Να μπει ένα «τέλος» στις ευρωπαϊκές εισαγωγές αφορολόγητων και χαμηλής ποιότητας ουκρανικών γεωργικών προϊόντων ζητούν οργανώσεις αγροτών από την Τσεχία, την Ουγγαρία, την Πολωνία και τη Σλοβακία.
Η έκκληση προς τις κυβερνήσεις του Βίζεγκραντ έρχεται μετά την ανακοίνωση που υπογράφηκε από εκπροσώπους των οργανώσεων, οι οποίοι συζήτησαν το θέμα την περασμένη Πέμπτη και Παρασκευή.
Ο πρόεδρος της Γεωργικού Επιμελητηρίου της Τσεχίας, Jan Doležal είπε χαρακτηριστικά ότι «Λόγω της μείωσης της κτηνοτροφικής παραγωγής από τη δεκαετία του 1990 κατά περίπου το ένα τρίτο, είμαστε αναγκασμένοι να εξάγουμε εκατομμύρια τόνους δημητριακών στις δυτικές αγορές, οι οποίες τώρα καταλαμβάνονται από την ουκρανική παραγωγή. Αυτη δεν χρειάζεται να πληροί αυστηρά πρότυπα ποιότητας, όπως και οι ουκρανικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις δεν χρειάζεται να συμμορφώνονται με τους κανονισμούς και τις ρυθμίσεις που απορρέουν από την Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Σύμφωνα με το κοινό ανακοινωθέν καλούνται οι κυβερνήσεις των χωρών Βίζεγκραντ «να ενεργήσουν συντονισμένα για να υπερασπιστούν τα συμφέροντα των αγροτών και των παραγωγών τροφίμων, επεκτείνοντας τη μονομερή απαγόρευση των εισαγωγών ορισμένων εμπορευμάτων στο έδαφός μας, καθώς και να επεκτείνουν και να ενοποιήσουν τον κατάλογο αυτών των εμπορευμάτων».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει άλλη γνώμη
Όμως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει ότι το εμπόριο συνεχίζει να ρέει με καλό ρυθμό, ωστόσο παραδέχεται ότι υπάρχει «κάποιος κίνδυνος» οι εισαγωγές να ρίξουν τις τιμές και να απειλήσουν την τοπική παραγωγή.
«Δεν βλέπουμε καμία σημαντική δυσμενή εξέλιξη στη γεωργική αγορά της ΕΕ», δήλωσε ο αναπληρωτής διευθυντής της ΓΔ για τη Γεωργία, Pierre Bascou, στους ευρωβουλευτές που ανησυχούν για την αύξηση των ουκρανικών εισαγωγών σε συνεδρίαση της επιτροπής γεωργίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (AGRI).
Ωστόσο, η Επιτροπή έχει εντοπίσει «κάποια ευπάθεια και κίνδυνο» σε τομείς όπως τα πουλερικά, τα αυγά και η ζάχαρη, δήλωσε ο Bascou, σημειώνοντας ότι «αυτό είναι ένα στοιχείο που παρακολουθούμε πολύ στενά».
Περίπου τέσσερις μήνες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Ιούνιο του 2022, η ΕΕ ήρε προσωρινά τους περιορισμούς στις εισαγωγές από την Ουκρανία, γεγονός που οδήγησε σε εισροή ουκρανικών προϊόντων στην αγορά της ΕΕ και πίεσε τις τιμές προς τα κάτω, ιδίως σε χώρες της πρώτης γραμμής, όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Ρουμανία.
Οι εκπρόσωποι του Αγροτικού Επιμελητηρίου της Τσεχικής Δημοκρατίας, του Αγροτικού και Τροφικού Επιμελητηρίου της Σλοβακίας, του Περιφερειακού Συμβουλίου Αγροτικών Επιμελητηρίων της Πολωνίας και του Εθνικού Αγροτικού Επιμελητηρίου της Ουγγαρίας συμφώνησαν ότι είναι απαραίτητο να στηριχθεί η πληγείσα από τον πόλεμο ουκρανική οικονομία, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει με κόστος την καταστροφή των αγροτών και των παραγωγών τροφίμων στην Κεντρική Ευρώπη.
Δήλωσαν επίσης ότι οι αντίστοιχες κυβερνήσεις της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Σλοβακίας θα πρέπει να εργαστούν για την εξεύρεση μιας πανευρωπαϊκής λύσης που θα βοηθήσει την Ουκρανία να εξάγει αγροτικά προϊόντα στους παραδοσιακούς πελάτες της σε τρίτες χώρες εκτός ΕΕ.
Μιλώντας για την πιθανή μελλοντική ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ και τις πιθανές επιπτώσεις της στην ενιαία αγορά, οι γεωργικές οργανώσεις δήλωσαν ότι η χώρα πρέπει πρώτα να εκπληρώσει όλους τους όρους ένταξης στην ΕΕ και να υιοθετήσει τη νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα της γεωργίας και των τροφίμων – επισημαίνοντας ότι σε διαφορετική περίπτωση θα υπάρξει θεμελιώδη στρέβλωση της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ.
Στη συνάντηση συμμετείχε επίσης ο νέος υπουργός Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Σλοβακίας, Richard Takáč (Smer). Ο ίδιος ενέκρινε πλήρως τα συμπεράσματα της συνάντησης και υποσχέθηκε να παρουσιάσει το ανακοινωθέν στους συναδέλφους του υπουργούς κατά την επόμενη συνεδρίαση του Συμβουλίου Γεωργίας της ΕΕ τη Δευτέρα και την Τρίτη.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις