεγγίζουν τα 15 ευρώ το κιλό στα ράφια των σούπερ μάρκετ ενώ το κόστος του τενεκέ έχει αναρριχηθεί περίπου στα 180 ευρώ από τα σχεδόν 100 ευρώ, πέρσι.
Εκτός του ελαιόλαδου, η παραγωγή λαχανικών και φρούτων στην Ελλάδα υστέρησε φέτος σε ποσότητα και ποιότητα λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών. Παράγοντες της χονδρικής αγοράς της επιτραπέζιας ελιάς μιλούν για μειώσεις στην παραγωγή που φθάνουν ή ξεπερνούν το 50% σε αρκετά μέρη της Ελλάδας.
Πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο.
Σε πρόσφατη έκθεση, το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA) αναφέρει χαρακτηριστικά πως η «επισιτιστική ασφάλεια είναι βασική ανθρώπινη ανάγκη». Προσθέτει δε πως «η κλιματική αλλαγή πιθανότατα να επηρεάσει την παγκόσμια, περιφερειακή και τοπική επισιτιστική ασφάλεια, διαταράσσοντας τη διαθεσιμότητα τροφίμων, μειώνοντας την πρόσβαση στα τρόφιμα και καθιστώντας δυσκολότερη την αξιοποίηση της τροφής».
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ, οι τιμές τροφίμων και στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 3,7% τον Σεπτέμβριο του 2023 σε σχέση με έναν χρόνο πριν, ενώ το κόστος για τα εστιατόρια σκαρφάλωσε 6%, αντίστοιχα.
Προ μηνών, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, προειδοποίησε πως δεν είναι πολύ αργά για να «αποφευχθούν τα χειρότερα» για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης αλλά μόνον με «δραματικές, άμεσες» ενέργειες.
Πράγματι, η μοναδική φορά που παρατηρήθηκε μείωση των εκπομπών ρύπων σε μεγάλη κλίμακα ήταν εν μέσω των πρώτων lockdowns της πανδημίας, επιβεβαιώνοντας πως πλέον η επιβίωση του πλανήτη, έτσι όπως τον γνωρίζουμε, βρίσκεται σε απευθείας σύγκρουση με τον τρόπο ζωής του σύγχρονου ανθρώπου.
Οι επιπτώσεις στην επισιτιστική ασφάλεια, ενδεχομένως, να αποτελέσουν μια αποτελεσματική προειδοποιητική βολή για ριζικές αλλαγές.
Πηγή: powergame.gr
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις